Τα διεθνή ΜΜΕ, αμερικανικά, γαλλικά, γερμανικά και βρετανικά, έχουν εδώ και καιρό στραφεί κατά του Ερντογάν.
Οβρετανικός Economist στο πρωτοσέλιδο του προειδοποιεί για την «ανατέλλουσα» δικτατορία στην Τουρκία, τη δικτατορία του Ερντογάν.
Καλούσε δε τη Δύση «να μιλήσει». Σημειώνοντας: «η Τουρκία είναι ένας ουσιαστικός – αν και ενοχλητικός, σύμμαχος – που βρίσκεται σε ένα από τα πιο στρατηγικά ευαίσθητα μέρη στον κόσμο. Θα ήταν καταστροφή αν ο κ. Ερντογάν προσχωρούσε στη λέσχη των δικτατόρων».
Stern
Το γερμανικό Stern αποκαλεί τον Ερντογάν «εμπρηστή» σημειώνοντας ότι, «για να καταφέρει να μείνει στην εξουσία, προκαλεί συγκρούσεις εντός της Τουρκίας, στη Συρία, ενδεχομένως και στη Γερμανία. Ενώ συζητάει με τη Δύση και τον Πούτιν και υποτιμά το ΝΑΤΟ».
Le Point
Το γαλλικό περιοδικό Le Point αναρωτιέται: «Γιατί πρέπει ακόμη να δυσπιστούμε έναντι του Erdogan». Και σημειώνει ότι «στη λίστα των αυταρχικών ηγετών αποτελεί μοναδικό παράδειγμα. Μόνο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα μπορούσε να πετύχει τέτοια διπλοπροσωπία.»
» Με συγκρατημένη φωνή, αυτοανακηρύσσεται ειρηνικός διαμεσολαβητής μεταξύ της Ρωσίας (την οποία προστατεύει αρνούμενος να της επιβάλει κυρώσεις) και της Ουκρανίας (την οποία ενθαρρύνει παραδίδοντάς της όπλα), ενώ με βραχνή φωνή απειλεί με πόλεμο αρκετούς γείτονές του.»
» Είτε πρόκειται για την Ελλάδα, τις κουρδικές δυνάμεις στη βόρεια Συρία είτε εκείνες στο Νταχούκ (Ιράκ), τις (ελληνικές) κυπριακές αρχές ή την Αρμενία, όλα τα ιστορικά θύματα του τουρκικού ιμπεριαλισμού μοιράζονται την τιμή να δέχονται τα νταηλίκια του προέδρου της Άγκυρας».
Και σημειώνει πως ο τούρκος πρόεδρος, μεταξύ άλλων, «επέλεξε τους συμμάχους του ανάλογα με τις χώρες που μπορούν να του φέρουν φήμη, επιρροή, πιθανή επιτυχία ή αγορές, και όρισε τους εχθρούς του για να ευχαριστήσει τους ισλαμο-εθνικιστές υποστηρικτές του, που ζητούν κι άλλα».
Το γαλλικό περιοδικό αναφέρεται στις απειλές του Ερντογάν απέναντι στην Ελλάδα που παίρνουν όπως υπογραμμίζει «σοβαρή τροπή».
Παρατηρεί ότι ο Ερντογάν θυμίζει στην Ελλάδα «την αποτρόπαια μοίρα της Σμύρνης (της οποίας οι χριστιανικές συνοικίες καταστράφηκαν από εμπρηστική επίθεση που ξεκίνησαν οι Τούρκοι τον Σεπτέμβριο του 1922), άλλες φορές είναι ο υπουργός Εξωτερικών, Mevlut Cavusoglu, που επαναλαμβάνει μια απαίσια φράση που χρησιμοποίησε ο Erdogan: «Και ξαφνικά, η Τουρκία θα φτάσει στη μέση της νύχτας…»».
Κάνει λόγο για «ασύλληπτη γλώσσα μεταξύ συμμάχων του ΝΑΤΟ». Και επισημαίνει ότι «ακούγονται φωνές εντός της Ατλαντικής Συμμαχίας για να προειδοποιήσουν τους Τούρκους: τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να έχουν σύντομα να επιλέξουν μεταξύ της διατήρησης της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ και της ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας. Η διαφορά στον διεθνή αντίκτυπο μεταξύ της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης και της φυλετικής μάχης του Τούρκου ηγέτη κατά των Κούρδων γέρνει σαφώς τη ζυγαριά δυσμενώς έναντι της Άγκυρας».
Καταλήγει δε υπογραμμίζοντας ότι με την επίσπευση της ημερομηνίας των προεδρικών εκλογών ο Ερντογάν έδειξε ότι συνεχίζει τους ελιγμούς και «ξέρει ότι φέτος, τα παίζει όλα για όλα».
WSJ και Μπόλτον
«Με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο τιμόνι, η Τουρκία είναι και πάλι «ο άρρωστος της Ευρώπης», αν και για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που ενέπνευσαν το αρχικό επίθετο του 19ου αιώνα» αναφέρει χαρακτηριστικά σε άρθρο του στην Wall Street Journal ο Τζον Μπόλτον πρώην Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ την περίοδο διακυβέρνησης από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος χαρακτηρίζει τις «επιδόσεις του κ. Ερντογάν σταθερά διχαστικές και επικίνδυνες».
Επισημαίνοντας ότι «η Τουρκία είναι μέλος του Οργανισμού Βορειοατλαντικού Συμφώνου, αλλά δεν συμπεριφέρεται ως σύμμαχος» καταλήγει υπογραμμίζοντας: «Η σοβαρή εξέταση της αποπομπής της Τουρκίας ή της αναστολής της συμμετοχής της είναι προφανώς μια σοβαρή υπόθεση. Αλλά τα πράγματα θα γίνουν μόνο χειρότερα αν η συμμαχία δεν αντιμετωπίσει τη δηλητηριώδη συμπεριφορά του κ. Ερντογάν».
Η WSJ ήταν αυτή που πριν την επίσκεψη Τσαβούσογλου στην Ουάσιγκτον έστειλε το μήνυμα στην Άγκυρα να υποχωρήσει για το θέμα της Σουηδίας και της Φινλανδίας και την ένταξη τους στο ΝΑΤΟ αλλιώς δεν θα πάρει F-16.
Washington Post
Η αμερικανική Washington Post από το 2022 είχε χαρακτηρίσει εγωπαθή σουλτάνο τον Ερντογάν, ο οποίος έχει «χάσει το μέτρο» στην περίπτωση του Αιγαίου, όπως ανέφερε.
Σημείωνε δε ότι «οι χειρότερες εντάσεις στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ είναι εκείνες ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, που στην πραγματικότητα θεωρούν εχθρό η μία την άλλη» και αναρωτιόταν «Με τέτοιους συμμάχους, τι τους θες τους εχθρούς;».
Από γραφικοί δικαιολογημένα θορυβημένοι
Τα διεθνή ΜΜΕ, αμερικανικά, γαλλικά, γερμανικά και βρετανικά, έχουν εδώ και καιρό στραφεί κατά του Ερντογάν. Δεν σημειώνουν μόνο τη συμπεριφορά του απέναντι στην Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία, που εσχάτως και στη σκιά της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία έγιναν από «γραφικοί παραπονούμενοι» χώρες με «ρεαλιστικές ανησυχίες».
Αφού το ζήτημα της εδαφικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων έχει γίνει το υπ’ αριθμόν ένα ζήτημα για τη διεθνή κοινότητα μετά την Ουκρανία.
Υπογραμμίζουν και τα ζητήματα των ελευθεριών και των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Τονίζουν την επιθετικότητα όχι μόνο απέναντι σε Ελλάδα και Κύπρο αλλά και σε άλλες χώρες της ευρύτερης «γειτονιάς».
Και επισημαίνουν ότι ναι η Τουρκία έχει γίνει ένας «δύσκολος σύμμαχος». Αλλά η γεωστρατηγική της θέση παραμένει ίδια και η γεωπολιτική της αξία μάλλον αυξάνεται.
Η θέση, το μέγεθος και η σημασία της Τουρκίας παραμένει
Τα μηνύματα μπορεί να στέλνονται στον Ερντογάν, αλλά ο τούρκος πρόεδρος γνωρίζει το μέγεθος και τη θέση της χώρας του, άρα και τη δύναμη του.
Εφόσον επανεκλεγεί όλα θα μπουν ξανά στο τραπέζι για μία νέα διαπραγμάτευση. Με δεδομένο ότι η Δύση δεν θέλει να χάσει την Τουρκία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου