Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016

Το δημοψήφισμα της Κυριακής στην Ιταλία «κλειδί» για την επόμενη ημέρα στην Ε.Ε. (upd

rentzi

Το δημοψήφισμα της Κυριακής στην Ιταλία «κλειδί» για την επόμενη ημέρα στην Ε.Ε. (upd)

Η Ιταλία μετρά αντίστροφα ως την Κυριακή 4 Δεκεμβρίου, ημέρα που θα διεξαχθεί το κρίσιμο δημοψήφισμα για τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις. Μια εκλογική διαδικασία που αν και αφορά σε εσωτερική λειτουργία και άσκηση εξουσίας στη χώρα, έχει αναχθεί από την κεντρική πολιτική σκηνή στην Ευρώπη, ως καθοριστικής σημασίας ακόμη και για το μέλλον της ευρωζώνης. Βασική αιτία της ρευστότητας είναι ότι ο ίδιος ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, συνέδεσε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος με την παραμονή του στον πρωθυπουργικό θώκο. Ενδεχομένη παραίτηση της κυβέρνησης Ρέντσι θα  προκαλέσει  πολιτική αβεβαιότητα  και  ρευστότητα στον τραπεζικό τομέα της τρίτης  οικονομικής δύναμης της Ευρώπης,  με τις συνεπαγόμενες πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις στην ΕΕ.

15.50   Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματτέο Ρέντσι διέψευσε ότι σε περίπτωση νίκης του «ναι» στο δημοψήφισμα πρόκειται να ζητήσει την προκήρυξη πρόωρων εκλογών. «Πρόκειται για σενάρια πολιτικής φαντασίας, τα οποία ούτε καν λαμβάνω υπόψη μου. Η απάντηση είναι φυσικά αρνητική, την απόφαση για πρόωρες εκλογές την λαμβάνει ο πρόεδρος της Δημοκρατίας και το κοινοβούλιο», υπογράμμισε ο Ιταλός πρωθυπουργός, μιλώντας στο ραδιόφωνο του δικτύου Rtl.
«Όταν έχεις κάνει κάθε τι είναι δυνατόν και τα παιδιά σου έρχονται και σου λένε ότι απόψε θα είναι μαζί σου, στην τελευταία ομιλία, στην κεντρική πλατεία της Φλωρεντίας, σκέφτεσαι πως ήταν μια θαυμάσια εκστρατεία. Ότι η πολική βοήθησε τον κόσμο να δείξει ότι έχει πάθος και ενθουσιασμό», πρόσθεσε ο Ιταλός πρωθυπουργός.
Ο Ρέντσι επιβεβαίωσε ότι «αν κερδίσει το «ναι», το πρώτο πράγμα που θα κάνει, θα είναι να ζητήσει από το κοινοβούλιο την άδεια για να μπορέσει, αν καταστεί αναγκαίο, να θέσει βέτο στην αναθεώρηση του πολυετούς προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Δεν θέλουμε να παίξουμε άλλο τον ρόλο του κουμπαρά, αν δεν αλλάξει η γραμμή για το μεταναστευτικό. « Έτσι και αλλιώς, αυτοί καταλαβαίνουν μόνον την αναφορά στα χρήματα», συμπλήρωσε ο Ιταλός κεντροαριστερός πρωθυπουργός.
O κεντροαριστερός πρώην πρωθυπουργός Μάσσιμο Ντ΄Αλέμα, όμως, τις τελευταίες αυτές ώρες της εκστρατείας, πήρε και πάλι ανοικτά θέση υπέρ του «όχι» στην μεταρρύθμιση και κατηγόρησε τον Ρέντσι ότι «ακύρωσε τις αξίες του Δημοκρατικού Κόμματος». Ο Ντ΄Αλέμα, μιλώντας στην Σικελία, είπε πως δεν θεωρεί πιθανό να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές, από την στιγμή που «στο κοινοβούλιο υπάρχει μια σαφής πλειοψηφία, και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, αν θέλει, σε νέο πρόσωπο».
«Ο Ρέντσι τρόμαξε τους πολίτες, για να μην τους επιτρέψει να ψηφίσουν κατά συνείδηση για κάτι που είναι απλώς μια μεταρρύθμιση. Μια κακή μεταρρύθμιση», υπογράμμισε, επίσης, ο Ιταλός πρώην πρωθυπουργός και πρώην υπουργός εξωτερικών
Το στέλεχος και βουλευτής των Πέντε Αστέρων Αλεσσάντρο Ντι Μπατίστα, σε παρέμβασή του σε εκπομπή του ιδιωτικού τηλεοπτικού καναλιού La7, δήλωσε ότι «η δημιουργία μιας Γερουσίας χωρίς εκλεγμένα μέλη, δεν αποτελεί, σίγουρα, προτεραιότητα για τους Ιταλούς, αφού οι πραγματικές προτεραιότητες των πολιτών είναι να μπορούν να βρουν εργασία και να λειτουργούν καλά τα νοσοκομεία».
Σύμφωνα με τον Ντι Μπατίστα «ο Ρέντσι δίχασε την χώρα για να αλλάξει το Σύνταγμα» και, κατά συνέπεια, «την στιγμή αυτοί υπάρχουν καθηγητές συνταγματολόγοι που λένε ότι αν περάσει το «ναι» θα αποσυρθούν και θα πάψουν να διδάσκουν». O Aλεσσάντρο Ντι Μπατίστα, τέλος, κατέστησε σαφές ότι αν ο Ιταλός πρωθυπουργός χάσει την αναμέτρηση του δημοψηφίσματος, τα Πέντε Αστέρια θα ζητήσουν σε όλους τους τόνους την παραίτησή του και προκήρυξη πρόωρων εκλογών
14.55   Το δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση στην Ιταλία οδηγεί σε σειρά πολιτικών σεναρίων εκ των οποίων  τα κυριότερα είναι :
Εάν επικρατήσει το «ναι»
Ο πρωθυπουργός Matteo Renzi, ο οποίος διαπραγματεύτηκε αυτή τη μεταρρύθμιση και στη συνέχεια την έθεσε ενώπιον όλων των πολιτικών παρατάξεων, βγαίνει ενισχυμένος.
Αν και οι επόμενες βουλευτικές εκλογές είναι προγραμματισμένες για το 2018, ο Matteo Renzi θα μπορούσε να ζητήσει πρόωρες εκλογές στον απόηχο της νίκης του. Αλλά έχει υποσχεθεί ότι προηγουμένως θα αλλάξει τον εκλογικό νόμο. Και μόνο ο πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας Sergio Mattarella έχει την εξουσία να διαλύσει τη βουλή.
Εάν επικρατήσει το «όχι»
Η παραίτηση του Renzi μοιάζει αναπόφευκτη. Αλλά στη συνέχεια όλα γίνονται πιο πολύπλοκα:
Ο Renzi παραμένει στην εξουσία
Ο Matteo Renzi υποβάλλει την παραίτησή του στον Sergio Mattarella, αλλά εκείνος του ζητεί αμέσως τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης.
Είναι σε θέση να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου, είτε με την παρούσα πλειοψηφία του, είτε με μία νέα πλειοψηγφία στην οποία θα περιληφθεί και η Forza Italia του Silvio Berlusconi, όπως αυτός το έχει αφήσει να εννοηθεί τις τελευταίες ημέρες.
Ο εκλογικός νόμος, ο οποίος στη σημερινή του μορφή προσφέρει ένα μεγάλο πριμ στην πλειοψηφία, τροποποιείται υπέρ ενός περισσότερο αναλογικού εκλογικού συστήματος και προκηρύσσονται πρόωρες εκλογές, το νωρίτερο για την άνοιξη του 2017.
Το κυριότερο εμπόδιο στο σενάριο αυτό είναι ο ίδιος ο Renzi: έχει διατυπώσει σαφώς την άρνησή του να τεθεί επικεφαλής μίας κυβέρνησης που δεν θα έχει άλλη αποστολή από την αλλαγή του εκλογικού νόμου. Αλλά έχει ακόμη τα περιθώρια να αλλάξει γνώμη.
Ορισμός κυβέρνησης τεχνοκρατών
Είναι το πιθανότερο σενάριο, εάν ληφθούν κατά γράμμα υπ΄όψιν οι δηλώσεις του Matteo Renzi. Ο Sergio Mattarella διορίζει πρωθυπουργό πρόσωπο που θα έχει την υποστήριξη της σημερινής πλειοψηφίας ή μίας νέας διευρυμένης πλειοψηφίας.
Πολλά ονόματα κυκλοφορούν στο πλαίσιο του σεναρίου αυτού: του σημερινού υπουργού Οικονομικών Pier Carlo Padoan, του υπουργού Οικονομικής Ανάπτυξης Carlo Calenda, του προέδρου της Γερουσίας Pietro Grasso.
Η κυβέρνηση αυτή μπορεί να έχει ως αποστολή την τροποποίηση του εκλογικού νόμου εν όψει πρόωρων εκλογών ή να ασκήσει εξουσία μέχρι το τέλος της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, το 2018, προς μεγάλη δυσαρέσκεια του λαϊκιστικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων.

14.40 O Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Πάολο Τζεντιλόνι σε μια μακροσκελέστατη συνέντευξη του στην Γερμανική εφημερίδα Ντι Βελτ κατηγορεί την Ε.Ε. για ανέντιμη στάση στην προσφυγική πολιτική: «Οι Βρυξέλλες είναι σκληρές με την Ιταλία αλλά επιεικείς με την Ανατολική Ευρώπη», λέει χαρακτηριστικά στην γερμανική εφημερίδα. 
Η Ιταλία δεν θα αποδεχτεί ποτέ μια Ευρώπη, η οποία αποδεικνύεται άκαμπτη για μερικά δεκαδικά ψηφία στον προϋπολογιμό της αλλά είναι ανεκτική με εκείνους, οι οποίοι δεν είναι διατεθειμένοι να εφαρμόσουν κοινές αποφάσεις». Ο Τζεντιλόνι κατηγορεί την Ε.Ε. επειδή «δεν τιμωρεί τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες αρνούνται να δεχτούν πρόσφυγες και εγκαταλείπουν την Ιταλία, η οποία περιβάλλεται από τη Μεσόγειο, μόνη».
«Τι προτείνουν δηλαδή οι ειδικοί του χτισίματος τειχών; Ισως να αφήσουμε να πνιγούν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι στη θάλασσα; Οι πρόσφυγες σώζονται μεν σήμερα από γερμανικά, ολλανδικά και γαλλικά πλοία αλλά καταλήγουν όλοι στη Σικελία. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί επ΄άπειρον «, τόνισε ο Ιταλός υπουργός.
Λίγες μόνον μέρες πριν το δημοψήφισμα στην Ιταλία ο Τζεντιλόνι έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου ότι η Ε.Ε. βλάπτει την οικονομία της χώρας του και με αυτόν τον τρόπο παίζει το παιχνίδι των λαϊκιστών. Η ανάπτυξη επανήλθε μετά από χρόνια στην Ιταλία, ανέφερε και είναι όπως σε όλη την Ευρώπη σε χαμηλό επίπεδο. Η ευρωπαική «εμμονή στην αυστηρή δημοσιονομική πολιτική» μετατρέπει την ήπειρο «σε σαλιγκάρι, προκαλεί την δυσαρέσκεια και ενισχύει τον λαϊκισμό, πρόσθεσε ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών.
Η αβεβαιότητα αυτή θα ενισχυθεί σε ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών  καθώς το λαϊκιστικό  Κινήματος των 5 Αστέρων, το οποίο  εμφανίζεται εξαιρετικά ενδυναμωμένο στο 28%, μπορεί να είναι ο νικητής αυτών των εκλογών. Ο ηγέτης του κινήματος Μπέπε Γκριλλο  έχει δεσμευθεί ότι θα πραγματοποιήσει  δημοψήφισμα για την παραμονή της Ιταλίας στην ευρωζώνη.
Ο αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς έλεγε σε συνέντευξή του ότι «οι Ιταλοί συνειδητοποιούν ότι η Ιταλία δεν μπορεί να λειτουργήσει εντός του ευρώ». Απαισιόδοξος είναι και ο γερμανός οικονομολόγος Χανς-Βέρνερ Ζιν: «Οι πιθανότητες μακροπρόθεσμης παραμονής της Ιταλίας στο ευρώ μειώνονται χρόνο με το χρόνο». Ενδεικτική και η εκτίμηση της οικονομικής εφημερίδας Financial Times, ότι το δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου αποτελεί «κλειδί για το μέλλον του ευρώ».
Γιατί οι φόβοι των επενδυτών αντιμετωπίζονται ως υπερβολικοί;
Το τελευταίο αυτό ενδεχόμενο είναι μάλλον υπερβολικό . Ακόμη κι αν προκηρυχθούν εκλογές και τις κερδίσει το Κίνημα των 5 Αστέρων, θα δυσκολευθεί να βρει συμμάχους για να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία ενώ υπάρχουν σοβαρά νομικά εμπόδια στην έξοδο από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Το ιταλικό Σύνταγμα απαγορεύει την κατάργηση διεθνών συνθηκών δια της λαϊκής ψήφου, οπότε θα απαιτηθεί συνταγματική τροποποίηση πριν καν προκηρυχθεί ένα δημοψήφισμα (για την έξοδο από το ευρώ). Για αυτό χρειάζονται τα 2/3 των ψήφων και των δύο σωμάτων της ιταλικής βουλής και πιθανόν ένα ακόμη δημοψήφισμα πριν να γίνει εκείνο που θα καθορίσει το αν η χώρα θα παραμείνει στο ευρώ. Αλλά ακόμη κι αν οι Ιταλοί ψηφίσουν υπέρ της αποχώρησης, το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να «μπλοκάρει» το αποτέλεσμα.
Ποιες είναι όμως οι προτάσεις των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων που προτείνει ο νεαρός κεντροαστιστερός πρωθυπουργός της ιταλικής χερσονήσου;
Οι αλλαγές που επιχειρεί να πετύχει ο Ματέο Ρέντσι, κρίνονται ως οι πιο ριζικές από την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και έχουν προκαλέσει έντονη πόλωση και αντιπαράθεση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά και τριβές στο εσωτερικό του Δημοκρατικού Κόμματος από τη λεγόμενη αριστερή πτέρυγα. Μάλιστα, εικάζεται πως σε περίπτωση ήττας στο συνταγματικό δημοψήφισμα ο Ρέντσι αναμένεται να κατηγορήσει την εσωτερική αριστερή μειοψηφία των «Δημοκρατικών» ότι, «τον μαχαίρωσε πισώπλατα», όπως είχαν κάνει δηλαδή οι σύμμαχοι το 1998 με τον τότε πρωθυπουργό Ρομάνο Πρόντι.
Στο ισχύον σύστημα υπάρχουν δύο σώματα στο ιταλικό Κοινοβούλιο: Η Βουλή των Αντιπροσώπων και η Γερουσία. Και τα δύο είναι ισάξια.
Για να περάσει ένα νομοσχέδιο θα πρέπει να εγκριθεί και από τα δύο σώματα -κάτι που σημαίνει ότι, οι διαδικασίες είναι χρονοβόρες. Για παράδειγμα, χρειάστηκαν 1.300 ημέρες για να εγκριθεί από τη Βουλή ο νόμος που δίνει ίσα δικαιώματα στα παιδιά που γεννιούνται εκτός γάμου με εκείνα των παντρεμένων ζευγαριών. Με την προτεινόμενη μεταρρύθμιση η Γερουσία θα έχει μειωμένες εξουσίες. Η έγκρισή της δεν θα ζητείται παρά μόνο για μείζονα θέματα, ενώ ο αριθμός των γερουσιαστών θα μειωθεί από 315 που είναι σήμερα σε 100 και δεν θα εκλέγονται άμεσα. Κάποιοι θα επιλέγονται από τις περιφερειακές συνελεύσεις, ενώ ορισμένοι από τους δημάρχους θα ορίζονται και γερουσιαστές. Έτσι, υποστηρίζει ο πρωθυπουργός Ρέντσι η νομοθετική διαδικασία θα απλοποιηθεί και ταυτοχρόνως θα επιταχυνθεί.
Συγκεκριμένα το δημοψήφισμα  αφορα τις παρακάτω προβλέψεις :
1.Την  κατάργηση της ισοτιμίας των δύο σωμάτων Βουλής και Γερουσίας
Ο Ματέο Ρέντσι και η κυβέρνησή του επιδιώκουν μια δομική αλλαγή στην εκτελεστική εξουσία της χώρας. Όπως σε αρκετές από τις δυτικές δημοκρατίες, έτσι και στην Ιταλία, το σύστημα προβλέπει την ύπαρξη δύο σωμάτων, της Βουλής των Αντιπροσώπων (σε αντιστοιχία με το ελληνικό κοινοβούλιο) και της Γερουσίας. Το ιταλικό σύνταγμα προβλέπει πως τα δύο σώματα έχουν απολύτως ίσες εξουσίες και αρμοδιότητες και αποτελούνται αντίστοιχα από τον ίδιο αριθμό εκπροσώπων.
2. Την αναμόρφωση του Εθνικού Συμβουλίου Οικονομίας και Εργασίας (CNEL)
Το CNEL συστήθηκε στις 5 Ιανουαρίου του 1957 και κατοχυρώθηκε με το άρθρο 99 του Συντάγματος. Το συμβούλιο έχει συμβουλευτικό ρόλο προς το κοινοβούλιο, αποτελείται από ειδικούς και αντιπροσώπους των παραγωγικών τομέων της χώρας και ως εκ τούτου λαμβάνει μέρος στο σχεδιασμό των νομοθετικών πρωτοβουλιών σε οικονομικό και κοινωνικό πεδίο.
3. Την αναθεώρηση του σημείου V του Β’ Συντάγματος
Το πέμπτο σημείο του Β’ Συντάγματος, συγκεκριμένα, αναφέρεται στις αρμοδιότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως αναθεωρήθηκε στην τελευταία του συνταγματική αναθεώρηση το 2001. Σύμφωνα με αυτό, Δήμοι, Μητροπολιτικοί Δήμοι και Περιφέρειες φαίνεται να αποκτούν διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, η οποία ανά περιπτώσεις αγγίζει και τα όρια της νομικής αυτονομίας από την κεντρική εξουσία. Έτσι συχνά, φαίνεται πως υπερισχύει ο νόμος του Δήμου ή της Περιφέρειας, έναντι εκείνων του ιταλικού κράτους.
Η χώρα έχει χωριστεί σε δύο στρατόπεδα
Από τη μία πλευρά υπάρχει το  «στρατόπεδο» του ΝΑΙ, στο οποίο πρωτίστως και κυρίως μετέχει ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι και η παράταξή του, το Δημοκρατικό Κόμμα, αν και όχι στο σύνολό της καθώς υπάρχουν διαφωνούντες. Ο κόσμος των επιχειρήσεων έχει ταχθεί ανοικτά υπέρ του Ναι. Είναι ο μόνος τρόπος, λένε, για να γίνει η Ιταλία σταθερή.
Από την άλλη πλευρά είναι το «στρατόπεδο» του ΟΧΙ, στο οποίο μετέχει κυρίως το λαϊκιστικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων του δημοφιλούς κωμικού Μπέπε Γκρίλο, η Φόρτσα Ιτάλια του Σίλβιο Μπερλουσκόνι και η ξενοφοβική Λέγκα του Βορρά του Ματέο Σαλβίνι. Γκρίλο και Σαλβίνι, ζητούν μεταξύ άλλων, Italexit. Yποστηρίζουν ότι oι μεταρρυθμίσεις που προωθεί ο Ρέντσι θα δίνουν στον εκάστοτε Πρωθυπουργό υπερβολική εξουσία. Ό,τι δηλαδή προσπαθεί να εμποδίσει το υπάρχον σύστημα, το οποίο θεσπίστηκε το 1948 από εκείνους που είχαν ζήσει την άνοδο του φασισμού στην Ιταλία.
Οι προοπτικές
Μια νίκη του «Όχι» θα φέρει πιο κοντά τις επόμενες εκλογές, υποστηρίζουν πολλοί, αφής στιγμής ο Ρέντσι έχει συνδέσει το Ναι στο δημοψήφισμα με την παραμονή του στον θώκο του πρωθυπουργού. Αν όντως παραιτηθεί, διότι μπορεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να μην κάνει δεκτή την παραίτησή του και να του αναθέσει εντολή σχηματισμού νέας κυβέρνησης, θα παραμείνει επικεφαλής της παράταξής του -συνεπώς θα εξακολουθήσει να έχει ισχυρή παρουσία στα ιταλικά πράγματα. Σε μια τέτοια περίπτωση, το στοίχημά του θα είναι να κερδίσει την επόμενη εκλογική αναμέτρηση -είτε εντός του ’17 ή το αργότερο στις αρχές του ’18- στην οποία βασικό του αντίπαλο θα έχει τον Μπέπε Γκρίλο. Παρότι αν επικρατήσει το «Όχι», η χώρα θα ζήσει ακόμη μια πολιτική κρίση, αρκετοί είναι οι αναλυτές εκείνοι που υποστηρίζουν πως αυτή θα είναι βραχύβια.
Αν στην πορεία επικρατήσει η φωνή των αντισυστημικών του Μπέπε Γκρίλο, αναμφίβολα θα υπάρξουν αναταράξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόμα κι έτσι, όμως, δεν σημαίνει ότι η Ιταλία θα βγει από το ευρώ. Ο μόνος που μπορεί να το αποφασίσει αυτό είναι ο ιταλικός λαός, οπότε θα πρέπει να διενεργηθεί νέο δημοψήφισμα με αυτό το ερώτημα.
Newsroom Αθήνα 9.84

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου