Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2021

Διφορούμενα μηνύματα στο μάξιμουμ εκπέμπει το μέγαρο Μαξίμου

 Διφορούμενα μηνύματα στο μάξιμουμ εκπέμπει το μέγαρο Μαξίμου

EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ
 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ 



Χωρίς πυξίδα και με τη λογική τού «βλέποντας και κάνοντας», η κυβέρνηση παρακάμπτει τους επιστήμονες και διαχειρίζεται την πανδημία με παλινωδίες, κορύφωση των οποίων αποτέλεσαν οι αντιφάσεις στο άνοιγμα των σχολείων και στο κλείσιμο των εκκλησιών.

«Είναι λογικό να αλλάζει γνώμη και πορεία η κυβέρνηση όταν αλλάζουν τα δεδομένα σε μια τόσο δυναμικά εξελισσόμενη κατάσταση. Αυτό που δεν είναι λογικό είναι να εκπέμπονται αντικρουόμενα μηνύματα και να μην υπάρχει συνοχή στην εκπομπή των μηνυμάτων». Τάδε έφη ο καθηγητής Ηλίας Μόσιαλος σε ανάρτησή του στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης στις 5 Ιανουαρίου. Στην ίδια ανάρτηση μάλιστα σημείωνε ότι «η υλοποίηση των μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας πρέπει να είναι οριζόντια. Επομένως η εφαρμογή πρέπει να είναι ενιαία από όλους τους οργανισμούς (θρησκευτικούς, δημόσιους η ιδιωτικούς)».

Αυτό που βλέπουμε από την κυβέρνηση είναι ότι εξακολουθεί να διαχειρίζεται την πανδημία με τη λογική του «βλέποντας και κάνοντας» χωρίς πυξίδα. Βλέπουμε μπρος-πίσω στις κυβερνητικές ανακοινώσεις, αντικρουόμενα μηνύματα και έλλειψη συνοχής στην εκπομπή τους. Βλέπουμε η επιτροπή εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας να εργαλειοποιείται προκειμένου να νομιμοποιηθούν κυβερνητικές αποφάσεις και βλέπουμε την κυβέρνηση πότε να την παρακάμπτει ανοιχτά και πότε να επιχειρεί να κρυφτεί πίσω από εκείνη.

Βλέπουμε, τέλος, και τα μέτρα που αποφασίζονται να μην έχουν οριζόντια εφαρμογή, αλλά τελικά η κυβέρνηση να υποχωρεί διαρκώς μπροστά στην Εκκλησία, την οποία, υπό τον φόβο της ρήξης, αντιμετωπίζει με ειδική μεταχείριση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διασπορά του κορονοϊού.

Και μπορεί ο ανασχηματισμός να διαφημίστηκε ως «νέο ξεκίνημα» σε μια προσπάθεια να διασκεδαστεί η φθορά της κυβέρνησης λόγω των χειρισμών της στην πανδημία, αλλά στην πραγματικότητα δεν υπήρξε τίποτα που να σηματοδοτεί κάτι τέτοιο, ούτε και να απαντάει στο θέμα της διαχείρισης της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης. Ούτως ή άλλως αλλαγές στα κρίσιμα υπουργεία που χειρίστηκαν την πανδημία δεν περιμέναμε, αφού αυτό θα αποτελούσε παραδοχή αποτυχίας της κυβερνητικής πολιτικής. Αλλά τελικά η στόχευση του ανασχηματισμού ήταν επί της ουσίας μόνο εσωκομματική.

Να μπει, δηλαδή, στην κυβέρνηση ένας αριθμός βουλευτών, προκειμένου να δοθεί ένα μήνυμα ότι αξιοποιούνται κοινοβουλευτικά στελέχη με στόχο να κατευναστεί η γκρίνια και η δυσφορία στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ. που εκφράζεται για μια σειρά από ζητήματα της επικαιρότητας και η οποία έχει τις ρίζες της στο γεγονός ότι πολλοί βουλευτές νιώθουν αποκομμένοι από τη διακυβέρνηση του «επιτελικού κράτους», ενώ «γαλάζια» στελέχη έχουν ενοχληθεί από την αξιοποίηση στο κυβερνητικό σχήμα μεγάλου αριθμού εξωκοινοβουλευτικών και πολλών προσώπων που προέρχονται από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ.

Γνωμοδοτήσεις

Από τον ανασχηματισμό βγήκε βέβαια ενισχυμένη και η ακροδεξιά πτέρυγα της Ν.Δ. με την αναβάθμιση εκπροσώπων της και πρώτα απ’ όλα του Μάκη Βορίδη που έγινε τώρα υπουργός Εσωτερικών. Πίσω από την κίνηση αυτή στελέχη της Ν.Δ. βλέπουν και προσπάθεια του πρωθυπουργού να συσπειρώσει το σκληρό και ακροδεξιό ακροατήριο και εν όψει ενδεχόμενων εκλογών το φθινόπωρο.

Αλλά τα αντικρουόμενα μηνύματα και η έλλειψη συνοχής στην εκπομπή τους από την κυβέρνηση έγιναν ξανά ορατά πολύ πρόσφατα με το θέμα του ανοίγματος των σχολείων. Την προηγούμενη Κυριακή η κυβέρνηση ανακοίνωσε -διά του τότε κυβερνητικού εκπροσώπου Στέλιου Πέτσα- το άνοιγμα όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης την ερχόμενη Δευτέρα 11 Ιανουαρίου, «αδειάζοντας» την επιτροπή η οποία θα συνεδρίαζε την επόμενη μέρα γι’ αυτό το θέμα. Επειτα ήρθε η σειρά των ειδικών να «αδειάσουν» την κυβέρνηση, εκφράζοντας τη δυσφορία τους και εισηγούμενοι να ανοίξουν μόνο Δημοτικά και Νηπιαγωγεία, με την κυβέρνηση να υποχρεώνεται να το αποδεχτεί.

Αλλά μετά η ίδια η κυβέρνηση έθεσε υπό αίρεση την απόφασή της αυτή, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να μην ανοίξουν τα σχολεία τη Δευτέρα και λέγοντας ότι θα περιμένει νέα εισήγηση της επιτροπής (την οποία είχε παρακάμψει στην πρώτη φάση και μετά όμως η επιτροπή είχε πλέον ήδη γνωμοδοτήσει), αιφνιδιάζοντας έτσι πολίτες και επιστήμονες. Μετά την έντονη σύγχυση και το αλαλούμ που προκλήθηκε από την πολυφωνία διαφορετικών κυβερνητικών στελεχών, μάθαμε ότι τελικά θα ισχύσει το άνοιγμα σχολείων και νηπιαγωγείων τη Δευτέρα.

Οσον αφορά το θέμα της Εκκλησίας, η κυβέρνηση, στο πλαίσιο αυστηροποίησης του λοκντάουν μετά την Πρωτοχρονιά, ανακοίνωσε ότι οι εκκλησίες θα είναι κλειστές στους πιστούς και δεν θα ανοίξουν για λειτουργίες τα Φώτα, αντίθετα με ό,τι είχε συμβεί τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Μετά τις αντιδράσεις από τους ιεράρχες η κυβέρνηση παραχώρησε αρχικά την προσέλευση πιστών για ατομική λατρεία, όπως ίσχυσε στις γιορτές πριν την αυστηροποίηση του λοκντάουν. Και μετά τα έδωσε όλα.

Μπορεί στο τετ α τετ με τον Αρχιεπίσκοπο, στο ενδιάμεσο της ορκωμοσίας των νέων μελών του υπουργικού σχήματος, ο Κυρ. Μητσοτάκης να εμφανίστηκε, σύμφωνα με το μέγαρο Μαξίμου, να καλεί την Εκκλησία «να αναλάβει τις δικές της ευθύνες», όμως στην πραγματικότητα προχωρούσε σε μια σιωπηρή αποδοχή των όρων του κ. Ιερώνυμου για ανοιχτές εκκλησίες.

Ετσι στο ερώτημα αν, στην περίπτωση της Εκκλησίας, τα μέτρα που ισχύουν για την πανδημία τα καθόρισε η επιτροπή, όπως θα έπρεπε, αν τα καθόρισε ο πρωθυπουργός, όπως προσπάθησε, ή αν τα καθόρισε ο Αρχιεπίσκοπος, αποδείχτηκε ότι τελικά συνέβη το τρίτο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου