Κυριακή 7 Ιουλίου 2024

Ωρα... «δημοψηφίσματος» υπέρ ή κατά της Ακροδεξιάς

 Μαρίν Λεπέν- Τζορνταν Μπαρντελά

 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
AP Photo/Christophe Ena


Ο γαλλικός λαός προσέρχεται στις κάλπες για τον β’ γύρο των βουλευτικών εκλογών για να κρίνει αν θα επιτρέψει στη Λεπέν να κάνει το πρώτο της σάλτο προς την εξουσία ή αν θα επιβραβεύσει τη γενναία προσπάθεια της Αριστεράς να αποτρέψει την ακροδεξιά λαίλαπα ● Τα σενάρια της επόμενης ημέρας.

Τυπικά η Γαλλία έχει αύριο βουλευτικές εκλογές. Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για δημοψήφισμα μ’ ένα σαφές ερώτημα προς τους Γάλλους: Θέλετε ακροδεξιά κυβέρνηση;

Αν η απάντηση το βράδυ της Κυριακής είναι «ναι», τότε η Γαλλία κατά πάσα πιθανότητα θα εισέλθει σε μια περίοδο πολιτικής αστάθειας παρασύροντας ενδεχομένως μαζί της και ολόκληρη την Ευρώπη. Θα είναι η πρώτη φορά που στη Γαλλία θα υπάρχει δυαρχία, με έναν πρωθυπουργό που αλληθωρίζει προς τα άκρα δεξιά και έναν πρόεδρο που αλληθωρίζει άλλοτε προς τα αριστερά κι άλλοτε προς τα δεξιά. Θα πηγαίνουν μαζί στις συνόδους των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων και οι ακροατές τους θα ελέγχουν αν ο αρχηγός του γαλλικού κράτους λέει τα ίδια με τον αρχηγό της γαλλικής κυβέρνησης. Θα ανακοινώνει ο Μακρόν πρόσθετη οικονομική βοήθεια προς την Ουκρανία και θα πρέπει να την υλοποιήσει ο Μπαρντελά, του οποίου το κόμμα έχει χρηματοδοτηθεί από το καθεστώς Πούτιν. Και στο παρασκήνιο η Μαρίν Λεπέν θα κινεί τα νήματα έχοντας έναν πρωταρχικό στόχο: το πώς η ίδια θα γίνει το 2027 η πρώτη γυναίκα πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας. Και το πώς φυσικά το «πουλέν» της, ο Μπαρντελά, μπορεί στο μεταξύ να την εξυπηρετήσει αναλαμβάνοντας την πρωθυπουργία

Από την πλευρά του ο Εμανουέλ Μακρόν -που έχει δηλώσει ότι αποκλείεται να παραιτηθεί- θα φροντίσει στην περίπτωση αυτή να έχει πάντα τον τελευταίο λόγο στα θέματα της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής, αφήνοντας στον ακροδεξιό πρωθυπουργό του τη φθορά από την υπόλοιπη διαχείριση της εξουσίας. Οι πάντες γνωρίζουν ότι η δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας είναι εξαιρετικά προβληματική, ότι οι Βρυξέλλες έχουν ζητήσει θηριώδεις περικοπές των κρατικών δαπανών της και ότι οι οίκοι αξιολόγησης ετοιμάζονται εκ νέου να πλήξουν τη δανειοληπτική της ικανότητα. Συνεπώς τα περιθώρια κινήσεων της οποίας γαλλικής κυβέρνησης στα οικονομικά ζητήματα από δω και στο εξής θα είναι μάλλον περιορισμένα.

Ως προς τον διεθνή παράγοντα, το Βερολίνο δεν φαίνεται να έχει καμία διάθεση να ευνοήσει τις όποιες επιδιώξεις του Μπαρντελά, κυρίως στα οικονομικά θέματα, ενώ στη Ρώμη δεν είναι βέβαιο ότι η Τζόρτζια Μελόνι θα σταθεί αρωγός στις προσπάθειες της Μαρίν Λεπέν να γίνει αυτή η πρώτη κυρία της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς. Αλλωστε η ίδια η Μελόνι δείχνει προς το παρόν να απολαμβάνει πλήρως αυτόν τον ρόλο. Τούτων δοθέντων αν μετά την Κυριακή υπάρξει συγκατοίκηση με την Ακροδεξιά στα ανώτατα κλιμάκια της γαλλικής εξουσίας, αυτή -σε ό,τι τουλάχιστον αφορά τη διεθνή θέση της Γαλλίας- δεν θα είναι ειδυλλιακή, όπως άλλωστε ομολογούν και δημοσίως πλέον Γάλλοι διπλωμάτες.

Αν από την άλλη οι Γάλλοι, απαντήσουν «όχι» στο δημοψήφισμα της Κυριακής, δηλώνοντας πως δεν θέλουν ακροδεξιά κυβέρνηση, (κάτι που όλο και περισσότερο πιθανολογούν τις τελευταίες μέρες οι δημοσκοπήσεις), τότε ο πρόεδρος Μακρόν θα πρέπει να διερευνήσει τι είδους κυβέρνηση μπορεί να υπάρξει στην χώρα, με δεδομένο ότι κανένα κόμμα δεν θα έχει την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση. Κάτι που δεν είναι απολύτως προβληματικό, αφού στη Γαλλία η κυβέρνηση δεν είναι υποχρεωμένη να λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης των βουλευτών (αρκεί η εμπιστοσύνη του πρόεδρου), τα δε νομοσχέδια, ελλείψει κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, μπορούν να υιοθετούνται και με προεδρικά διατάγματα. Οπως άλλωστε συνέβη τα δύο τελευταία χρόνια.

Το βασικό μέλημα του Μακρόν θα είναι λοιπόν από τη Δευτέρα και μετά να εξασφαλίσει ότι για τουλάχιστον έναν χρόνο ο πρωθυπουργός που (ενδεχομένως μετά από συνεννόηση με την Αριστερά) θα ορίσει δεν θα κινδυνεύει να πέσει από πρόταση μομφής. Μια πρόταση μομφής που δεν θα μπορούσε ποτέ να υιοθετηθεί χωρίς ακροδεξιές και αριστερές ψήφους και η οποία θα οδηγούσε τη Γαλλία σε κυβερνητικό κενό, λαμβανομένου υπόψη ότι ο πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει το δικαίωμα να προκηρύξει νέες εκλογές πριν περάσει ένας χρόνος από τις προηγούμενες.

Ως προς τον χαρακτήρα της μετεκλογικής κυβέρνησης, θα μπορούσε ενδεχομένως να είναι μια κυβέρνηση τεχνοκρατών, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται και το ενδεχόμενο μιας ευρύτερης πολιτικής συμφωνίας κυβερνητικής συνεργασίας με βασικό κορμό κάποιες από τις συνιστώσες της Αριστεράς και την παράταξη Μακρόν. Πόσο μάλλον όταν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι παρατάξεις του Μακρόν και της Αριστεράς, που έστω και μετά πολλών βασάνων συγκρότησαν στο παρά πέντε ένα δημοκρατικό μέτωπο, αθροιστικά θα μπορούσαν να έχουν την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση.

Στην περίπτωση αυτή η Ανυπότακτη Γαλλία του Ζαν-Λικ Μελανσόν θα μπορούσε να διευκολύνει τα πράγματα επιλέγοντας την οδό της ανοχής και όπου χρειαστεί της αποχής από οποιαδήποτε κοινοβουλευτική διαδικασία που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πτώση της κυβέρνησης. Κάτι που θα εξυπηρετούσε την ίδια, αφού -όπως έχει δηλώσει- αν μπει σε κυβέρνηση θα μπει μόνο για να εφαρμόσει το πρόγραμμα της, αλλά και όλους τους υπόλοιπους. Ολα αυτά συνιστούν βεβαίως μεσοπρόθεσμες λύσεις, αλλά δεν αντιμετωπίζουν το μείζον πρόβλημα της Γαλλίας, που δεν είναι άλλο από την εκτίναξη της Ακροδεξιάς η οποία το 2017 είχε οχτώ έδρες, το 2022 90 έδρες και το 2024 πάνω από 200 έδρες. Μια Ακροδεξιά που ώς τις προεδρικές εκλογές του 2027 θα ισχυρίζεται ότι, ενώ είναι η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της χώρας, την «πέταξε έξω το σύστημα» και η οποία θα έχει απέναντί της μια παράταξη Μακρόν σε απόλυτη αποσύνθεση και μια ενωμένη Αριστερά που όταν οι εκλογές γίνονται με απλή αναλογική διασπάται και όταν γίνονται με πλειοψηφικό ενώνεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου