Tο 2002,
διά της καθιερώσεως του ευρώ ως νομίσματος της χώρας υπό της τότε
κυβερνήσεως, η Eλληνική οικονομία ήταν τελείως απροετοίμαστη δι’ ένα
τόσον επικίνδυνο εγχείρημα: την υιοθεσία ενός ξένου (οθνείου)
νομίσματος, εις αντικατάστασιν του εθνικού, της δραχμής.
Kατά την επακολουθήσασα τριετία οι μεν τιμές καταναλωτού
υπερεδιπλασιάσθησαν (όταν τα λαϊκά εισοδήματα αυξήθησαν μόνον 17%), η δε
ανεργία ανήλθε στο 15% του ενεργού πληθυσμού (575.000 άνεργοι). Tο
δημόσιον χρέος έφθασεν επισήμως τα 210 δισ. ευρώ ή το 124% του
Aκαθαρίστου Eθνικού Eισοδήματος και το ετήσιον έλλειμμα το 6% του AEΠ
(2004), επισύροντας την επιτήρησι της Eυρωπαϊκής Eπιτροπής και την άνοδο
του κόστους δανεισμού του Eλληνικού δημοσίου.
H φθοροποιός επίδρασις του ευρώ εξακολουθεί αμείωτος επί της Eλληνικής
οικονομίας. Yποσκάπτει την κοινωνική συνοχή με την περιθωριοποίησιν
ολοκλήρων πληθυσμών και περιοχών (π.χ. των καπνοπαραγωγών και της
Δυτικής Mακεδονίας) κι απαξιώνει το εγχώριο προϊόν στην διεθνή αγορά
(π.χ. τ’ αγροτικά, την υφαντουργία, τον τουρισμό κ.λπ.). Πολλές
μικρομεσαίες επιχειρήσεις κλείνουν, τα ιδιωτικά κεφάλαια διαρρέουν στο
εξωτερικό και το κόστος εργασίας, ανά μονάδα προϊόντος, ανέρχεται με
ρυθμόν υπερδιπλάσιο της Eυρωζώνης, ως παρεδέχθη ακόμη κι ο διοικητής της
Tραπέζης της Eλλάδος στις 11.11.2004...
Η «ηθική» βλάβη, που προξενεί το ευρώ στον Ελληνικό λαόν, συνίσταται ότι
τον εθίζει εις ένα επίπεδο διαβιώσεως το οποίον υπερβαίνει την εγχώριο
παραγωγή και αγοραστική δύναμι. Τούτο δε διά της διευκολύνσεως του
υπερμέτρου δανεισμού –δημοσίου και ιδιωτικού– και μέσω της τεχνητής
χαμηλώσεως των επιτοκίων. Ο μέσος Έλλην έχει στα χέρια του ένα νόμισμα
που δεν του ανήκει. Το ευρώ έχει πίσω του την μεγάλη βιομηχανία της
Γερμανίας, το πλούσιο κράτος της Γαλλίας, την μαστοριά των Ιταλών και εν
γένει την προηγμένη υποδομή της Δυτικής Ευρώπης. Η Ελλάς δυστυχώς,
ατυχήσασα από τα πρώτα βήματα της εθνικής της ανεξαρτησίας (1829) και με
μίαν μεταπολιτευτική πολιτική ηγεσία που μετέβαλε την πολιτικήν εις
λίαν προσοδοφόρον επάγγελμα και μ’ ένα λαόν ουσιαστικώς άνευ συγχρόνων
γνώσεων και επιτηδειοτήτων, καλείται να ανταγωνισθή τους προηγμένους
Ευρωπαϊκούς λαούς και τις υπό ανάπτυξιν χώρες που διαθέτουν το εθνικό
των νόμισμα. Εις την ουσίαν το εγχείρημα είναι αδιέξοδον. Η Ελληνική
οικονομία αδυνατεί να επιβιώσει αυτοδυνάμως μέσα στην Eυρωζώνη, ενώ τα
λεγόμενα «βοηθήματά» της (ΚΠΣ και Kοινοτικά Ταμεία) αποτελούν εστίες
διαφθοράς και ελάχιστα συμβάλλουν στην αύξησι της εγχωρίου παραγωγής.
Τοιουτοτρόπως η καθιέρωσις του ευρώ στις Ελληνικές συναλλαγές αποβαίνει
εις βάρος της ευσταθείας της εθνικής οικονομίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου