Να φέρει τον Κυριάκο Μητσοτάκη απολογούμενο στη Βουλή (και) για τα ζητήματα της ακρίβειας επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία με την επίκαιρη ερώτηση που κατάθεσε χθες Δευτέρα στον πρωθυπουργό ο Αλέξης Τσίπρας.

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης καλεί τον κ. Μητσοτάκη να απαντήσει γιατί η κυβέρνηση, με αφορμή και το νέο αρνητικό ρεκόρ στον πληθωρισμό για το Σεπτέμβριο, δεν λαμβάνει ουσιαστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της αισχροκέρδειας, καθώς κι αν προτίθεται να μειώσει έμμεσους φόρους σε τρόφιμα και καύσιμα ώστε να υπάρξει ουσιαστική ελάφρυνση της κοινωνίας.

Στην Κουμουνδούρου εγκαλούν τον πρωθυπουργό και για το ότι, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, οι Έλληνες πληρώνουν το ακριβότερο ρεύμα στην Ευρώπη για το πρώτο εξάμηνο του 2022 (προ φόρων κι επιδοτήσεων), καθώς και για την παντελή απουσία ελέγχων σε όλο το εύρος της αγοράς.Προς αυτή την κατεύθυνση, εξάλλου, ανάδειξης των ευθυνών Μητσοτάκη, αλλά και της εναλλακτικής που υπάρχει μέσα από τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ ετοιμάζονται δράσεις και πρωτοβουλίες του κόμματος σε όλη την επικράτεια.

Στο μεταξύ, στην αντικειμενική πολιτική ευθύνη του Κυριάκου Μητσοτάκη για το σκάνδαλο των υποκλοπών καταλήγει το πόρισμα των μελών της σχετικής εξεταστικής επιτροπής που ανήκουν στο ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία και το οποίο θα συζητηθεί, όπως και των υπόλοιπων κομμάτων, στη συνεδρίαση της επιτροπής την Πέμπτη.

Κοινοβουλευτικές πηγές της αξιωματικής αντιπολίτευσης ισχυρίζονται στο CNN Greece πως δεν θα μπορούσε να κατατεθεί ενιαίο πόρισμα σύσσωμης της αντιπολίτευσης γιατί τα υπόλοιπα κόμματα είχαν άλλες στοχεύσεις από τη δική τους: «Το ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ θέτει στο επίκεντρο την υπόθεση Ανδρουλάκη, το ΚΚΕ την παρακολούθηση του τηλεφωνικού του κέντρου και την υπόθεση Πιτσιόρλα, ενώ η Ελληνική Λύση κινήθηκε στη λογική “όλοι παρακολουθούσατε”. Εμείς βάζουμε στο κάδρο το καθεστώς Μητσοτάκη και το σύστημα στο Μέγαρο Μαξίμου που σχεδίασε και υλοποίησε τις παρακολουθήσεις».

Την ίδια ώρα, παραδέχονται ότι εξαιτίας της επίκλησης του απορρήτου από τη συντριπτική πλειονότητα των μαρτύρων για τις υποθέσεις Ανδρουλάκη και Κουκάκη- εξαίρεση ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος- δεν έγινε εφικτό να μετουσιώσουν σε αποδείξεις τις ισχυρές αποχρώσες ενδείξεις που έχουν και για ποινικές ευθύνες του πρωθυπουργού.

Στην Κουμουνδούρου, ωστόσο, δεσμεύονται ότι στην επόμενη Βουλή κι αν φυσικά διαθέτουν την πλειοψηφία μαζί με τις υπόλοιπες προοδευτικές δυνάμεις- δηλαδή το ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ- θα προχωρήσουν στη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, η οποία θα έχει κι ανακριτικές αρμοδιότητες και θα μπορέσει να πιέσει περισσότερο για την αποκάλυψη της αλήθειας.

Όσον αφορά τα σενάρια περί κλειστής συνεδρίασης της Ολομέλειας για τη συζήτηση επί του πορίσματος, στο ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ δεν πιστεύουν ότι το Μέγαρο Μαξίμου θα φτάσει ως το σημείο ενεργοποίησης του άρθρου 57 του Κανονισμού της Βουλής που επιτρέπει κάτι τέτοιο, αλλά το οποίο δεν είχε ενεργοποιηθεί ούτε καν στην περίπτωση των Ιμίων.

Άλλωστε, φτάνουν και στα αφτιά βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ ενστάσεις που διατυπώνονται κι από συναδέλφους τους της ΝΔ οι οποίοι αναρωτιούνται ποια σκοπιμότητα θα εξυπηρετούνταν από τη μη δημοσιοποίηση του πορίσματος της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας όταν τα υπόλοιπα κόμματα δημοσιοποιούν ήδη τα δικά τους κι όταν έτσι κι αλλιώς οι περισσότεροι στην επιτροπή επικαλέστηκαν το απόρρητο και δεν μπήκαν στην ουσία της υπόθεσης.

Ταυτοχρόνως, κοινοβουλευτικές πηγές του ΣΥΡΙΖΑ μας έλεγαν πως ο πρόεδρος της Βουλής, Κώστας Τασούλας, υποχρεούται να ανακοινώσει στο Σώμα την παραλαβή από τον ίδιο του πορίσματος της εξεταστικής επιτροπής και να το καταθέσει στα πρακτικά: «Αν τηρηθεί η κοινοβουλευτική διαδικασία, και οι 300 βουλευτές θα έχουν πρόσβαση στο πόρισμα, εξέλιξη που αφαιρεί ένα ακόμα επιχείρημα της ΝΔ περί αναγκαιότητας μυστικότητας της συνεδρίασης της Ολομέλειας».

Όπως κι αν έχει, και το σύνολο της πολιτικής επικαιρότητας θα αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης της Πολιτικής Γραμματείας υπό τον Αλέξη Τσίπρα σήμερα Τρίτη, η οποία θα προετοιμάσει και την Κεντρική Επιτροπή της προσεχούς Παρασκευής και Σαββάτου η οποία με τη σειρά της θα εστιάσει στις αυτοδιοικητικές εκλογές και στην προσπάθεια «άλωσης» της ΓΣΕΕ.