Παρασκευή 24 Μαΐου 2024

Ο Πρώτος Ναυτικός Ραδιοτηλεγραφικός Σταθμός στην Αθήνα (Ασύρματος Θησείου)

 

Ο Πρώτος Ναυτικός Ραδιοτηλεγραφικός Σταθμός στην Αθήνα (Ασύρματος Θησείου)


Απόσπασμα χάρτη του Δ.Λαμπαδάριου (1924-26) όπου φαίνεται 
ο τετράγωνος τότε περίβολος της έκτασης του Ναυτικού στα Πετράλωνα.

 

Εισαγωγή

Με χαρά αναδημοσιεύουμε την εργασία του Αντιναυάρχου Κωνσταντίνου Βαρβαρέσου ΠΝ ε.α., που πρωτοδημοσιεύτηκε φέτος το καλοκαίρι στο περιοδικό Θαλασσινοί Απόηχοι, της Ένωσης αποστράτων Αξιωματικών Ναυτικού. Ο κύριος Βαρβαρέσος είχε την ευγενή καλοσύνη να επικοινωνήσει μαζί μας για την άδεια χρήσης υλικού από το σχετικό μας άρθρο για την περιοχή Ο προσφυγικός οικισμός "Ασύρματος" στου Φιλοπάππου ή αλλιώς "Συνοικία το Όνειρο", όπως έγινε γνωστή μέσα από την ομώνυμη ταινία. Σε συνέχεια της επικοινωνίας μας, μας έδωσε με την σειρά του, την άδεια δημοσίευσης της εργασίας του, η οποία πραγματικά είναι αξιέπαινη:

Ο Πρώτος Ναυτικός Ραδιοτηλεγραφικός Σταθμός στην Αθήνα

του Αντιναυάρχου Κωνσταντίνου Βαρβαρέσου ΠΝ ε.α.

Ο πρώτος ναυτικός σταθμός ασυρμάτου ξηράς στην Αθήνα, λειτούργησε στο δυτικό τμήμα του λόφου των Μουσών (Φιλοπάππου), δίπλα στα Άνω Πετράλωνα και στα νοτιοδυτικά του Αστεροσκοπείου Αθηνών με την ονομασία Ασύρματος Θησείου. Οι εγκαταστάσεις του ήταν ακριβώς πάνω από το αρχαίο Αθηναϊκό Βάραθρο(1). Η ονομασία του σταθμού δεν έχει σχέση με την θέση που κατασκευάστηκε, καθώς η περιοχή ονομαζόταν Μελίτη-Βάραθρο, αλλά λόγω της ύπαρξης σταθμού του ηλεκτρικού τρένου με το οποίο γινόταν τότε η μετακίνηση του προσωπικού και σε συνδυασμό με την ύπαρξη του ναού (Ηφαίστου) του Θησείου, όλες οι πλησίον περιοχές καλυπτόταν με το όνομα “Θησείο”. Η συνοικία γύρω από τον σταθμό ονομάστηκε “Ασύρματος” και το 1922 με την εγκατάσταση προσφύγων, από την Αττάλεια της Μικράς Ασίας, απέκτησε διπλή ονομασία και “Ατταλειώτικα”. 

Στο χάρτη που ακολουθεί φαίνονται: το σταυροειδές κτίσμα του Αστεροσκοπείου, ο Σταθμός Ασυρμάτου Θησείου με τον περίβολο του και το Αθηναϊκό Βάραθρο που τονίζεται με έντονο περίγραμμα.

Απόσπασμα χάρτη του Δ.Λαμπαδάριου (1924-26)

Σήμερα η θέση του σταθμού ασυρμάτου τοποθετείται μεταξύ των οδών Τρώων και της περιφερειακής Φιλοπάππου και ειδικότερα στη συμβολή των οδών Ευγενίδου, Αντωνιάδου και Αρισταγόρα στα πέτρινα προσφυγικά σπίτια(2).

Η εγκατάσταση του ασυρμάτου τύπου Μαρκόνι έγινε από την γερμανική εταιρεία Telefunken και οι εργασίες περατώθηκαν την 10 Ιουνίου 1911. Ο τύπος του ασυρμάτου Μαρκόνι με περιστροφικό σπινθηριστή είχε τα εξής χαρακτηριστικά: ισχύ 10KW με εμβέλεια 600-800 χιλιομέτρων με μήκος αποσβενομένων κυμάτων 600-1200-3000 μέτρα. Η κεραία του σταθμού ήταν τύπου αλεξιβρόχιου (σχήματος ομπρέλας βροχής) με ιστό ύψους 65 μέτρων με τέσσερις περιφερειακές κεραίες μήκους 25 μέτρων(3). Ο σταθμός λειτουργούσε με ρεύμα από το δίκτυο της πόλης και εναλλακτικά σε περίπτωση ανάγκης, με ηλεκτρομηχανή πετρελαίου ισχύος 19 ίππων. Ακολούθησε η περίοδος των δοκιμών του συστήματος και όταν επιλύθηκαν τα τεχνικά προβλήματα που προέκυψαν, παραδόθηκε ο ασύρματος στο ναυτικό. Στη συνέχεια μετά την έκδοση του σχετικού βασιλικού διατάγματος(4) τον Φεβρουάριο του 1912 ξεκίνησε η λειτουργία του ασυρμάτου Θησείου.

Στις εγκαταστάσεις του ασυρμάτου το 1912 λειτούργησε η πρώτη Ραδιοτηλεγραφική σχολή για κάλυψη των αναγκών του ναυτικού σε εκπαιδευμένο προσωπικό ειδικότητας Ραδιοτηλεγραφητών.

Κατά την διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων το ναυτικό, διέθεσε στο στρατό ξηράς τρείς φορητούς σταθμούς ασυρμάτου Μαρκόνι ισχύος 1,5W επανδρωμένους με προσωπικό του, για την υποστήριξη των επικοινωνιών του(5). Επίσης οι αυξημένες ανάγκες που προέκυψαν για υποστήριξη των χερσαίων και των ναυτικών επιχειρήσεων, οδήγησαν στην άμεση εγκατάσταση νέων σταθμών ασυρμάτου Μαρκόνι της γερμανικής εταιρείας Telefunken, ισχύος 1,5KW στην Υποβρύχια Άμυνα στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας, στη Θεσσαλονίκη, στη Θάσο, στη Σύρο και φορητών ασυρμάτων ισχύος 0,5W σε Χίο, Μυτιλήνη, Σάμο και Μούδρο(Λήμνου).

Μετά από τους Βαλκανικούς Πολέμους, όπου φάνηκε η αξία χρήσης του ασυρμάτου, ως σύγχρονο μέσο επικοινωνίας, μεταξύ πολεμικών πλοίων και σταθμών ξηράς, εγκαταστάθηκε στο σταθμό Θησείου, ένα νέο σύστημα ασυρμάτου Μαρκόνι ισχύος 1,5 KW για αποκλειστική χρήση του ναυτικού.

Οι αυξανόμενες ανάγκες που απαιτούσαν την επικοινωνία με σταθμούς στο εξωτερικό, επιβάλει την δημιουργία ενός μεγάλου σταθμού ασυρμάτου. Η παραγγελία του εξοπλισμού έγινε από το ναυτικό το 1914(6), αλλά ο “Α” Παγκόσμιος Πόλεμος δεν επέτρεψε την άμεση υλοποίηση της παραγγελίας αυτής. Τα χαρακτηριστικά του νέου ασυρμάτου Μαρκόνι με περιστροφικό σπινθηριστή αποσβενομένων κυμάτων ήταν ισχύος 60KW, με κεραία τύπου “Γ” στηριζόμενη σε έξι ιστούς , ανά δύο με ύψος 93 μέτρων σε απόσταση μεταξύ τους 579,11 μέτρων και λειτουργούσε με ηλεκτρική ισχύ από το δίκτυο της πόλης και εναλλακτικά με ηλεκτρομηχανή βενζίνης. Η εγκατάστασή του τελικά έγινε το 1921 στο Βοτανικό, όπου το 1920 με Νόμο(7) είχε συσταθεί η Διεύθυνση Ραδιοτηλεγραφικής Υπηρεσίας Ναυτικού (ΔΡΥΝ). Στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε είχε υπάρξει εξέλιξη στην τεχνολογία των ασυρμάτων, η οποία κατάργησε το σύστημα των αποσβενομένων κυμάτων με σπινθηριστές και το αντικατέστησε με το σύστημα διατηρουμένων κυμάτων με λυχνίες. Αποτέλεσμα ήταν να είναι αδύνατη η χρήση του για επικοινωνία με τους σταθμούς του εξωτερικού, πάρα μόνο για επικοινωνίες στο εσωτερικό της χώρας(8). Τελικά χρησιμοποιήθηκε μόνο για μετάδοση εγκυκλίων, τηλεγραφημάτων, δελτίων μετεωρολογικών και τύπου.

Η Σχολή Ραδιοτηλεγραφητών στις εγκαταστάσεις του Ασυρμάτου Θησείου λειτουργούσε με μαθητές ηλικίας 16-17 ετών, ώστε μετά την φοίτηση τους διάρκειας έντεκα (11) μηνών, να αποφοιτούν ως Υπαξιωματικοί με ειδικότητα Ραδιοτηλεγραφητών, για την κάλυψη των αναγκών τόσο σε ασυρμάτους πολεμικών πλοίων, όσο και σε μόνιμους ή φορητούς σταθμούς ασυρμάτων ξηράς του ναυτικού. Το χρονικό διάστημα μεταξύ των ετών 1917 και 1920 δεν λειτούργησε η σχολή(9). Το 1920 η Σχολή Ραδιοτηλεγραφητών από τον Σταθμό Ασυρμάτου Θησείου μεταφέρθηκε στις νέες εγκαταστάσεις της νεοσυσταθείσας Διεύθυνσης Ραδιοτηλεγραφικής Υπηρεσίας Ναυτικού στο Βοτανικό.

Κατά την διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας ο σταθμός του Θησείου κάλυπτε και την ιδιωτική ανταπόκριση με αποκλειστικότητα την επικοινωνία με εμπορικά πλοία, με μεγάλες δυσκολίες λόγω του μεγάλου φόρτου απασχόλησής του. Μετά το 1922 το δίκτυο ναυτικών σταθμών ξηράς ασυρμάτων Αθηνών, ο παλαιός σταθμός του Θησείου και ο νέος σταθμός του Βοτανικού διατέθηκε και για τις αυξανόμενες εμπορικές ανάγκες, ιδιαίτερα για τα εμπορικά πλοία και συνέχισαν να υποστηρίζουν τις στρατιωτικές και τις εμπορικές ανάγκες της χώρας. Μετά το 1926 ο σταθμός ασυρμάτου του Θησείου σταδιακά καταργήθηκε και το κενό της λειτουργίας του, καλύφθηκε από τον μεγάλο και σύγχρονης τεχνολογίας σταθμό ασυρμάτου Βοτανικού και το τμήμα της εμπορικής χρήσης του και οι επικοινωνίες με εμπορικά πλοία, καλύφθηκε από την κατασκευή νέων σταθμών ασυρμάτου ξηράς αποκλειστικά για εμπορική χρήση (περιοχή Βάρης κλπ.)

Το Φθινόπωρο του 1927, η Ανωτέρα Ναυτική Σχολή Πολέμου εγκαθίσταται πλέον στις υποδομές του Σταθμού Ασυρμάτου Θησείου, η οποία μέχρι τότε λειτουργούσε στα Παλαιά Ανάκτορα (σημερινή Βουλή). Η μετεγκατάσταση Σχολής έγινε διότι υπήρξε διαθεσιμότητα κτιριακών εγκαταστάσεων στο σταθμό ασυρμάτου Θησείου και όχι σε χώρο του Αστεροσκοπείου Αθηνών, όπως είναι η επικρατούσα άποψη(10). Η διατύπωση της φράσης “Η Ανωτέρα Ναυτική Σχολή Πολέμου στο Αστεροσκοπείο” κυριάρχησε λόγω της θέσης της, στα νοτιοδυτικά και της μικρής απόστασής της (περίπου 285 μέτρων) από τους χώρους του Αστεροσκοπείου Αθηνών, που αποτελούσε κυρίαρχο σημείο προσδιορισμού μιας περιοχής γύρω του. Η Ναυτική Σχολή Πολέμου, όπως ονομάστηκε το 1931 λειτούργησε μέχρι την έναρξη του πολέμου του 1940 και στην συνέχεια διέκοψε την λειτουργία της. Επίσης, υπάρχουν μαρτυρίες παλαιών προσφύγων που ζουν σήμερα (2020)(11), όπως και σχετικά άρθρα(12), ότι λειτουργούσε η Σχολή Πολέμου στις εγκαταστάσεις του παλαιού ασυρμάτου.

Στη κατοχή οι εγκαταστάσεις της Ναυτικής Σχολής Πολέμου, του παλαιού ασυρμάτου Θησείου χρησιμοποιήθηκαν από τους Ιταλούς μέχρι την συνθηκολόγησή τους την 8 Σεπτεμβρίου 1943 (πολλοί Ιταλοί κρύφτηκαν στα σπίτια των προσφύγων της συνοικίας του Ασυρμάτου) και από τους Γερμανούς μέχρι την απελευθέρωση την 12 Οκτωβρίου 1944.

Οι εγκαταστάσεις της Σχολής του Ναυτικού, κατά τις μάχες που έγιναν στο λόφο Φιλοπάππου και στη συνοικία του Ασυρμάτου στην διάρκεια των Δεκεμβριανών το 1944, καταστράφηκαν από βολές όπλων και πυρκαγιά και στη συνέχεια εγκαταλείφθηκαν μεταπολεμικά από το ναυτικό.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 το οικοδομικό υλικό, οι πελεκητές πέτρες και τμήματα κτιρίων που δεν καταστράφηκαν από τις εγκαταστάσεις της Ναυτικής Σχολής, όπως θυμούνται οι παλαιοί κάτοικοι της περιοχής(13), χρησιμοποιήθηκαν για την οικοδόμηση των νέων πέτρινων διόροφων κατοικιών, ώστε να λυθεί εν μέρει το πρόβλημα στέγασης των προσφύγων από την Αττάλεια στη συνοικία του Ασυρμάτου.

Στο τετράγωνο περικλείεται η Σχολή του Ναυτικού και στο περίγραμμα φαίνεται η συνοικία Ασύρματος των προσφύγων. Είναι εμφανή τα όρια της συνοικίας, με την γειτονική περιοχή των Πετραλώνων όπου υπάρχει τετράγωνη ρυμοτομία.

_____________

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου