Κυριακή 28 Μαΐου 2023

Αναζητώντας τις αιτίες της ήττας και τον διάδρομο εξόδου από την κρίση

 

 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ 



Από τις γειτονιές μέχρι τα κομματικά όργανα κι από τους απλούς ψηφοφόρους μέχρι τους επιστήμονες, επιχειρούμε να φωτίσουμε όψεις αυτής της ήττας, ώστε να ανιχνεύσουμε διαδρομές εξόδου από μια κρίση που απειλεί όχι μόνο την Αριστερά, αλλά την ίδια τη δημοκρατία.

Μία εβδομάδα μετά τον πολιτικό σεισμό που άλλαξε το πολιτικό σκηνικό, με συντριπτική νίκη της Νέας Δημοκρατίας και κατάρρευση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ, η συζήτηση για την επόμενη ημέρα της χώρας έχει φουντώσει και η ανησυχία για ενδεχόμενη διολίσθηση του πολιτικού συστήματος σε δημοκρατία του ενάμισι κόμματος έχει γενικευτεί.

Ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να κάνει «άλμα μεγαλύτερο από τη φθορά» και σε ελάχιστο χρόνο να ανασυνταχθεί και να δώσει την επόμενη μάχη, την κρισιμότερη ίσως της ώς τώρα διαδρομής του. Το κόμμα το ίδιο, τα μέλη κι οι φίλοι του, οι 1.184.415 ψηφοφόροι του, αναζητούν τις αιτίες αυτής της ήττας, οι οποίες, όσο πιο γρήγορα διαγνωστούν, θα οδηγήσουν σε ανάταξη και ανάκαμψη στις εκλογές του Ιουνίου. Από τις γειτονιές μέχρι τα κομματικά όργανα κι από τους απλούς ψηφοφόρους μέχρι τους επιστήμονες, επιχειρούμε να φωτίσουμε όψεις αυτής της ήττας, ώστε να ανιχνεύσουμε διαδρομές εξόδου από μια κρίση που απειλεί όχι μόνο την Αριστερά, αλλά την ίδια τη δημοκρατία.

«Φαίνεται σαν ένα μελίσσι που βουίζει και δεν μπορεί να συντονιστεί. Αντί να πηγαίνει στον δημόσιο διάλογο με τη δική του ατζέντα, τα στελέχη απολογούνταν για πράγματα που δεν όφειλαν να απολογούνται. Τώρα, σε ελάχιστο χρόνο, οφείλουν τα στελέχη να συνταχθούν σε μια γραμμή πίσω από τον πρόεδρο και να αναδείξουν τις προγραμματικές θέσεις αλλά και να δείξουν ότι το πρόγραμμα του κόμματος είναι ρεαλιστικό, εφικτό και υπέρ της κοινωνίας».

Η Σοφία είναι μια από τις πιο ψύχραιμες φωνές στην πιο δύσκολη ώρα του ΣΥΡΙΖΑ. Λίγο πριν από τα 40 της, η επιστημόνισσα που επέστρεψε στην Ελλάδα από το εξωτερικό εν μέσω κρίσης, για να προσφέρει στη χώρα, ψηφίζει συστηματικά ΣΥΡΙΖΑ και εξακολουθεί να στηρίζει το κόμμα και εν όψει της κάλπης του Ιουνίου. «Παρ' όλη την απογοήτευση, εξακολουθώ να το στηρίζω -δεν γίνεται να μην υπάρχει ένας ισχυρός πόλος που να υπερασπίζεται τη δημοκρατία, τα δημόσια αγαθά και να υλοποιεί μια ανάπτυξη προς όφελος των πολιτών».

Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ είναι σε πένθος και μάλιστα υποχρεωμένοι να το διαχειριστούν ταχύτατα. Το μέγεθος του σοκ που έχουν υποστεί είναι τεράστιο, όχι μόνο γιατί το κόμμα τους ηττήθηκε αλλά και γιατί ηττήθηκε συντριπτικά, με μια διαφορά που έβαψε μπλε τον χάρτη -πλην Ροδόπης. Ο αιφνιδιασμός ήταν τεράστιος, αφού οι ανοιχτές συγκεντρώσεις του ΣΥΡΙΖΑ παντού ήταν ογκωδέστατες, αλλά και γιατί πουθενά -ούτε στον πραγματικό ούτε στον ψηφιακό κόσμο- δεν εκδηλωνόταν αυτό το τεράστιο κύμα που έδωσε ηγεμονικά ποσοστά στη Νέα Δημοκρατία.

Ωστόσο, αυτές οι κατά γενική ομολογία «βουβές εκλογές» έφεραν μια ανατροπή, το μέγεθος της οποίας σοκάρει ακόμα και εξειδικευμένους επιστήμονες ή έμπειρους δημοσιογράφους. Τι κυοφορούνταν στην ελληνική κοινωνία, ώστε να κάνει μια τόσο θεαματική και επικίνδυνη (ακρο)δεξιά στροφή; Γιατί η Αριστερά δεν αρέσει πια; Γιατί οι νέοι και το πρεκαριάτο τής γύρισαν την πλάτη; Γιατί οι φτωχογειτονιές ψήφισαν Νέα Δημοκρατία;

«Δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις, το ξέρουμε. Αλλά, τουλάχιστον, να τεθούν οι ερωτήσεις. Γιατί, αν μείνουμε μόνο στο γιατί καταποντίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, χάνουμε τις υπόλοιπες και μαζί τους τη μεγάλη εικόνα. Γιατί δεν μπήκε στη Βουλή το ΜέΡΑ25; Γιατί τόσο χαμηλά η ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Γιατί ακόμα και το ΚΚΕ που ανέβηκε δεν έκανε άλμα; Γιατί ένα ρασοφόρο κόμμα φλερτάρει με τη Βουλή;» -η Ευαγγελία στα 70 της χρόνια έχει δει πολλά.

Δεν είναι από αυτούς που δεν παραδέχονται την ήττα και ποστάρουν Αναγνωστάκη στο διαδίκτυο -αντιθέτως, τη βλέπει και την τρομάζει. «Οχι για τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για τη χώρα που μεγαλώνουν τα εγγόνια μου. Η Αριστερά έχει ζήσει πολλές ήττες και τώρα οφείλει να σηκωθεί και να ανασκουμπωθεί. Αν ανοίξετε ωστόσο τον φακό, θα δείτε ότι αυτό που ζούμε δεν είναι μόνο δικό μας πρόβλημα, δέστε τι γίνεται στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μια σειρά από λάθη και οφείλουμε όλοι να τα δούμε, αλλά δεν γίνεται να αυτομαστιγωνόμαστε, παραβλέποντας τη μεγάλη εικόνα -κι αυτή είναι ζοφερή».

«Πονάει το μυαλό μου, δεν μπορώ να το χωνέψω με τίποτα», μας λέει η Ελένη. Μητέρα δύο παιδιών, ιδιωτική υπάλληλος, όπως κι ο άντρας της -επιβιώνουν με δύο εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς. «Ζούμε σε άλλη χώρα; Μόνο τα δικά μας χρήματα τελειώνουν πριν βγει ο μήνας; Είναι όλοι τόσο άνετοι και τόσο πετυχημένοι; Εχουν βίλες στο Πέραμα και στο Κερατσίνι; Οι νέοι θέλουν ιδιωτικά πανεπιστήμια και μπάτσους στα δημόσια;

»Τώρα, στα του ΣΥΡΙΖΑ, νομίζω ότι πρέπει να ψαχτεί ο Τσίπρας, για να δει γιατί υπάρχει από όλους όσοι έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ (κι είναι πολλοί όσοι δεν πήγαν στις κάλπες) τέτοιο μένος προσωπικά εναντίον του. Και θα πρέπει τα στελέχη να προσέχουν λίγο τις δηλώσεις τους, έτσι ώστε να μην υπάρχουν δεύτερες και τρίτες και τέταρτες ερμηνείες, γιατί τα ΜΜΕ τούς την έχουν στημένη από παντού να διαστρεβλώσουν τα λόγια τους και να τους κάνουν πρώτη είδηση επί μέρες».

Οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι -αυτοί που καλούνται και πάλι να δώσουν τη μάχη πόρτα πόρτα, άνθρωπο τον άνθρωπο εν όψει της δεύτερης κάλπης- βλέπουν τον αρχηγό τους να κανιβαλίζεται από τα ΜΜΕ, το κόμμα τους να λοιδορείται, το μιντιακό σύστημα συντεταγμένο να επιχειρεί να ισοπεδώσει το εγχείρημα που έγινε συνώνυμο της ελπίδας στα πιο σκοτεινά χρόνια της κρίσης, το καθεστώς της Δεξιάς να ενορχηστρώνει την αντεπίθεσή του ώστε «να τελειώνει με την Αριστερά». Σαν να μην τους έφταναν όλα αυτά, έχουν να αντιμετωπίσουν και τους απογοητευμένους συντρόφους τους, που στον ψηφιακό καφενέ... βγάζουν διαβατήρια για να φύγουν από τη χώρα ή κουνάνε το δάχτυλο στην κοινωνία που δεν τους ψήφισε ή βγάζουν εσωκομματικά μαχαίρια σε δημόσια θέα.

«Υπάρχει οδύνη, υπάρχει θυμός, υπάρχει φόβος, όλα ανθρώπινα και γι' αυτό δεν είναι ξένα, που έλεγε κι ο Μαρξ», μας λέει ο Στέλιος. «Ωστόσο, τώρα οφείλουμε να τιθασεύσουμε το συναίσθημα και να δούμε την επόμενη μάχη. Κάναμε αμέτρητα λάθη σε πολλά επίπεδα -και οργανωτικά και στρατηγικά και τακτικά και επικοινωνιακά, αλλά η κεντρική μας επιλογή, η στράτευσή μας στην Αριστερά δεν είναι λάθος.

»Είναι ακριβώς αυτό που είπε ο Λούλα κι έθεσε ο Τσίπρας ως δίλημμα στην κεντρική συγκέντρωση στο Σύνταγμα: θέλουμε να μας κυβερνά μια Αριστερά που κάνει ό,τι μπορεί (και κάνει και λάθη, θα πω εγώ) ή μια Δεξιά που κάνει ό,τι θέλει; Σ' αυτό δίλημμα πρέπει να καλέσουμε τους ανθρώπους να απαντήσουν τον Ιούνιο».

Ανασύνταξη εν κινήσει

Στις 26 Μαΐου του 2019, στις κάλπες των ευρωεκλογών κι έπειτα από 4 χρόνια διακυβέρνησης υπό τη μέγγενη των δανειστών, ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει με σχεδόν 9,4 μονάδες διαφορά από τη Ν.Δ. Το σοκ είναι μεγάλο αφού βλέπει περίπου 600.000 ψηφοφόρους του να τον εγκαταλείπουν, όπως απόλυτος είναι και ο αιφνιδιασμός, αφού και τότε το επιτελείο τής Κουμουνδούρου δεν μπόρεσε έγκαιρα να «διαβάσει» τις κινήσεις της κοινωνίας. Ο χάρτης βάφεται σχεδόν ολόκληρος μπλε, ο διεθνής Τύπος κάνει λόγο για πολιτικό σεισμό και ο Αλέξης Τσίπρας ανακοινώνει πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.

Το κομματικό αφήγημα που κυριάρχησε τότε ήταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπέστη στρατηγική ήττα και ότι, παρά το αποτέλεσμα, εξακολουθούσε να παραμένει ο βασικός εκφραστής τού κεντροαριστερού χώρου. Ενάμιση μήνα αργότερα πραγματοποιούνται οι βουλευτικές εκλογές. Η Ν.Δ. τις κερδίζει με 39,8% έναντι 31,5% του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο στην Κουμουνδούρου επικρατεί μάλλον ανακούφιση αφού μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα το κόμμα κέρδισε 8 μονάδες σε σχέση με την κάλπη του Μαΐου - αυτή η ανακούφιση είναι ένα από τα ερμηνευτικά κλειδιά της συντριπτικής ήττας της 21ης Μαΐου του 2023.

Το βράδυ των εκλογών του 2019 ο Αλέξης Τσίπρας κάνει λόγο για «εντολή μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ από τον λαό» και για τη μετατροπή του «σ' ένα σύγχρονο και μαζικό, αριστερό, προοδευτικό κίνημα με βαθιές ρίζες και ισχυρούς δεσμούς με την κοινωνία. Αυτούς τους δεσμούς θα σφυρηλατήσουμε με την κοινωνία το επόμενο διάστημα».

Ακολούθησε ένα συνέδριο που ολοκλήρωνε τον μετασχηματισμό του κόμματος και το οποίο έφερε αλλαγές, όπως π.χ. την εκλογή του προέδρου και της Κεντρικής Επιτροπής από τη βάση. Το κόμμα μετράει πάνω από 170.000 εγγεγραμμένα μέλη, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας κυριαρχούσε με συντριπτικά ποσοστά στις εσωκομματικές εκλογές. «Αν ο ΣΥΡΙΖΑ των 30.000 μελών του 2012 κέρδισε δύο εκλογικές αναμετρήσεις, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ των 172.000 μελών θα είναι το πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές», έλεγε ο πρόεδρός του.

Η σαρωτική επικράτηση της Ν.Δ. ήταν οδυνηρό σοκ για τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., κι αυτός ο απόλυτος αιφνιδιασμός για δεύτερη φορά λέει πολλά για το κόμμα, τη συγκρότηση και τη δομή του, τον τρόπο οργάνωσής του και αποτυπώνει το εύρος της απόστασης μεταξύ των κομματικών γραφείων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης όπου ο καθένας ζει στον δικό του μικρόκοσμο, με την κοινωνία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ υπέστη ίσως την πιο οδυνηρή ήττα του, αφού αυτή τη φορά δεν έχασε σε μια άνιση μάχη με υπέρτερες δυνάμεις, όπως το καλοκαίρι του 2015 που αναγκάστηκε σε συμβιβασμό με τους δανειστές μετά το δημοψήφισμα (κάτι που του αναγνώρισε ο λαός, ξαναψηφίζοντάς τον τον Σεπτέμβρη), ούτε τιμωρήθηκε για τα κυβερνητικά του πεπραγμένα, όπως το 2019. Αυτή τη φορά ο ΣΥΡΙΖΑ συνετρίβη από τον ίδιο τον εαυτό του, αφού σε ένα εξαιρετικά δυσμενές για την κοινωνία οικονομικό περιβάλλον και απέναντι σε μια κυβέρνηση που κουρέλιασε το κράτος δικαίου και τα δικαιώματα των πολιτών, ηττήθηκε με τη δεύτερη μεγαλύτερη διαφορά που έχει καταγραφεί σε ολόκληρη τη Μεταπολίτευση.

Την Πέμπτη ο πρόεδρος ενώπιον της Κεντρικής Επιτροπής ανέλαβε την ευθύνη της ήττας, κηρύσσοντας «τη λήξη του πένθους». Ο Αλέξης Τσίπρας έκανε γενναία αυτοκριτική, όχι μόνο επειδή παραδέχθηκε ότι υπήρξε στρατηγική ήττα της απλής αναλογικής, αλλά και ταυτόχρονα «ήττα της στρατηγικής μας για την απλή αναλογική», όπως επίσης ομολόγησε ότι η Ν.Δ. κατάφερε να επιβάλει την ατζέντα της, την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ έστελνε «θολά» μηνύματα στην κοινωνία χωρίς να καταφέρει να την πείσει ότι αποτελεί μια σοβαρή, εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έβαλε τον πήχη ψηλά, θέτοντας στόχο διακυβέρνησης και περιγράφοντας τον ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα εξουσίας. Το κόμμα διατηρεί τη στρατηγική απεύθυνσης προς τους δημοκρατικούς προοδευτικούς πολίτες, ενώ για το πολιτικό στίγμα ο πρόεδρος ανέφερε: «να αλλάξουμε. Και αυτό δεν είναι ζήτημα πολιτικής κατεύθυνσης. Ούτε προς το κέντρο ούτε προς τα αριστερά να αλλάξουμε. Αλλά προς τη σοβαρότητα, την υπευθυνότητα, τη συλλογικότητα».

Ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε ανασύνταξη της κεντρικής και των εκλογικών επιτροπών σε όλη τη χώρα και νέα εκλογική καμπάνια, ενώ έστειλε μήνυμα στο εσωτερικό του κόμματος παραδεχόμενος ευθαρσώς πως προεκλογικά «η εικόνα του κόμματός μας δεν εξέπεμπε συνοχή, ευθύνη, συγκρότηση» και διαμηνύοντας μετά τις παραφωνίες στελεχών σε δημόσια θέα πως «δεν έχουμε δικαίωμα στην εσωστρέφεια».

Η κάλπη που θα στηθεί σ' ένα μήνα αντιπροσωπεύει τη δυσκολότερη μάχη που θα κληθεί να δώσει ο ΣΥΡΙΖΑ σε ολόκληρη την ιστορία του κι είναι και πάλι διακυβευματική όχι μόνο ως προς το ποιος και πώς θα κυβερνήσει αυτή τη χώρα, αλλά και ως προς τον διακηρυγμένο στόχο της Νέας Δημοκρατίας «να τελειώνουμε με την Αριστερά». Ως τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποδειχθεί «πολύ σκληρός για να πεθάνει» - τώρα καλείται να αποδείξει αν βαριά λαβωμένος μπορεί να αγωνιστεί και να κερδίσει «εν κινήσει».

Επιστήμονες φωτίζουν αιτίες της ήττας

Τι πήγε λάθος; Στο ίδιο το κόμμα, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στα τηλεοπτικά πάνελ αλλά και στις εφημερίδες, η συζήτηση που κυριαρχεί αυτές τις μέρες είναι γιατί έχασε -και μάλιστα με τόσο μεγάλη διαφορά- ο ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογές. Η συντριβή τής μέχρι πρότινος κραταιάς αξιωματικής αντιπολίτευσης ενέχει τον πολύ μεγάλο κίνδυνο το πολιτικό σύστημα να διολισθήσει σε μια δημοκρατία ενάμισι κόμματος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη χώρα, αλλά και την κοινωνία.

Τι πήγε λάθος; Οι απαντήσεις που δίνουν οι επιστήμονες που φιλοξενούμε σήμερα φωτίζουν διάφορες αιτίες μιας ήττας την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται όχι μόνο να διαχειριστεί αλλά και σε χρόνο μηδέν να ξεπεράσει, ώστε να δώσει την επόμενη και πιο κρίσιμη μάχη.


Η ανάλυση -ερευνητική ή πολιτική- του αποτελέσματος της 21ης Μαΐου απαιτεί χρόνο. Ωστόσο, είμαστε υποχρεωμένοι/ες να την επιχειρήσουμε εν θερμώ, μπροστά στη νέα κάλπη.

Οι αιτίες της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ ενυπάρχουν σε όλη την πορεία του, τουλάχιστον από το 2019 και μετά. Η δομικότερη ίσως από αυτές είναι ότι ο (ορθός) στόχος της μαζικής εκλογικής απεύθυνσης ταυτίστηκε (εσφαλμένα) με μια πολυσυλλεκτική πολιτική στρατηγική.

Με απλά λόγια, αντί να διαμορφώσει μια συνεκτική και αναγνωρίσιμη ταυτότητα, ώστε η σχέση του με την εκλογική του βάση να γίνει πιο ουσιαστική και πιο σταθερή, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να ικανοποιήσει πολλαπλά κοινωνικά/ταξικά και πολιτικά/ιδεολογικά ακροατήρια, με αποτέλεσμα το μήνυμά του να είναι τελικά ασαφές και αντιφατικό.

Ωστόσο, αν η (λελογισμένη) ήττα ήταν περίπου αναμενόμενη, για να εξηγήσει την τελική της έκταση θα πρέπει κανείς να κοιτάξει και στην ίδια την προεκλογική περίοδο.

Ο συμπυκνωμένος προεκλογικός χρόνος σε συνδυασμό με λάθη και παραφωνίες έπεσε ως προβολέας και ανέδειξε όλες τις προϋπάρχουσες αδυναμίες του ΣΥΡΙΖΑ, εντείνοντας το αίσθημα αναξιοπιστίας του και απομακρύνοντας τελικά ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του.

Υπάρχει περιθώριο ελπίδας; Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δείξει τα προηγούμενα χρόνια μια αξιοθαύμαστη ανθεκτικότητα, κυρίως χάρη στην ικανότητά του να επισκευάζει το κομματικό καράβι εν πλω.

Περίπου αυτό είναι υποχρεωμένος να επιχειρήσει και τώρα. Σίγουρα μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα τις προκλήσεις της νέας προεκλογικής περιόδου, πιο συγκροτημένα και βγάζοντας στο προσκήνιο τη δική του πρόταση για τη χώρα. Και, ενδεχομένως, έχει ακόμα και το περιθώριο όχι φυσικά να οικοδομήσει μια πολιτική ταυτότητα μέσα σε έναν μήνα, αλλά έστω να αποσαφηνίσει τα μηνύματά του. Τα σοκ μπορούν να αποδειχθούν και δημιουργικά κάποτε.


H (αναπάντεχη) εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αναζητηθεί στην οργανωτική, ιδεολογική και στρατηγική εξέλιξη και τις αντιφάσεις του κόμματος από το 2012.

O ΣΥΡΙΖΑ δεν οικοδόμησε ένα κόμμα μαζών -έτσι η εκλογική δυναμική του δεν συνοδεύτηκε από την παράλληλη οικοδόμηση τοπικών οργανώσεων, φοιτητικών οργανώσεων και οργανώσεις χώρων δουλειάς.

Παράλληλα, υπήρξαν έντονες τριβές μεταξύ των «παραδοσιακών» στελεχών και κόσμου που έφυγε από το ΠΑΣΟΚ και αιτήθηκε την οργανωτική σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ από την άλλη δόθηκε έμφαση στην ένταξη προβεβλημένων κυρίως στελεχών από το ΠΑΣΟΚ, που είχαν μάλιστα κρατικές θέσεις κατά τη «μνημονιακή» περίοδο.

Ετσι, δημιουργήθηκε ένα κόμμα της Αριστεράς που έχει λιγότερη σχέση με την οργανωμένη κοινωνία σε σχέση με τη Ν.Δ., ενώ σε εσωκομματικό επίπεδο προήχθη η ουσιαστική αυτονομία της ηγεσίας από τα κομματικά όργανα, η οποία κορυφώθηκε στο τελευταίο συνέδριο.

Σε ιδεολογικό επίπεδο, η αλλαγή της στάσης της ηγετικής ομάδας με την υπερψήφιση του τρίτου Μνημονίου αποτελεί ουσιαστική παραχάραξη της λαϊκής κυριαρχίας, ενώ η απουσία εσωκομματικής συζήτησης οδήγησε στην αποκλειστική έμφαση του κόμματος στον κοινοβουλευτισμό και στις κρατικές αναγκαιότητες.

Σε επίπεδο στρατηγικής, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατανόησε το κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ δυνάμεων, των δυναμικών στρωμάτων, επιχειρηματιών, ιδιοκτητών ΜΜΕ, που μαζί με στελέχη από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ συσπειρώθηκαν και οδήγησαν, το 2017, στην εκλογή στην ηγεσία της Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη, με σκοπό να εκφράσουν πολιτικά το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα του 2015. Ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε την αναζήτηση κεντρώων, κεντροαριστερών συμμάχων, σε μια συγκυρία όπου το Κέντρο έχει καλυφθεί από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ.

Η (πετυχημένη) κυβερνητική του θητεία έδωσε την αίσθηση της επιστροφής στην ομαλότητα και στην «κανονικότητα» της οικονομίας. Και σε αυτή τη συγκυρία προάγεται από την κυρίαρχη πολιτική η εντύπωση ότι δεν χρειάζονται πλέον τα πολιτικά φαινόμενα/υποκείμενα της κρίσης, δηλαδή οι κυβερνήσεις συνεργασίας αλλά και το κόμμα που αναδείχθηκε από αυτήν. Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή…


Tα αίτια για το αποτέλεσμα, παρότι αυτό συνιστά μια μη αναμενόμενη εξέλιξη, σχετίζονται μεταξύ άλλων και με οργανωτικές τάσεις που είχαν επικρατήσει στο κόμμα και οι οποίες προοικονομούσαν, αν όχι μια εκλογική κατάρρευση, τη διαμόρφωση αρνητικών καταστάσεων.

Συγκεκριμένα, αναφερόμαστε στην οργανωτική αδυναμία ή αλλιώς την ατελή οργανωτική θεσμοποίηση της εκλογικής επιρροής του κόμματος, για την οποία δεν υπήρξε ποτέ κάποιος απολογισμός. Για πολλά χρόνια, από το 2012 και έπειτα, ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσε με τους οργανωτικούς όρους ενός μικρού κόμματος και αναντίστοιχα προς την ανερχόμενη εκλογική και πολιτική του επιρροή.

Αυτό δεν αφορά αποκλειστικά τον ποσοτικό δείκτη του αριθμού των μελών αλλά και ποιοτικά χαρακτηριστικά, όπως για παράδειγμα ο τρόπος εμπλοκής των μελών στις κομματικές διαδικασίες ή ο βαθμός γείωσης του κόμματος σε τοπικό επίπεδο και στους μαζικούς χώρους.

Αυτό ως ζήτημα υποβαθμίστηκε πλήρως στην περίοδο της κυβέρνησης και εν συνεχεία αντιμετωπίστηκε λανθασμένα τόσο με τη λεγόμενη «διεύρυνση» και τη συνακόλουθη επιλογή της άμεσης εκλογής ηγεσίας. Τα «πήλινα πόδια» τής μη υπαρκτής γείωσης, ο υποβιβασμός αρκετών οργανώσεων του κόμματος σε τιμάρια επιρροής των βουλευτών και η καχεκτική εσωκομματική δημοκρατία στέρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ δύο οργανωτικά αντανακλαστικά, τα οποία πιθανόν να τον βοηθούσαν να ελέγξει την απότομη πτώση.

Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ στερήθηκε την όποια γνώση θα μπορούσε να προέλθει από τη συλλογικότητα, τόσο σε επίπεδο διαμόρφωσης της κεντρικής κατεύθυνσης του κόμματος όσο και στη διάγνωση των τάσεων που σχηματίζονταν στην κοινωνία. Δεύτερον, δεν είχε τη δυνατότητα να αντλήσει εκλογική υποστήριξη από πολλαπλά κοινωνικά περιβάλλοντα –δημοτικές παρατάξεις, μαζικούς χώρους, συλλογικότητες– και να αποτρέψει τις μετακινήσεις ψηφοφόρων, το εύρος των οποίων έφερε εν τέλει αυτήν τη μεγάλη διαφορά.


Θα μπορούσε ένας αλγερινής καταγωγής κάτοικος των προαστίων του Παρισιού να ψηφίσει Σαρκοζί; Θα μπορούσε ένας νεολαίος του Σαν Φρανσίσκο να στηρίξει τον Νίξον; Θα μπορούσε ο Τραμπ να θριαμβεύσει στα εκλογικά τμήματα του Μπρονξ της Νέας Υόρκης; Οι απαντήσεις είναι προφανείς.

Και παρόλο που ιστορικά στην εκλογική ανάλυση οι θεωρίες του εκλογικού φαινομένου εστιάζουν στο να σκιαγραφήσουν στέρεες, μη αναστρέψιμες κοινωνικές - ιδεολογικές και κατά συνέπεια εκλογικές ευθυγραμμίσεις, οι θεωρίες επιβιώνουν μέσα από τις διαψεύσεις τους.

Η κάλπη - ορόσημο του Μαΐου ήρθε ακριβώς να μας υπενθυμίσει πως η Β’ Πειραιώς, η Δυτική Αττική και η Κρήτη δεν θα είναι για πάντα «αντι-δεξιές» ή προοδευτικές, με την Αριστερά απούσα από τις τοπικές κοινωνίες.

Οι νέοι δεν θα στηρίζουν απαραίτητα μια αριστερή πρόταση (σύμφωνα τουλάχιστον με τα exit poll), παρά την αντίθετη πανελλαδική εικόνα των φοιτητικών εκλογών. Ζήσαμε μια κάλπη διαμαρτυρίας προσανατολισμένη σε μια παρωχημένη -τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς το επικοινωνιακό περιτύλιγμα- αντιπολίτευση.

Μια κάλπη που υπογράμμισε την πολυδιάσπαση και ενδεχομένως τη συντηρητικοποίηση της κοινωνίας (μένει να φανεί αυτό) μέσα από την πανδημία. Μια κάλπη διακυβευματική -πάνω όμως στο διακύβευμα που έθεσε επικοινωνιακά επιτυχώς η Νέα Δημοκρατία, αυτό της ασφάλειας και της σταθερότητας.

Η εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εντοπιστεί σε τέσσερα κύρια σημεία, αναφορικά με τις δικές του ευθύνες:

● Απέτυχε να διατηρήσει τη στρατηγική που τον ανέδειξε σε κόμμα εξουσίας, το «μέσα κι έξω» απ’ τη Βουλή με έντονη παρουσία τόσο στο κοινοβούλιο όσο και στην κοινωνία.

● Δεν αξιολόγησε επαρκώς τη διακυβέρνησή του και, κατά συνέπεια, είχε λαθεμένη αντίληψη για την ήττα του 2019 και δεν αποδέχθηκε την κρίση αξιοπιστίας προς το πρόσωπό του.

● Εκανε αντιπολίτευση με όρους κρίσης, εμμένοντας στην αποδόμηση της εικόνας και του έργου της κυβέρνησης ως επαρκή στρατηγική για μια εκλογική νίκη.

● Εγκατέλειψε πλήρως τη διαμόρφωση της καθημερινής ατζέντας στη δημόσια σφαίρα στην ιδεολογική ηγεμονία της Δεξιάς, ενώ δεν διατύπωσε μια συμπαγή πρόταση διακυβέρνησης με ένα δικό του κεντρικό αφήγημα.

Είναι εκλογικά αργά για τον ΣΥΡΙΖΑ; Ενδεχομένως. Δεν είναι όμως ποτέ κοινωνικά αργά για την Αριστερά, η οποία ξέρει να κινείται με επιτυχία στους χώρους εργασίας, στο πεδίο της συλλογικής δράσης, της αλληλεγγύης και της αντίστασης.


Οι λόγοι για τους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ηττήθηκε στις πρόσφατες εκλογές είναι αναντίρρητα πολλοί. Σταχυολογώ ακολούθως τους κατά τη γνώμη μου σημαντικότερους:

Η στρατηγική επιλογή της απλής αναλογικής και η τακτική διαχείρισή της από τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. σε πολύ μεγάλο βαθμό διαμόρφωσε τον εξαιρετικά αρνητικό για το κόμμα χαρακτήρα της ψήφου: Το 59% του εκλογικού σώματος συμπεριφέρθηκε ως να ήταν εκλογές δεύτερης τάξης (π.χ. ευρωεκλογές), χωρίς να έχει κατά νου το διακύβευμα του ποιος θα κυβερνήσει, ενώ το 41% του εκλογικού σώματος ψήφισε ως να ήταν βουλευτικές εκλογές, όπου πράγματι κρινόταν η διακυβέρνηση της χώρας, στηρίζοντας τη Ν.Δ. ως τη βέλτιστη κυβερνητική λύση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. δεν προσπάθησε ποτέ με συνέπεια να μελετήσει -και επομένως να κατανοήσει χωρίς μεροληψία- τις δυναμικές που αναπτύσσονταν εντός της κοινωνίας.

Δεν συνομίλησε και ως εκ τούτου δεν απάντησε πειστικά στον φόβο και την ανασφάλεια μιας ταλαιπωρημένης από τις επάλληλες κρίσεις κοινωνίας, παρά μόνο εστίασε στον θυμό μιας μερίδας ψηφοφόρων, ο οποίος, λόγω της απλής αναλογικής, διαμοιράστηκε σε διαφορετικά κόμματα.

Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, ένα κόμμα να χαράξει νικηφόρα στρατηγική στη βάση της εικόνας που σχηματίζεται στις συγκεντρώσεις του και στους τοίχους των social media των στελεχών και των φίλων του, δηλαδή στη βάση μιας -περίπου- εικονικής πραγματικότητας;

Το κόμμα της Αριστεράς δεν απώλεσε 600 χιλιάδες ψηφοφόρους διότι «τα είπε» πολύ αριστερά ή πολύ δεξιά, αλλά γιατί, παγιδευμένος σε μια λογική άκρατου τακτικισμού, «τα είπε» όλα, θολώνοντας το μήνυμά του. Η αφήγηση χωρίς συνέπεια αναπόφευκτα αναπαρήγαγε το ήδη υπάρχον από το 2015 και έπειτα έλλειμμα αξιοπιστίας του. Διάφορες αστοχίες και λάθη και ορισμένες δηλώσεις στελεχών, κατά τις τελευταίες ημέρες της προεκλογικής περιόδου, σαφώς ενίσχυσαν το πρόβλημα.

Το κόμμα θεώρησε ότι μπορεί να εμπνεύσει χρησιμοποιώντας φθαρμένα υλικά (πολιτικά και υφολογικά και ρητορικά) της δεκαετίας του 1980. Υλικά τα οποία δεν αγγίζουν κανέναν/καμία στις μέρες μας και περισσότερο λειτουργούν αποσυσπειρωτικά, παρά παράγουν ταυτίσεις με νέα ή παλαιά απογοητευμένα ακροατήρια.

Τέλος, ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. δεν κατάφερε να ταυτιστεί με την ελπίδα της αλλαγής. Δεν κατάφερε να πείσει ότι έχει συγκεκριμένο σχέδιο που θα βελτιώσει άμεσα αλλά και χωρίς σημαντικές περιπέτειες την καθημερινότητα της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου