Την Κυριακή διεξάγονται εκλογές στην Ιταλία και με αυτές ολοκληρώνεται μια πολιτική διαδικασία, η οποία ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια σε ευρωπαϊκές κοινωνίες (Γερμανία, Βέλγιο, Νορβηγία, Αυστρία, Τσεχία κ.α.), στις οποίες το κύριο χαρακτηριστικό είναι η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης.
Το ίδιο συμβαίνει και στην Ιταλία, όπου την επομένη των εκλογών θα είναι αδύνατος ο σχηματισμός κυβέρνησης ή θα λειτουργήσουν μηχανισμοί που θα οδηγήσουν σε κάποια λύση, η οποία θα επισφραγίζει τη δημοκρατική αποσύνθεση της πολιτικής κοινωνίας.
Οσα συμβαίνουν στην ιταλική πολιτική σκηνή, μπορούν να κωδικοποιηθούν σε τρεις κατηγορίες:
Πρώτον, αποσυντίθενται και ρευστοποιούνται τα κόμματα κλασικού τύπου. Πράγμα που σημαίνει ότι η κρίση της αντιπροσώπευσης βαθαίνει και η κρίση του κοινοβουλευτισμού καθίσταται δομικό στοιχείο της πολιτικής.
Δεύτερον, το φαινόμενο του λαϊκισμού παγιώνεται και μετατρέπεται σε κυρίαρχη πολιτική τάση. Το λαϊκιστικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων προηγείται και το ποσοστό του αγγίζει το 30%. Τρίτον, κάτι που δεν αναφέρεται μόνον στην Ιταλία, αλλά αφορά ολόκληρη την Ευρώπη, μπορεί να ονομαστεί «το τέλος του μεταπολεμικού πολιτικού παραδείγματος».
Οσον αφορά το πρώτο και το Δημοκρατικό Κόμμα, υπό τον Ματέο Ρέντσι, ως ιδεολογικός μηχανισμός και ως κομματική δύναμη παραπαίει και ο κεντροδεξιός συνασπισμός Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι έχει καταντήσει κομματικό φάντασμα.
Η Λέγκα του Βορρά περιμένει τη διανομή των κοινοβουλευτικών εδρών και τη συγκυβέρνηση με τον Μπερλουσκόνι, ενώ όλοι γνωρίζουν ότι ο κοινοβουλευτισμός δεν είναι σύστημα αριθμών, αλλά μηχανισμός αναδιάρθρωσης κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων.
Δυναμικά έχει εισέλθει στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι το λαϊκιστικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων υπό την ηγεσία του Λουίτζι ντι Μάτζιο, ο οποίος έχει ως πρότυπό του τον Αυστριακό Κουρτς. Η κομματική σκακιέρα συμπληρώνεται με το νεόκοπο κόμμα Ελεύθεροι και ίσοι, από μέλη που αποσύρθηκαν από το Δημοκρατικό Κόμμα.
Η μεταπολεμική πολιτική ιστορία της Ιταλίας χαρακτηρίζεται από υψηλό επίπεδο ιδεολογικής αντιπαράθεσης και η αντίστοιχη κοινοβουλευτική πρακτική έχει κατεξοχήν πολιτικά χαρακτηριστικά. Η πολιτική ιδεολογία ως το θεμέλιο της κοινοβουλευτικής πρακτικής και το κομματικό σύστημα ως δομικό στοιχείο της αντιπροσωπευτικής διαδικασίας συγκροτούν τα αναπόσπαστα τμήματα της μεταπολεμικής πολιτικής. Αυτά τα στοιχεία εξαφανίζονται και μαζί τους βαθαίνει η κρίση της αντιπροσώπευσης. Επιπλέον η κρίση του κοινοβουλευτισμού σε μία κατεξοχήν πολιτική κοινωνία, όπως είναι η ιταλική, αποκτά ενδημικό χαρακτήρα.
Το δεύτερο πολιτικό συμβάν έχει να κάνει με το φαινόμενο του λαϊκισμού. Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο Γιαν-Βέρνερ Μίλερ στο θαυμάσιο βιβλίο του «Τι είναι ο λαϊκισμός;» (2016), o λαϊκισμός ως πολιτική τάση απορρίπτει τον πλουραλισμό, τις διαφορετικές θέσεις και απόψεις. Οι λαϊκιστές διεκδικούν για τον εαυτό τους την αποκλειστική εκπροσώπηση του «λαού».
Δεν εντάσσονται στην αντιπροσωπευτική διαδικασία. Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων στην Ιταλία ανήκει σ’ αυτήν την κατηγορία. Μπορεί σε αυτή την προεκλογική περίοδο να μην εξέφρασε τον αντι-ευρωπαϊσμό του, αλλά ο αντικοινοβουλευτισμός του αποτελεί κύρια πολιτική πρακτική του. Οι λαϊκιστές θεωρούν ότι μόνον οι ίδιοι είναι οι αποκλειστικοί εκπρόσωποι του λαού, του οποίου τα συμφέροντα γνωρίζουν μ’ έναν αδιευκρίνιστο και μυστηριώδη τρόπο.
Ο λαός είναι ομοιογενές και αδιαφοροποίητο σύνολο. Δεν έχει ταξική διάρθρωση, ούτε χωρίζεται σε κοινωνικά στρώματα. Οπότε και κάθε αντιπροσωπευτική διαδικασία καθίσταται περιττή. Η ανάδειξη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων σε πρώτη εκλογική δύναμη προκαλεί τον πολιτικό σεισμό. Εχουμε να κάνουμε με ένα πολιτικό συμβάν, όπου αναδεικνύεται πρώτο σε εκλογική δύναμη ένα λαϊκιστικό κίνημα, το οποίο στρέφεται κατά του κοινοβουλευτισμού.
Το τρίτο συμβάν δεν αφορά μόνον την Ιταλία. Με αφορμή τις ιταλικές εκλογές καθίσταται πανευρωπαϊκή πολιτική συνθήκη. Μπορεί να ονομαστεί το «τέλος του παραδείγματος της πολιτικής», το οποίο επικράτησε στην Ευρώπη κατά τη μεταπολεμική ιστορική φάση.
Τα κύρια και θεμελιώδη χαρακτηριστικά αυτού του πολιτικού παραδείγματος είναι: η πολιτική ιδεολογία, το σύστημα των κομμάτων, ο κοινοβουλευτισμός, τα πρωτεία της πολιτικής έναντι της οικονομίας, το κράτος δικαίου και το κοινωνικό κράτος. Κατά τα τελευταία τριάντα χρόνια το πολιτικό αυτό παράδειγμα αργά αλλά σταθερά άρχισε να καταρρέει. Η βασικότερη τομή αναφέρεται στην ανατροπή στις σχέσεις πολιτικής και οικονομίας: τα πρωτεία σήμερα ανήκουν στην οικονομία και η πολιτική ακολουθεί.
Αυτά που συμβαίνουν στην Ιταλία είναι παρεπόμενα καθολικότερων συμβάντων. Εάν τελικά επικρατήσει ο λαϊκισμός και στην Ιταλία, όπως συμβαίνει σε Πολωνία και Ουγγαρία, τότε ο πολιτικός ορίζοντας για ολόκληρη την Ευρώπη γίνεται μαύρος. Ο αντι-κοινοβουλευτισμός του λαϊκιστικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων μετατρέπεται σε πάγια πολιτική πρακτική και δεν θα είναι μια ρητορική αναφορά.
Τα σύννεφα που συσσωρεύονται πάνω από τον πολιτικό ορίζοντα της Ιταλίας δεν αφορούν μόνον αυτή τη χώρα, αφορούν όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, όλες τις ευρωπαϊκές πολιτικές κοινωνίες. Και η αντίστασή μας στον μαύρο ουρανό της Ιταλίας δεν μπορεί να είναι άλλη από την πολιτική με τις αξίες και τα περιεχόμενα της ιδεολογίας, του κομματικού συστήματος, του κοινοβουλευτισμού και των ιδεών του πολιτικού διαφωτισμού.
* καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης ΕΦ. ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ