ΗΕυρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) στην Αθήνα απήγγειλε τη Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου κατηγορίες κατά 23 υπόπτων — συμπεριλαμβανομένων 18 δημόσιων λειτουργών — για εγκλήματα που σχετίζονται με την εκτέλεση συμβάσεων για την αποκατάσταση συστημάτων τηλεχειρισμού και σηματοδότησης στο ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο (σ.σ. Σύμβαση 717), τα οποία συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Επισημαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία είναι η ανεξάρτητη εισαγγελία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι αρμόδια για τη διερεύνηση, τη δίωξη και την παραπομπή ενώπιον της δικαιοσύνης εγκλημάτων εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ.
Η έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ξεκίνησε στις 28 Νοεμβρίου 2022 και επικεντρώθηκε στις συμβάσεις για την αποκατάσταση συστημάτων εξ αποστάσεως ελέγχου της κυκλοφορίας και σηματοδότησης στο ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο, οι οποίες υπογράφηκαν μεταξύ της ΕΡΓΟΣΕ —θυγατρικής του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος (ΟΣΕ), αρμόδιου για τη διαχείριση των συμβάσεων— και του αναδόχου της κοινοπραξίας, ο οποίος συστάθηκε από δύο εταιρείες και είναι υπεύθυνες για την εκτέλεση του έργου.
Με βάση τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί, οδήγησαν στην απαγγελία κατηγοριών εις βάρος 23 υπόπτων.
Πρόκειται για:
- 14 δημόσιους υπαλλήλους της ΕΡΓΟΣΕ, οι οποίοι κατηγορούνται για απάτη στον τομέα των επιδοτήσεων. Δύο εξ αυτών κατηγορούνται επίσης για ψευδή βεβαίωση με σκοπό την απόκτηση αθέμιτου πλεονεκτήματος υπέρ τρίτου·
- 4 δημόσιους υπαλλήλους της ελληνικής Διαχειριστικής Αρχής του Επιχειρησιακού Προγράμματος της ΕΕ για τις Υποδομές Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΥΔ/ΕΠ-ΥΠΕΕΠΑΑ), οι οποίοι κατηγορούνται για υπεξαίρεση κονδυλίων·
- 5 νόμιμοι εκπρόσωποι και υπάλληλοι του αναδόχου της κοινοπραξίας, που κατηγορούνται για υποκίνηση απάτης στον τομέα των επιδοτήσεων και ψευδή πιστοποίηση με σκοπό την απόκτηση αθέμιτου πλεονεκτήματος υπέρ τρίτου.
Οι κατηγορίες αφορούν την εκτέλεση «αμαρτωλής» Σύμβασης 717 για την αποκατάσταση του συστήματος τηλεχειρισμού και σηματοδότησης του σιδηροδρομικού τμήματος Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Προμαχώνας, που υπογράφηκε το 2014 και έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί έως το 2016.
Υπενθυμίζεται ότι το 2019 υπεγράφη συμπληρωματική σύμβαση σχετικά με το ίδιο έργο, με την οποία τροποποιήθηκε το αρχικό πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης 717. Η συμπληρωματική σύμβαση προέβλεπε την κατασκευή ενός εντελώς νέου συστήματος σηματοδότησης με νέες μονάδες τηλεμετρίας, ώστε να καταστεί δυνατή η επικοινωνία και η μετάδοση δεδομένων μεταξύ σιδηροδρομικών σταθμών και από σιδηροδρομικούς σταθμούς και κέντρα ελέγχου.
Και οι δύο συμβάσεις συγχρηματοδοτήθηκαν από το Ταμείο Συνοχής της Ε.Ε., στο πλαίσιο του προγράμματος «Εκσυγχρονισμός Σηματοδότησης — Τηλεπικοινωνιών και Εγκατάστασης του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ελέγχου Αμαξοστοιχιών (ETCS)», με τη συνεισφορά της Ε.Ε. σε κονδύλια να ανέρχεται σε ποσοστό 85%.
Πλημμελής εκτέλεση συμβάσεων
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, τα αποδεικτικά στοιχεία που συγκεντρώθηκαν καταδεικνύουν ποινική ευθύνη. Ο πρώτος λόγος είναι ότι, βάσει ιδιωτικής συμφωνίας, οι δύο εταιρείες που συνιστούν αποτελούν τον ανάδοχο της κοινοπραξίας, αμέσως μετά την υπογραφή της Σύμβασης 717, «μοίρασαν» αυθαίρετα το έργο μεταξύ τους.
Η μία δεσμεύτηκε να υλοποιήσει το βόρειο τμήμα του έργου, ενώ η δεύτερη εταιρεία ανέλαβε την υποχρέωση να υλοποιήσει το έργο στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής Αθήνας-Θεσσαλονίκης μέχρι το Πλατύ, συμπεριλαμβανομένου του τμήματος κοντά στα Τέμπη, δηλαδή στο σημείο όπου στις 28 Φεβρουαρίου 2023 έχασαν τη ζωή τους 57 άνθρωποι και τραυματίστηκαν δεκάδες, στο γνωστό τραγικό σιδηροδομικό δυστύχημα.
Επίσης, η δεύτερη εταιρεία ανέθεσε τις τεχνικές μελέτες σχετικά με τα συστήματα σηματοδότησης του σιδηροδρομικού τμήματος Αθήνα-Πλατύ σε τρίτη εταιρεία, η οποία δεν διέθετε τις απαιτούμενες ειδικές τεχνικές γνώσεις, κατά παράβαση των όρων της σύμβασης, σύμφωνα με τους οποίους η πραγματογνωμοσύνη έπρεπε να πραγματοποιηθεί από συγκεκριμένο πάροχο.
Αυτό, επισημαίνεται στο κατηγορητήριο, είχε ως αποτέλεσμα την παραβίαση της συμβατικής υποχρέωσης σχετικά με την παροχή εξειδικευμένης εμπειρογνωμοσύνης, για την οποία επιβλήθηκε στην ΕΡΓΟΣΕ χρηματική ποινή ύψους περίπου 2 εκατ. ευρώ, κατόπιν ελέγχου που διενεργήθηκε το 2018 από την Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου (ΕΔΕΛ) της Ελλάδας.
Επισημαίνεται δε ότι, ενώ το αρχικό πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης 717 περιελάμβανε την αποκατάσταση των υφιστάμενων συστημάτων σηματοδότησης- τηλεπικοινωνιών, ο ανάδοχος της κοινοπραξίας προσπάθησε να κατασκευάσει ένα εντελώς νέο σύστημα σηματοδότησης με νέες μονάδες τηλεμετρίας. Συνεπώς, εξυπακούεται ότι επρόκειτο για παράνομη τροποποίηση της αρχικής σύμβασης, η οποία είχε ως αποτέλεσμα αδικαιολόγητη αύξηση του κόστους της σύμβασης, η οποία δεν δικαιολογείται από απρόβλεπτες περιστάσεις.
Σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, χορηγήθηκαν συνολικά επτά παράνομες παρατάσεις της αρχικής σύμβασης, σύμφωνα με τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της ΕΡΓΟΣΕ. Για το λόγο αυτό, το έργο δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, παρά το γεγονός ότι έχουν περάσει περισσότερα από εννέα έτη μετά την υπογραφή της Σύμβασης 717.
Επίσης στο κατηγορητήριο υποστηρίζεται ότι οι υπάλληλοι της ΕΡΓΟΣΕ που είναι αρμόδιοι για τη διαχείριση του έργου, «δήλωσαν σκόπιμα ελλιπή και ψευδή στοιχεία στη διαχειριστική αρχή» σχετικά με την ύπαρξη κρίσιμων πραγματικών περιστατικών για την κατανομή των κονδυλίων και την έγκριση των παρατάσεων. Ως εκ τούτου, τα αιτήματα εγκρίθηκαν από τη διαχειριστική αρχή, η οποία κατέβαλε τα ποσά στον δικαιούχο, την ΕΡΓΟΣΕ, η οποία στη συνέχεια πλήρωσε τον ανάδοχο της κοινοπραξίας.
Στους υπαλλήλους της διαχειριστικής αρχής, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την εποπτεία της χρήσης των κονδυλίων, προσάπτεται ότι παραβίασαν τις αρχές της συνετής διαχείρισης δημόσιων περιουσιακών στοιχείων. Αν και αναγνωρίζεται ότι τα στοιχεία που διαβίβασαν οι υπάλληλοι της ΕΡΓΟΣΕ ήταν προδήλως ανακριβή ή ψευδή, και με βάση αυτά οι δημόσιοι λειτουργοί της Διαχειριστικής Αρχής ενέκριναν την κατανομή των αντίστοιχων κονδυλίων, τελικά προκάλεσαν ζημία στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ και του Ελληνικού Δημοσίου ύψους άνω των 15,6 εκατ. ευρώ.
Επισημαίνεται ότι τα εγκλήματα που αποδίδονται στους κατηγορουμένους τιμωρούνται με φυλάκιση έως 10 ετών, αλλά και με χρηματική ποινή.
Οι Ευρωπαίοι εισαγγελείς αναφέρουν ότι βάσει της έρευνας, τα γεγονότα που ήρθαν στο φως που θα μπορούσαν να συνιστούν παράβαση καθήκοντος των ελεγκτών της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ) της Ελλάδας, στους οποίους ανατέθηκε από την Ελληνική Εισαγγελία η διενέργεια ελέγχου για την εκτέλεση της Σύμβασης 717. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποφάσισε να παραπέμψει τη νέα αυτή υπόθεση στις αρμόδιες ελληνικές αρχές, για περαιτέρω νομικές ενέργειες, δεδομένου ότι τα πραγματικά περιστατικά που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας έρευνας δεν συνιστούν ποινικό αδίκημα στο πλαίσιο της εντολής της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου