Δευτέρα 27 Μαΐου 2019

Τα αίτια της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ: Eφικτή η αντιστροφή του κλίματος; Πώς χάθηκε το στοίχημα των νέων;


Δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα μετά τις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου

Τα αίτια της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ: Eφικτή η αντιστροφή του κλίματος; Πώς χάθηκε το στοίχημα των νέων;

© Φωτογραφία : SOOC / Nikos Libertas
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Λήψη σύντομου url
Γεράσιμος Χιόνης
Ποια ήταν τα αίτια της εκλογικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ και γιατί θεωρείται σχεδόν αδύνατη η αντιστροφή του κλίματος έως τις βουλευτικές εκλογές. Πώς «χάθηκε» η ψήφος των 17άρηδων.
Την Κυριακή οι Έλληνες πολίτες εξέφρασαν, μέσω της κάλπης, τις εκλογικές και πολιτικές τους προτιμήσεις. Η διαφορά των σχεδόν 10 ποσοστιαίων μονάδων, αν μη τι άλλο, παρήγαγε συγκεκριμένο πολιτικό αποτέλεσμα, με τον κ. Τσίπρα να ανακοινώνει την πρόωρη προσφυγή σε εθνικές εκλογές.
Είναι σαφές, ότι το ευρύ προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας έπιασε εξαπίνης το κυβερνητικό επιτελείο, το οποίο υπέστη μία αναπάντεχα μεγάλη και «καθαρή» ήττα, παρότι μέχρι πρότινος υπήρχαν διαρροές περί μικρής και αναστρέψιμης διαφοράς.
Αν και το εκλογικό αποτέλεσμα θεωρείται νωπό και τα όποια πολιτικά συμπεράσματα κρίνονται πρόωρα, είναι πρόδηλο ότι υπάρχουν συγκεκριμένοι παράγοντες, οι οποίοι συνετέλεσαν — άλλοι με μεγαλύτερη και άλλοι με μικρότερη ένταση — στη διαμόρφωση των ποσοστών.
Μέτρα λιτότητας, αλαζονεία, έλλειψη συναίνεσης, συγκρουσιακή εμμονή, φαινόμενα «Πολάκη» και Σκοπιανό, συγκαταλέγονται, σύμφωνα με τους αναλυτές, στις πιθανές αιτίες της βαριάς εκλογικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την επικείμενη πτώση της κυβέρνησης.
Βέβαια, ό,τι έγινε το βράδυ της Κυριακής αποτελεί… παρελθόν, καθώς πλέον, το βλέμμα των πολιτικών κομμάτων — χαμένων και κερδισμένων — στρέφεται αναντίρρητα στις βουλευτικές κάλπες του Ιουνίου, όταν και δοθεί η ύστατη πολιτική αναμέτρηση για το μέλλον της χώρας.
Με τη διαφορά να καταγράφεται στις σχεδόν 10 ποσοστιαίες μονάδες, είναι εφικτή μία ανατροπή του αποτελέσματος; Θα μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να «μαζέψει» τη διαφορά και να διεκδικήσει με αξιώσεις μία τρίτη κυβερνητική θητεία; Ή οι κάλπες της Κυριακής θέτουν ήδη στις κυβερνητικές «ράγες» το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας;
Τα αίτια της εκλογικής ήττας
Το κυβερνών κόμμα, με βάση σχεδόν το 100% της ενσωμάτωσης των εκλογικών τμημάτων, περιορίζεται κάτω του 24%, απέχοντας 9,5 ποσοστιαίες μονάδες από την πρώτη Νέα Δημοκρατία. Η ήττα, όπως είναι σαφές, έχει συγκεκριμένα αίτια, τα οποία δεν αποκλείεται να επηρεάσουν και τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Ποια είναι αυτά;
«Ο ΣΥΡΙΖΑ εξελέγη μ' ένα συγκεκριμένο αφήγημα, με ένα συγκεκριμένο σετ απόψεων και προτάσεων, το οποίο στη διάρκεια της 4ετίας το αθέτησε. Υποσχέθηκε συγκεκριμένα πράγματα, τα οποία στη διαδρομή τα πήρε πίσω» εξηγεί, μεταξύ άλλων, οεπικοινωνιολόγος και υπεύθυνος δημόσιων σχέσεων, Γιώργος Φλέσσας.
Και ποιο ήταν αυτό το αφήγημα; Σύμφωνα με τον ίδιο, φαίνεται πως οι ελπίδες των πολιτών για ελάφρυνση φόρων αποδείχθηκαν φρούδες, ενώ η προοπτική έλευσης ενός πιο ευοίωνου μέλλοντος ακυρώθηκε επί του πρακτέος. Κάτι το οποίο, όπως αποδείχθηκε, αποτυπώθηκε και στις κάλπες της Κυριακής.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ έλαβε μία σειρά από πολύ αυστηρά μνημονιακά μέτρα, επιβαρύνοντας πολύ συγκεκριμένες ομάδες πολιτών, οι οποίες και τον καταψήφισαν» σπεύδει να προσθέσει ο κ. Φλέσσας.
Από την πλευρά του, ο σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας, Όμηρος Τσάπαλος, υπερθεματίζει τα εξής: «Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε σε τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης να στρέψει απέναντι του μεγάλα εκλογικά κοινά, θέτοντας διλήμματα υψηλού ρίσκου που εκ του αποτελέσματος αποξένωσαν σημαντική μερίδα των πολίτων».
«Αναφέρομαι κυρίως στους ελεύθερους επαγγελματίες, μεγάλο τμήμα του αγροτικού κόσμου, σημαντικό τμήμα των συνταξιούχων που δεν λογίζονται ως χαμηλοσυνταξιούχοι, ιδιωτικούς υπαλλήλους κλπ. Με άλλα λόγια, εστίασε σε συγκεκριμένα εκλογικά κοινά που αριθμητικά δεν ήταν αρκετά για να του δώσουν την πολυπόθητη νίκη» προσθέτει, μιλώντας στο Sputnik.
Δεν παραλείπει, μάλιστα, να παραπέμψει στη «δικαιολογημένη κυβερνητική φθορά (σ.σ. βρίσκεται στην εξουσία από τον Ιανουάριο του 2015) καθώς και στην αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να αντιμετωπίσει με αποτελεσματικότητα ζητήματα ανομίας, ασφαλείας και καθημερινότητας των πολιτών», τα οποία θεωρούνται προνομιούχα πεδία της Νέας Δημοκρατίας.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο επικοινωνιολόγος-συγγραφέας, Μάνος Σιφονιός, ο οποίος αναδεικνύει την αναντιστοιχία μεταξύ υποσχέσεων και πραγματικότητας ως βασική αιτία της εκλογικής υπαναχώρησης του ΣΥΡΙΖΑ.
«Η αναντιστοιχία υποσχέσεων του 2015 με την πραγματικότητα των επόμενων ετών, οδήγησε σε "μετακίνηση" του θυμού, που με τη σειρά της οδήγησε σε μετακίνηση ψήφων από ένα — κυρίως μεσαίου χώρου — μέρος των ψηφοφόρων» τονίζει, μιλώντας στο Sputnik.
Την ίδια ώρα, εκτός των παραπάνω, ο κ. Φλέσσας θέτει στο επίκεντρο της παρούσας ανάλυσης και την απροθυμία του κυβερνώντος κόμματος να συγκροτήσει συμμαχίες και να εξασφαλίσει ευρύτερες συναινέσεις.
«Λόγω της πολιτικής επικυριαρχίας που είχε όλο αυτό το διάστημα, ή τουλάχιστον μέχρι πριν από λίγους μήνες, δεν δημιούργησε συμμαχίες. Δεν προσπάθησε να συνεργαστεί, παρά μόνο τώρα στο τέλος, μ' αυτές τις δήθεν συνεργασίες και τα δήθεν ανοίγματα» υπογραμμίζει, χαρακτηριστικά.
Και συμπληρώνει: «Ως εκ τούτου, (σ.σ. ο ΣΥΡΙΖΑ) απομονώθηκε πολιτικά. Δεν προσπάθησε να παρασύρει τη ΝΔ ούτε και σε πράγματα ή νομοσχέδια που η αντιπολίτευση "πίστευε". Σ' όλα ο ΣΥΡΙΖΑ δημιουργούσε ένα συγκρουσιακό κλίμα και όταν επιχείρησε να κάνει ανοίγματα, ήταν ήδη αργά».
Ευθεία αναφορά πραγματοποιεί και στα φαινόμενα «Πολάκη», με τον κ. Φλέσσα να στιγματίζει το γεγονός ότι η Κουμουνδούρου «δεν κατανόησε πόσο ενοχλητικά μπορούν να γίνουν στην κοινή γνώμη ορισμένα πρόσωπα». «Και δεν είναι μόνο ο κ. Πολάκης, ήταν και άλλα πρόσωπα που ενοχλούσαν», τα οποία με τις πράξεις και τα λόγια τους δημιούργησαν πλήγματα στο επικοινωνιακό προφίλ της κυβέρνησης.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο ειδικός αναλυτής παραπέμπει και στην «αλαζονεία, με την οποία το κυβερνών κόμμα κινήθηκε απέναντι στους πολιτικούς του αντιπάλους», αλλά και στην «αδυναμία αντίληψης ενός μετώπου αντι-ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο αν και υπολογίζαμε γύρω στο 70%, βγήκε λίγο παραπάνω».
Πρόκειται, όπως εξηγεί, για ένα τμήμα της κοινωνίας, το οποίο στάθηκε αντιπαραθετικά απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, με μοναδικό στόχο να «φύγει από την εξουσία». Και αυτό το τμήμα, εκλογικά, αξιοποιήθηκε και απορροφήθηκε από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Όσον αφορά την αδυναμία αλλαγής κλίματος, παρά τα πρόσφατα μέτρα ελάφρυνσης, ο κ. Φλέσσας παρότι παραδέχεται ότι οι παροχές αποτελούν πάντα ένα όπλο της εκάστοτε κυβέρνησης, εντούτοις δεν "λειτουργούν" όλες τις φορές.
«Το ίδιο έγινε και το ‘81, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου σάρωνε τα πάντα και η κυβέρνηση του Γεωργίου Ράλλη βγήκε και έκανε παροχές. Ωστόσο, τίποτα δεν έγινε» υπενθυμίζει.
Επομένως, κατά τον ίδιο, το πακέτο παροχών της κυβέρνησης Τσίπρα «ενδεχομένως να συγκράτησε κάποιους ψηφοφόρους, αλλά δεν κατάφερε να συγκροτήσει ένα ποσοστό, το οποίο θα ανέτρεπε τα πράγματα».
Όπως είναι φυσικό, μείζον ρόλο στις εξελίξεις διαδραμάτισε και η Συμφωνία των Πρεσπών, κάτι το οποίο αντικατοπτρίστηκε ιδίως στις εκλογικές περιφέρειες της Βόρειας Ελλάδας.
«Έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο, αρνητικό για τον ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση χειρίστηκε λάθος επικοινωνιακά το όλον ζήτημα. Ο τρόπος χειρισμού ήταν ο χειρότερος δυνατός. Θα μπορούσε να τους βάλει όλους (σ.σ. όλα τα πολιτικά κόμματα) στο παιχνίδι, να αναζητήσει συναινέσεις και ας μην τις πάρει» επισημαίνει ο επικοινωνιολόγος.
Σ' αυτό ομονοεί και ο κ. Τσάπαλος, ο οποίος αναγνωρίζει ότι «το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων λειτούργησε καταλυτικά σ' όλους τους νομούς της Μακεδονίας, με τη Νέα Δημοκρατία να οικειοποιείται μεγάλο μέρος της λαϊκής δυσαρέσκειας».
Άλλωστε, κατά τον ίδιο, «η διχαστική λογική που λέει πως "όσοι στηρίζουν τη συμφωνία είναι προοδευτικοί και δημοκράτες, ενώ όσοι την απορρίπτουν είναι εθνικιστές και φασιστες" εξόργισε μέχρι και μετριοπαθείς ψηφοφόρους, όπως αποτυπώθηκε άλλωστε και στην κάλπη».
Όσον αφορά τις επικοινωνιακές εντυπώσεις, τέλος, ο κ. Σιφονιός αναδεικνύει ακόμη έναν παράγοντα, ο οποίος συνίσταται στη διαφορά μεταξύ των προσδοκιών και της πραγματικότητας.
«Το αποτέλεσμα», εξηγεί χαρακτηριστικά, «μεγεθύνεται από το "κατέβασμα του πήχη" τις τελευταίες εβδομάδες, εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας, και την ψύχραιμη — μέχρι στιγμής — αντιμετώπιση από τα στελέχη της, σε αντίθεση με τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που στις μέχρι τώρα αντιδράσεις εκδηλώνουν αμηχανία ή και άρνηση αποδοχής».
Είναι εφικτή η ανατροπή;
Πλέον, βρισκόμαστε στην επόμενη ημέρα, καθώς η προεκλογική εκστρατεία για τις βουλευτικές εκλογές έχει ατύπως ξεκινήσει. Η Νέα Δημοκρατία ξεκινάει αυτή τη διαδρομή, διαθέτοντας ένα ισχυρό πλεονέκτημα, το οποίο ακούει στο όνομα «9,5 μονάδες διαφορά». Ένα πλεονέκτημα, το οποίο για τον ΣΥΡΙΖΑ μετατρέπεται σε… μειονέκτημα.
Μέχρι τις εθνικές εκλογές, απομένει κάτι περισσότερο από ένας μήνας (σ.σ. δεδομένου ότι οι βουλευτικές κάλπες θα στηθούν στις 30 Ιουνίου). Είναι επομένως, εφικτή μία ανατροπή της προσφάτως καταγραφείσας απόστασης μεταξύ των δύο κομμάτων;
Ο κ. Φλέσσας είναι ξεκάθαρος: «Όχι, δεν είναι εφικτή η ανατροπή. Πιθανώς, με αρκετά ερωτηματικά το λέω αυτό, να υπάρξει μία μικρή άνοδος του ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά δεν γυρίζει σ' έναν μήνα».
Εξίσου ξεκάθαρος είναι και ο κ. Τσάπαλος: «Με βάση την εκλογική προϊστορία, μια τόσο μεγάλη διαφορά δεν μπορεί να καλυφθεί, ούτε να μειωθεί σε μεγάλο βαθμό. Το πιθανότερο είναι να αυξηθεί ακόμη περισσότερο, καθώς πλέον το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας καταγράφει ποσοστά συσπείρωσης που αποτελούν ρεκόρ δεκαετίας και ο ΣΥΡΙΖΑ τάσεις αποσυσπείρωσης και ενδεχομένως, εσωστρέφειας».
«Το διακύβευμα δε, των εθνικών εκλογών δεν μπορεί να είναι διαφορετικό από αυτό που τέθηκε από τον ίδιο τον κ. Τσίπρα (σ.σ. ψήφος εμπιστοσύνης στο πολιτικό πρόγραμμα της επόμενης ημέρας) και ως εκ τούτου το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να μοιράσει ξαναζεσταμένο φαγητό» εξηγεί, επικουρικά.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο κ. Σιφονιός, ο οποίος εκτιμάει ότι «η διαφορά είναι μεγάλη για να υπάρξει προσδοκία ανατροπής, ενώ ακόμα και η μείωση μοιάζει με δύσκολο έργο, καθώς υπάρχει απώλεια πολιτικού κεφαλαίου».
Το μοναδικό σενάριο, το οποίο ενδεχομένως να επηρεάσει κάπως το τελικό βουλευτικό αποτέλεσμα έγκειται στην πιθανότητα «ο μεσαίος χώρος να "τρομάξει" από μία πιθανή σαρωτική επικράτηση της ΝΔ». «Αλλά και πάλι, μάλλον θα κατευθυνθεί προς άλλα κόμματα, όπως το ΚΙΝΑΛ και το Ποτάμι» συμπληρώνει.
Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ «έχασε» τους 17άρηδες
Ένα από τα πλέον ενδεικτικά στοιχεία της «άνετης» επικράτησης της Νέας Δημοκρατίας, είναι η κομματική διαστρωμάτωση της ψήφου των νέων, ηλικίας 17 έως 24 ετών. Με βάση τα επιμέρους στοιχεία του exit poll, η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα έδωσε 30,5% στη Νέα Δημοκρατία, 25,6% στον ΣΥΡΙΖΑ και 13,3% στη Χρυσή Αυγή.
Όπως διαφαίνεται, επομένως, παρά τη «μάχη» της κυβέρνησης για την παροχή του δικαιώματος ψήφου στους 17άρηδες, αλλά και παρά το γεγονός ότι οι νέοι, θεωρητικά, αποτελούν ένα προνομιούχο πεδίο των πιο προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερα να κεφαλαιοποιήσει το δήθεν πλεονέκτημα.
«Οι νέοι δεν είναι εξωτικά όντα που ζουν σε άλλον πλανήτη. Όταν υπάρχει μία διάχυτη ατμόσφαιρα αντι-ΣΥΡΙΖΑ. Θα επηρεαστεί και ο νέος, καθώς εκτίθεται στα sites και στα κοινωνικά δίκτυα, που γίνεται μεγάλο πανηγύρι» υπογραμμίζει ο κ. Φλέσσας.
«Αν εγώ είμαι προδομένος ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ και με ακούει η 17χρονη κόρη μου να τους βρίζω όλη ημέρα, αυτή τι θα κάνει; Αν είμαι ένας ελεύθερος επαγγελματίας που με είχε τσακίσει η φορολογία, και έρχεται η 17χρονη κόρη μου και μου λέει "μπαμπά, δώσε μου χρήματα για να βγω", εγώ θα της απαντήσω «δεν έχω, τα έχω δώσει σε φόρους"» αναφέρει, χαρακτηριστικά.
Από την πλευρά του, ο κ. Τσάπαλος «στέκεται» στο ιδιαιτέρως χαμηλό ποσοστό συμμετοχής των νέων στις εκλογές, κάτι το οποίο συνιστά «ήττα» του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων του τόπου.
«Η ψήφος σε νεαρές ηλικίες είναι σε μεγάλο βαθμό αντισυμβατική, στοιχείο που πριν πέντε χρόνια διέθετε ο ΣΥΡΙΖΑ στο DNA του, ενώ τώρα το έχει απολέσει μετά από 4,5 χρόνια διακυβέρνησης. Επομένως, η στροφή του (σ.σ. του ΣΥΡΙΖΑ) προς μια συμβατική και λιγότερο ριζοσπαστική διακυβέρνηση είναι κάτι που τον αποξένωσε από ένα ούτως ή άλλως "δύσκολο" εκλογικό ακροατήριο» συνεχίζει, ολοκληρώνοντας το σκεπτικό του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου