Επιπτώσεις από τις τραγικές ελλείψεις του συστήματος υγείας και της αδυναμίας πρόσβασης των ασθενών στην απαραίτητη περίθαλψη

Στο 12,3% έφτασε η υπερβάλλουσα θνησιμότητα στην Ελλάδα τον περασμένο Φεβρουάριο σε σύγκριση με τον Φεβρουάριο του 2020, τη στιγμή που στα δύο τρίτα της Ευρώπης δεν υπήρχαν επιπλέον θάνατοι για πρώτη φορά μετά την έναρξη της πανδημίας, με αποτέλεσμα ο ευρωπαϊκός μέσος όρος της υπερβάλλουσας θνησιμότητας να είναι αρνητικός, πέφτοντας στο -2,3%.

Υπερβάλλουσα θνησιμότητα καταγράφηκε στην Ελλάδα και την Κύπρο, την Πορτογαλία (6%), Ολλανδία και Ισπανία (από 4% στην κάθε μία), στη Μάλτα (2%) και στην Ιταλία, Ιρλανδία και Αυστρία (1% η κάθε μία). Ελλάδα και Κύπρος έρχονται πρώτες σε υπερβάλλουσα θνησιμότητα σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat.


«Το δυσθεώρητο αυτό ποσοστό για τη χώρα μας, δείχνει την πλήρη ανεπάρκεια του συστήματος υγείας», επισημαίνει ο γενικός της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος (ΟΕΝΓΕ) Πάνος Παπανικολάου, και τονίζει ότι «με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, κατά την τριετία 2020-2022 καταγράφηκαν 45.607 παραπάνω θάνατοι στη χώρα μας, σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη τριετία. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ, οι θάνατοι από κορονοϊό την ίδια περίοδο ήταν 35.057 άτομα, αφήνοντας άλλους 10.550 επιπρόσθετους θανάτους να αποδίδονται σε άλλες παθήσεις, πλην κορονοϊού.

Τα στοιχεία αυτά δεν δείχνουν τίποτα άλλο από την κατάρρευση στη λειτουργία του συστήματος περίθαλψης. Κι αυτό γιατί στη μεγαλύτερη διασπορά του κορονοϊού, οι νοσηλευόμενοι σε απλές κλίνες ουδέποτε ξεπέρασαν τους 5.000 και οι διασωληνωμένοι ουδέποτε ξεπέρασαν τους 900.

Η επιπλέον θνησιμότητα από κορονοϊό δεν οφειλόταν σε θέματα εμβολιασμού, επιδημιολογικής επιτήρησης και άλλες σοβαρές παραμέτρους, αλλά στην αδυναμία του συστήματος να καλύψει τους ασθενείς λόγω υποστελέχωσης. Τόσο σε γιατρούς όσο και σε νοσηλευτές».

Κορονοϊός

Όπως εξήγησε στη συνέχεια, σε συνήθεις συνθήκες, στα νοσοκομεία οι ασθενείς συνοδεύονται από τους συγγενείς τους. Κατά την νοσηλεία όμως ασθενών με κορονοϊό, δεν επιτρεπόταν η είσοδος σε συνοδούς και μόνο το νοσηλευτικό προσωπικό μπορούσε να ελέγξει τους νοσηλευόμενους. Όμως όταν υπάρχουν ελάχιστοι νοσηλευτές, οι δυνατότητες παρέμβασης είναι ελάχιστες.

Αντίστοιχα, το σύστημα δεν επαρκούσε για την κάλυψη όλων όσοι χρειάζονταν διασωλήνωση και εντατική μονάδα. Έτσι, όσοι διασωληνώνονταν σε θαλάμους αντιμετώπιζαν τα ίδια προβλήματα, συν το δύσκολο στάδιο της νόσου που αντιμετώπιζαν. 

Λοιπές παθήσεις

Την ίδια περίοδο,  ο κ. Παπανικολάου τόνισε πως με τη μονομερή ενασχόληση των νοσοκομείων με τον κορονοϊό, τα χειρουργεία περιορίστηκαν κατά 80%, μέτρο το οποίο δεν τηρήθηκε – ευτυχώς – απόλυτα, καθώς η υπερβάλλουσα θνησιμότητα θα ήταν ακόμη περισσότερο αυξημένη με την εγκατάλειψη στην παρακολούθηση χρονίων νοσημάτων.

Όσο για την κάλυψη των περιστατικών που αναζητούσαν βοήθεια στο νοσοκομείο, η εφημέρευση άσχετων με τις λοιμώξεις ειδικοτήτων γιατρών, ήταν επικίνδυνη και για το λόγο αυτό έγιναν και σχετικές αναφορές στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

Στην υπερβάλλουσα θνησιμότητα της πανδημίας πρέπει να προστεθούν και οι ελλείψεις στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.

Μείωση προσδόκιμου ζωής

Καταλήγοντας ο κ. Παπανικολάου, επεσήμανε ότι «όλα τα παραπάνω – σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία μελετών που βρίσκονται υπό εξέλιξη – δείχνουν μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης στη χώρα μας, κατά ενάμισι με δύο έτη.

Ένα τέτοιο γεγονός, μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο από μια τεράστια επιδημιολογική καταστροφή, πόλεμο, λιμό – συνέβη τελευταία φορά όταν κατέρρευσε η π. Σοβιετική Ένωση.

Στη χώρα μας όμως, η εικόνα αυτή οφείλεται στην παρατεταμένη απαξίωση του συστήματος, του οποίου η στελέχωση είναι μειωμένη σε σύγκριση με την εποχή πριν τα μνημόνια, το 2009, σε μια εποχή που οι ανάγκες του πληθυσμού έχουν πολλαπλασιαστεί».