Αίσθηση προκάλεσε ένα βίντεο που κυκλοφόρησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το οποίο καταγράφει τον ανταποκριτή της φιλοκυβερνητικής τηλεόρασης NTV στην Ουάσινγκτον, Χουσεΐν Γκιουνάι, να δηλώνει on camera ότι η Τουρκία «δεν κέρδισε τίποτα» από τη συνάντηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.

Ακόμη, σύμφωνα με το Turkish Minute, στο ίδιο πλάνο ο Γκιουνάι μιλά για μια «τριγωνική μάχη ισχύος» ανάμεσα στον υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, τον γιο του Ερντογάν, Μπιλάλ, και τον γαμπρό του, Σελτσούκ Μπαϊρακτάρ, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι ανταγωνισμοί σχετίζονται με τον έλεγχο της χώρας σε μια μελλοντική «μετα-Ερντογάν» εποχή.

Κριτική στον Ερντογάν προκάλεσε η «γκάφα»


Η «γκάφα» με το ανοιχτό μικρόφωνο ήρθε μετά την πρώτη επίσκεψη του Ερντογάν στον Λευκό Οίκο εδώ και έξι χρόνια. Η συνάντηση με τον Τραμπ θεωρήθηκε από επικριτές ως μια διαδικασία στην οποία η Άγκυρα έκανε παραχωρήσεις χωρίς να αποσπάσει συγκεκριμένα οφέλη στα χρόνια προβλήματα των σχέσεων με τις ΗΠΑ.

Ο Τραμπ ζήτησε δημόσια από την Τουρκία να σταματήσει την αγορά ρωσικού πετρελαίου, ενώ υπαινίχθηκε ότι θα μπορούσε να άρει τις κυρώσεις που εμποδίζουν την πώληση των αμερικανικών F-35 στην Άγκυρα. Ωστόσο, οι δηλώσεις του δεν συνιστούν σαφή αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής.

Εσωτερικά προβλήματα

Λίγο μετά τη συνάντηση, η Turkish Airlines ανακοίνωσε συμφωνία για την αγορά έως και 225 αεροσκαφών Boeing. Οι επικριτές θεώρησαν την κίνηση ως «δώρο» που διέταξε ο Ερντογάν για να εξασφαλίσει το ραντεβού με τον Τραμπ.

Μάλιστα, η τουρκική αντιπολίτευση είχε ήδη καταγγείλει –πριν αποκαλυφθεί η συμφωνία– ότι ο Ερντογάν είχε μυστική συνάντηση με τον γιο του Τραμπ, στην οποία δεσμεύτηκε για μια τέτοια αγορά ώστε να ανοίξει ο δρόμος για το Οβάλ Γραφείο.

Τι αναφέρουν οι αναλυτές

Αναλυτές επισημαίνουν ότι, παρά τον καλό τόνο στη συνάντηση των δύο ηγετών, τα αγκάθια στις σχέσεις ΗΠΑ–Τουρκίας παραμένουν: η αποπομπή της Άγκυρας από το πρόγραμμα των F-35 το 2019 και οι αμερικανικοί περιορισμοί λόγω της αγοράς του ρωσικού συστήματος S-400 εξακολουθούν να βαραίνουν τις διμερείς σχέσεις.