Κυριακή 9 Απριλίου 2023

Τρώμε ό,τι μας επιτρέπει το πορτοφόλι μας

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/ EUROKINISSI
 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ 



Ενώ τα κύματα ακρίβειας και οι πληθωριστικές πιέσεις εξαϋλώνουν μισθούς και συντάξεις, η δημόσια συζήτηση εξαντλείται στο «καλάθι» της κοροϊδίας και στα φτώχεια-pass. Ωστόσο, οι απογειωμένες τιμές δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο, όπως άλλωστε και οι κρίσεις που παράγει το καπιταλιστικό μοντέλο παραγωγής με την… επιβαρυντική περίσταση των ελληνικών στρεβλώσεων. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο –και με τη νέα Κοινή Γεωργική Πολιτική να ξεκινά φέτος με ορίζοντα το 2027–, είναι περισσότερο παρά ποτέ αναγκαίο να ανοίξουμε τη συζήτηση για το παραγωγικό μοντέλο της χώρας και να διεκδικήσουμε διατροφική δικαιοσύνη και διατροφική κυριαρχία.

«Oλη η εργασία αρχικά κατευθύνεται προς την ιδιοποίηση και την παραγωγή τροφής»
Καρλ Μαρξ, Το Κεφάλαιο

«Τρώτε μακαρόνια, τρώτε μακαρόνια, είναι μια απόλαυση υγιεινή! Τρώνε οι παππούδες, τρώνε και τα εγγόνια, είναι μια απόλαυση σωστή!» Το μακρινό 1979, ο Θανάσης Βέγγος γυρίζει μια από τις πιο πολιτικές ταινίες του. «Ο παλαβός κόσμος του Θανάση» ξεδιπλώνεται μέσα από 7 σπονδυλωτές ιστορίες που σατιρίζουν τη νεοελληνική πραγματικότητα.

Σε μια από αυτές, παριστάνει έναν άνεργο ηθοποιό, που αναγκάζεται να παίξει το ρολάκι του καλοφαγά σε διαφήμιση για ζυμαρικά. Καθώς πεινάει, πέφτει με τα μούτρα στα μακαρόνια, πριν ακόμα το γύρισμα αρχίσει, κάνοντας έξαλλο τον σκηνοθέτη. «Δεν τρώω ποτέ πριν την εργασία μου», απολογείται ο Θανάσης, «δεν έχω τα μέσα δηλαδή να φάω».

Θυμηθήκαμε όλοι το απόσπασμα από την ταινία τα πιο σκοτεινά χρόνια της οικονομικής κρίσης, όταν η χώρα μας μπήκε στη μέγγενη των πολιτικών λιτότητας που έριξαν εκατομμύρια ανθρώπους στην ανεργία και τη στεγαστική και επισιτιστική επισφάλεια.

Οι δείκτες της οικονομίας, που έμοιαζαν με εκείνους μεταπολεμικών περιόδων, δεν απεικόνιζαν αυτό που ζούσαμε στη μητρόπολη και τα αστικά κέντρα, με συμπολίτες μας να ψάχνουν ακόμα και στα σκουπίδια για φαγητό και παιδιά να λιποθυμούν στα σχολεία από την ασιτία.

Ωστόσο, τότε, από τα ερείπια του κόσμου μας που γκρεμίστηκε, γεννήθηκαν πρωτοφανή για τη μεταπολιτευτική περίοδο κινήματα αλληλεγγύης και, για πρώτη φορά, εξερευνήσαμε έννοιες όπως αυτή της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας ή των αγορών χωρίς μεσάζοντες.

Δώδεκα χρόνια, μια πανδημία κι έναν πόλεμο μετά, ο πληθωρισμός και η εκτόξευση του ενεργειακού κόστους σαρώνουν και πάλι τις ζωές μας. Τα στοιχεία είναι και πάλι τρομακτικά -όσο και η καθημερινή εξόρμηση στο σούπερ μάρκετ.

Οπως καταδεικνύει η έρευνα της Ενωσης Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας της ΓΣΕΕ, όλοι μας αναγκαζόμαστε να αλλάξουμε βίαια την καθημερινότητά μας, ενώ 1 στους 2 μείωσε τα τρόφιμα που αγοράζει. Κι ίσως το πιο τρομακτικό για ό,τι έρχεται είναι πως 1 στους 3 αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει πιστωτική κάρτα, για να καλύψει κόστη προϊόντων βασικής ανάγκης (τρόφιμα, καύσιμα), και πάνω από 14 στους 100 αναγκάστηκαν να πουλήσουν κινητή ή ακίνητη περιουσία, εξαιτίας της αυξανόμενης έντασης της ακρίβειας.

Τα στοιχεία ως προς την κατανάλωση τροφής αναδεικνύουν πολύ περισσότερα από διατροφικές συνήθειες. Ο Μαρξ συνέτασσε πίνακες με διατροφικά δεδομένα, εξηγώντας το πώς σχετίζεται η παραγωγή και η κατανάλωση φαγητού με την ταξική κυριαρχία αλλά και τις «ασθένειες της πείνας» -σε αυτά τα ευρήματα, άλλωστε, αφιέρωσε τις δύο πρώτες σελίδες της «Εναρκτήριας Ομιλίας του Διεθνούς Συνδέσμου Εργαζομένων» του 1864, ενώ ήδη από το 1845 ο Φρίντριχ Ενγκελς στην «Κατάσταση της Εργατικής Τάξης στην Αγγλία» είχε επισημάνει πως οι διογκωμένες τιμές συνέβαλαν στην κακή διατροφή των εργατών.

Σήμερα, αιώνες μετά, επιστρέφουμε σε σκοτεινούς καιρούς, όπου ακόμα και αυτό το δικαίωμα στην ίση πρόσβαση στην υγιεινή τροφή τίθεται και πάλι σε αμφισβήτηση. Καιρός να επαναστατήσουμε.


«Βασική προϋπόθεση, η δίκαιη πρόσβαση σε παραγωγικούς πόρους»

ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

Θεοδοσία Ανθοπούλου καθηγήτρια Κοινωνικής Γεωγραφίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο
δρ Σοφία Νικολαΐδου διδάσκουσα ΕΑΠ, συνεργάτιδα έρευνας, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Συνέντευξη στην Ντίνα Δασκαλοπούλου

Στο κέντρο της αντίληψής τους είναι η ηθική παραγωγή και κατανάλωση αλλά και έννοιες όπως η διατροφική δικαιοσύνη και η διατροφική κυριαρχία. Οι δύο επιστημόνισσες που συζητούν μαζί μας δημιούργησαν, με χρηματοδότηση από το Ελληνικό Ιδρυμα Ερευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ), τον κόμβο Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας για τη διατροφική κυριαρχία και αειφορία (ΚΑΛΟΤροφΑ), με έδρα το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Η Θεοδοσία Ανθοπούλου και η Σοφία Νικολαΐδου ανοίγουν παράθυρα στη σκέψη –και την πρακτική μας.

● Είστε οι πλέον κατάλληλες για να μιλήσουμε με έναν τρόπο διαφορετικό για το θέμα που καίει κάθε νοικοκυριό, την ακρίβεια στα τρόφιμα.

Το ζήτημα επανέρχεται στο προσκήνιο, σε περιόδους κρίσης. Σήμερα, επικεντρωνόμαστε στις συνέπειες της πανδημίας, στον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση. Θα πρέπει, όμως, προηγούμενα, να θυμηθούμε την απαρχή αυτής της αλυσίδας το 2007-2008 με την παγκόσμια κρίση τιμών στα τρόφιμα, που οδήγησε τότε στις «εξεγέρσεις των πεινασμένων» στα αστικά κέντρα, τόσο στις αναπτυσσόμενες όσο και στις αναπτυγμένες χώρες. Το πρόβλημα της ακρίβειας δεν είναι συγκυριακό, αλλά συστημικό, στο πλαίσιο της εντεινόμενης χρηματιστικοποίησης των γεωργικών αγορών.

Αν ανατρέξουμε στην πηγή του προβλήματος, θα πρέπει να δούμε στο τοπικό επίπεδο τι γίνεται με τη διαχείριση της γης και τη διαφάνεια στις διαδικασίες εδαφικής διακυβέρνησης, με την ενίσχυση των μικρών εφοδιαστικών αλυσίδων και τα τοπικά συστήματα τροφίμων και γενικότερα με τους (σχεδόν ανύπαρκτους) υποστηρικτικούς μηχανισμούς για τους αγρότες.

Επί παραδείγματι, κατά πόσο λαμβάνουμε στα σοβαρά υπόψη τις αλλαγές στις χρήσεις γεωργικής γης, ακόμα και σε γη υψηλής παραγωγικότητας, προκειμένου να εγκατασταθούν φωτοβολταϊκά πάρκα, όπως συμβαίνει στον βοιωτικό κάμπο;

Κατά πόσο γνωρίζουμε ότι μεγάλο μέρος των αγροτών δεν έσπειρε φέτος, λόγω της δυσβάστακτης αύξησης του κόστους των αγροεφοδίων και της ενέργειας και ότι αυτό ανατροφοδοτεί τον μύλο της ακρίβειας;

Κατά πόσο μας προβληματίζει ότι με νόμο, από το 2022, έκλεισαν οι «αγορές χωρίς μεσάζοντες», οι οποίες λειτούργησαν υποδειγματικά από το 2012, με κατά γενική ομολογία μεγάλο κοινωνικό όφελος;

Οι μικρού και μεσαίου μεγέθους αγροτικές εκμεταλλεύσεις και μεταποιητικές επιχειρήσεις, που εξαρτώνται από τους μεσάζοντες προκειμένου να πουλήσουν τα προϊόντα τους, έρχονται συχνά αντιμέτωπες με τιμές χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής, λόγω χαμηλής διαπραγματευτικής ισχύος και έλλειψης διαφανών όρων στη διαμόρφωση των τιμών.

● Κάπως έτσι η ίση πρόσβαση στην υγιεινή τροφή τίθεται σε αμφισβήτηση. Εχει γίνει η θρεπτική διατροφή προνόμιο των ελίτ;

Αδιαμφισβήτητα παρατηρούνται τεράστιες διατροφικές ανισότητες και οι φτωχοί και περιθωριοποιημένοι άνθρωποι αναγκάζονται να επιλέγουν δίαιτες αναγκαστικά με βάση την τιμή. Η φτώχεια, εκτός από τις περιπτώσεις καθαρού υποσιτισμού, παράγει και μια νέα μορφή «κρυμμένης» πείνας, με παράλληλη αύξηση των ποσοστών παχυσαρκίας, εξαιτίας της υπερκατανάλωσης φθηνών και βιομηχανικά επεξεργασμένων τροφών.

Η διατροφική δικαιοσύνη σχετίζεται με την αναγνώριση και διεκδίκηση του δικαιώματος ίσης πρόσβασης όλων σε επαρκή, ασφαλή και θρεπτική τροφή. Συνδέεται με το κίνημα της «διατροφικής κυριαρχίας», σύμφωνα με το οποίο δεν μπορούμε να μιλάμε για δικαιοσύνη, αν δεν αναγνωρίσουμε και αντιμετωπίσουμε τις καταστροφικές συνέπειες του κυρίαρχου παγκόσμιου και βιομηχανοποιημένου συστήματος τροφίμων, που ευνοεί το χρηματιστηριακό κεφάλαιο και τις μεγάλες/πολυεθνικές εταιρείες, την εμπορευματοποίηση και κερδοσκοπική διαχείριση γης και πόρων, την εξειδικευμένη παραγωγή και τη συγκέντρωση γης σε λίγους, την παγκόσμια υποβάθμιση του περιβάλλοντος, την αποδυνάμωση των μικροπαραγωγών και τη διεύρυνση των ανισοτήτων.

Η διατροφική κυριαρχία και δικαιοσύνη προϋποθέτει και δίκαιη πρόσβαση σε παραγωγικούς πόρους, με σκοπό την επιδίωξη ενός πιο δημοκρατικού και αποκεντρωμένου συστήματος τροφίμων, με κοινωνικά δίκαιες και οικολογικά και οικονομικά βιώσιμες μεθόδους παραγωγής, κατανάλωσης και αναδιοργάνωσης του εμπορίου σε τοπικό επίπεδο.

● Η χώρα μας, μετά την πτώχευση του 2010, έζησε μια πρωτόγνωρη για καιρούς ειρήνης ανθρωπιστική κρίση, που προκάλεσε και επισιτιστική ανασφάλεια. Μας έμαθε κάτι η κρίση;

Η κρίση λειτούργησε ως μεγεθυντικός φακός, που κατέδειξε πόσο στρεβλό είναι το παραγωγικό μοντέλο της ελληνικής γεωργίας, καθώς και τις χρόνιες παθογένειες του αγροτικού τομέα, ο οποίος βασίστηκε περισσότερο στις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, παρά στην επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό και στην ενίσχυση της αξίας των παραγόμενων αγροτικών προϊόντων.

Ανακαλύψαμε ότι εισάγουμε ακριβά -και μάλιστα βασικά προϊόντα που μπορούμε να παράγουμε εγχώρια (όπως το μαλακό σιτάρι, λεμόνια και λαχανικά)-, ενώ εξακολουθούμε να εξάγουμε φθηνά χύμα εκλεκτά προϊόντα (π.χ. ελαιόλαδο). Επειτα -και παρά τις δραματικές περικοπές μισθών και συντάξεων σε μια κρατικιστική λογική αποπληθωρισμού των τιμών και δημοσιονομικής προσαρμογής-, το κόστος των τροφίμων παρέμεινε αδικαιολόγητα υψηλό, επιβεβαιώνοντας και πάλι τις στρεβλώσεις της αγοράς, που αφήνουν ανενόχλητους τους κερδοσκόπους.

Ωστόσο, η κρίση του 2010 ανέδειξε και τη δύναμη των πολιτών-καταναλωτών: αναδείχθηκαν για πρώτη φορά εναλλακτικά δίκτυα τροφίμου και αλληλέγγυες αγορές καταναλωτών. Αυτήν την οπτική του ενεργού καταναλωτή θέλουμε να φωτίσουμε, στο πλαίσιο των δράσεων του Κόμβου Κ.Αλ.Ο. του Παντείου.

Δηλαδή, πώς μπορούμε να ευαισθητοποιήσουμε, ενημερώσουμε και εκπαιδεύσουμε τους καταναλωτές από τη νεαρή ακόμα ηλικία γύρω από τις έννοιες και πρακτικές της ηθικής παραγωγής και της υπεύθυνης κατανάλωσης και να καταδείξουμε πώς οι αγοραστικές μας επιλογές, με γνώμονα τον σεβασμό στο περιβάλλον και στα δικαιώματα των εργαζομένων και των μικρών τοπικών παραγωγών, μπορούν να συμβάλουν να μετακινηθούμε προς περισσότερο δίκαια και περιβαλλοντικά βιώσιμα συστήματα τροφίμου. Με άλλα λόγια, να γίνουμε ενεργοί καταναλωτές-πολίτες.

● Ο πόλεμος στην Ουκρανία έφερε ξανά στη δημόσια συζήτηση την έννοια των «στρατηγικών τροφίμων», όπως π.χ. τα σιτηρά ή η ζάχαρη. Τι πολιτικές ακολουθεί η Ελλάδα σε σχέση με αυτά τα προϊόντα;

Γιατί το περιορίζετε σε αυτές τις δύο κατηγορίες; Η έννοια του στρατηγικού τροφίμου έχει να κάνει, κατ' αρχάς, με τη διατροφική ασφάλεια του πληθυσμού και ως εκ τούτου την πρόσβαση σε μια ποικιλία φρέσκων και θρεπτικών τροφίμων, αλλά επίσης και με τη διασφάλιση αξιοπρεπών εισοδημάτων για τους αγρότες, γιατί, διαφορετικά, η εγκατάλειψη της γεωργίας από τους παραγωγούς ανατροφοδοτεί τον φαύλο κύκλο της επισιτιστικής επισφάλειας, της εξάρτησης από τις εισαγωγές και της ακρίβειας.

● Η νέα ΚΓΠ ξεκινά φέτος με ορίζοντα το 2027. Διαβάζοντας τα κείμενα, βρίσκει κανείς εξαιρετικά ωραίες διατυπώσεις, αναρωτιέμαι ωστόσο πόσο κοντά ή μακριά από την ελληνική πραγματικότητα βρίσκονται.

Ωραίες διατυπώσεις και πολλά υποσχόμενες. Η νέα ΚΓΠ ευαγγελίζεται μια γεωργία πιο δίκαιη, βάζοντας σε προτεραιότητα τη στήριξη των μικρών γεωργικών εκμεταλλεύσεων και των νέων γεωργών, πιο πράσινη, ενισχύοντας τους γεωργούς που υιοθετούν οικολογικές γεωργικές πρακτικές, και πιο συμπεριληπτική, δεσμεύοντας τα κράτη και τους παραγωγούς για τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων στον γεωργικό τομέα.

Χωρίς να παραβλέπουμε το γεγονός ότι η νέα ΚΓΠ παραμένει ουσιαστικά προσδεμένη στον βασικό στόχο της ανάπτυξης/μεγέθυνσης, προσφέροντας νέες επενδυτικές ευκαιρίες στο επιχειρηματικό κεφάλαιο, εν ονόματι του περιβάλλοντος, δίνει όμως παράλληλα τη δυνατότητα ανασυγκρότησης του αγροδιατροφικού τομέα της χώρας, με έμφαση στα τοπικά συστήματα τροφίμων.

Ιδιαίτερα στη χώρα μας, που χαρακτηρίζεται από μικρού μεγέθους εκμεταλλεύσεις, γεωγραφική διαφοροποίηση των καλλιεργειών, πλούσια βιοποικιλότητα και μια μεγάλη γκάμα ποιοτικών προϊόντων γεωγραφικής ταυτότητας, σε συνδυασμό με μια αυξανόμενη μερίδα καταναλωτών που αναζητούν την ποιότητα και τις γευστικές ιδιοτυπίες στα τοπικά παραδοσιακά προϊόντα, η νέα ΚΓΠ δείχνει πολύ υποβοηθητική.

Ωστόσο, οι πολιτικές, για να έχουν νόημα, δεν πρέπει να είναι αποσπασματικές και διεκπεραιωτικές, αλλά να συμπεριλαμβάνουν ενεργούς μηχανισμούς υποστήριξης των αγροτών στο πεδίο της εργασίας, σε όλο το μήκος της αξιακής αλυσίδας.

Από το Τορίνο μέχρι το Τορόντο

Η ανάπτυξη ποικίλων αστικών και περιαστικών λαχανόκηπων αποτελεί ένα πραγματικό κοινωνικό εργαστήριο απόκτησης δεξιοτήτων αλλά και περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και κοινωνικής ένταξης των δημοτών

Ενας αυξανόμενος αριθμός πόλεων ανά τον κόσμο επιχειρεί να διαμορφώσει την Επισιτιστική Πολιτική μέσα από τη σύσταση Διατροφικών Συμβουλίων. Γι' αυτά μας μιλούν οι Ανθοπούλου και Νικολαΐδου, ταξιδεύοντάς μας μέχρι τον Καναδά.

«Το Συμβούλιο Διατροφικής Πολιτικής του Τορόντο είναι μια σύμπραξη για τη διατροφική κυριαρχία, που ιδρύθηκε το 1991, με στόχο να εξασφαλίζει πρόσβαση σε υγιεινά, επαρκή, οικονομικά προσιτά και πολιτιστικά αποδεκτά τρόφιμα, σε τοπικό επίπεδο. Μερικές από τις δράσεις του είναι η διατροφική εκπαίδευση των δημοτών, η υποστήριξη της απασχόλησης κατοίκων χαμηλού εισοδήματος, η διαθεσιμότητα φρέσκων εποχικών λαχανικών και η σύνδεση των καλλιεργητών με τη γη και την πόλη. Η ανάπτυξη -μεταξύ άλλων- ποικίλων αστικών και περιαστικών λαχανόκηπων αποτελεί ένα πραγματικό κοινωνικό εργαστήριο απόκτησης δεξιοτήτων αλλά και περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και κοινωνικής ένταξης των δημοτών».

Στην Ευρώπη, περισσότερες από 200 πόλεις έχουν υπογράψει το Σύμφωνο Αστικής Διατροφικής Πολιτικής του Μιλάνου (2016). Ο μητροπολιτικός δήμος του Τορίνου, με παράδοση στα κινήματα τροφής όπως το Slow Food (1986), ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή πόλη που υπέγραψε το Σύμφωνο –οι Ανθοπούλου και Νικολαΐδου μάς εξηγούν την πολιτική του.

«Το Τορίνο έχει να επιδείξει πλήθος δράσεων και καλών πρακτικών στην κατεύθυνση της διατροφικής κυριαρχίας και αυτονομίας. Δράσεις και πρακτικές που απορρέουν από τη Διατροφική Πολιτική του δήμου και τις στρατηγικές προτεραιότητες του Αστικού Διατροφικού Σχεδιασμού, που εμπλέκει πλήθος δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, ερευνητικά ινστιτούτα, ΜΚΟ και συλλογικότητες γειτονιάς, επιδιώκοντας την ενεργό συμμετοχή των δημοτών.

Η πολιτική του δήμου συνδυάζει το δικαίωμα στην τροφή με το ζήτημα της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας, την καταπολέμηση της σπατάλης τροφής και την ενίσχυση του τοπικού οικοσυστήματος τροφίμων μέσω των δημόσιων προμηθειών τροφίμου (π.χ. σχολικά γεύματα).

Υλοποιούνται 17 προγράμματα, μεταξύ των οποίων κοινωνικοί συνεταιρισμοί τροφίμου, αλληλέγγυες αγορές χωρίς μεσάζοντες, τράπεζες τροφίμων, συλλογικές κουζίνες, πλατφόρμα διαμοιρασμού τροφίμων για την αποφυγή σπατάλης, κέντρα για την προαγωγή υγείας, την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου και του διαβήτη κ.ά.

Στις στρατηγικές διατροφικής εκπαίδευσης στα σχολεία εντάσσονται 6 προγράμματα που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων σχολικούς λαχανόκηπους, ενώ τα προγράμματα των σχολικών γευμάτων με τοπικές πρώτες ύλες για τη διασφάλιση υγιεινής διατροφής των παιδιών διασφαλίζουν παράλληλα τη βιωσιμότητα των τοπικών συστημάτων παραγωγής».


Από τα περιβόλια των εργατών στους αστικούς λαχανόκηπους

ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

«Κοντά στο παλιό εργοστάσιο / Σε ένα μικρό νησάκι/ κήποι από λεπτό χώμα/ Αναπνεύστε πάνω από το νερό/ Οι άντρες τα έχουν υφάνει στη λήθη του τσιμέντου / Στις μπαλωμένες άκρες αυτών των κομματιών του χρόνου».

Οι στίχοι του Didier Venturini περιγράφουν αυτό που με τη Βιομηχανική Επανάσταση ονομάστηκε «κήπος των εργατών» και στις μέρες μας αστικός (ή κοινωνικός) λαχανόκηπος. Είναι μια από τις πολλές απαντήσεις στο ερώτημα της υγιεινής διατροφής αλλά και της ακρίβειας.

Παρά τις διαβεβαιώσεις του υπουργού Ανάπτυξης πως η μάχη κατά της ακρίβειας κερδίζεται, οι αναλυτές περιμένουν πως τα κύματα ακρίβειας θα εξακολουθούν να μας χτυπούν ανελέητα, ίσως και για την επόμενη διετία. Ετσι, η αναζήτηση εναλλακτικών ολιστικών μοντέλων για τη διατροφή είναι ένα αιτούμενο προς διερεύνηση. Σήμερα ταξιδεύουμε από τον Αγιο Δημήτριο μέχρι το Τορίνο και το Τορόντο, αναζητώντας διαφορετικές απαντήσεις στο ερώτημα «τι να κάνουμε;».

45 οικογένειες καλλιεργούν τα δικά τους λαχανικά σε χώρο του Δήμου Αγίου Δημητρίου

Γέννημα θρέμμα της κρίσης -παρ' όλο που η ιδέα είχε γεννηθεί νωρίτερα-, ο αστικός λαχανόκηπος του Δήμου Αγίου Δημητρίου είναι η πρώτη μας στάση. Στην καρδιά της μητρόπολης, 45 οικογένειες καλλιεργούν τα δικά τους λαχανικά σε χώρο του δήμου και με νερό που προέρχεται από επίσης δημοτική γεώτρηση. Είναι ένα από τα πλέον επιτυχημένα πειράματα αυτού του είδους, που μελετάται από πανεπιστήμια κι έχει απασχολήσει συνέδρια, αφού όχι μόνο έχει αντέξει στον χρόνο αλλά και συγκροτεί μια κοινότητα με δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ των μελών της, ένα ζωντανό κύτταρο της πόλης.

Η δήμαρχος Αγίου Δημητρίου Μαρία Ανδρούτσου, και η εντεταλμένη σύμβουλος σε θέματα προστασίας περιβάλλοντος, Κατερίνα Ασημακοπούλου

ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

Οπως μας εξηγεί η δήμαρχος, Μαρία Ανδρούτσου, το έργο που υλοποιείται κυρίως με πόρους του δήμου ξεκίνησε σε μια έκταση συνολικά 2,5 στρεμμάτων, ανεκμετάλλευτη, εκτός σχεδίου, σε μια αρκετά υποβαθμισμένη γειτονιά, στην άκρη της πόλης. Τα βιολογικά περιβόλια του Αγίου Δημητρίου λειτουργούν πολυεπίπεδα, τόσο περιβαλλοντικά όσο και κοινωνικά, αφού ο λαχανόκηπος εντάσσεται σε μια ευρύτερη αντίληψη στα θέματα διατροφής (από το μοντέλο της μεσογειακής διατροφής μέχρι το zero waste) αλλά και κοινωνικής παρέμβασης.

Ψυχή της δράσης είναι η εντεταλμένη σύμβουλος σε θέματα προστασίας περιβάλλοντος, Κατερίνα Ασημακοπούλου. «Στόχος μας, κατ' αρχάς, ήταν να φτιάξουμε μια περιβαλλοντική δομή σε έναν πυκνοκατοικημένο δήμο, όπου το πράσινο απουσιάζει δραματικά. Στην πορεία έγινε και κοινωνική δομή, αφού επιλέγονται οικογένειες με κοινωνικοοικονομικά κριτήρια και με προτεραιότητα στις ευπαθείς κοινωνικά ομάδες. Υστερα από 10 χρόνια λειτουργίας, ο λαχανόκηπος είναι μια κοινότητα, η οποία προσφέρει το 10% της καλλιέργειάς της για την κάλυψη των αναγκών του Κοινωνικού Παντοπωλείου του Δήμου μας, το οποίο υποστηρίζει πολλές άλλες οικογένειες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες αλλά και συνδέεται με άλλες ομάδες, όπως τα “Χωράφια της αλληλεγγύης” στη Βοιωτία ή την ομάδα διατήρησης παραδοσιακών σπόρων “Η ΑΥΛΗ των Κηπουρών”

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου