ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ ΓΙΑ ΕΧΟΝΤΕΣ
Ο νέος νόμος για το ΕΣΥ, καταργεί τη θεμελιώδη αρχή για τη σύσταση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η οποία προβλέπει την πλήρη και αποκλειστική απασχόληση του προσωπικού στο Δημόσιο.
Σε συνολική καταστροφή φαίνεται να οδηγεί το υπουργείο Υγείας, το ήδη ταλαιπωρημένο από τις ελλείψεις προσωπικού Εθνικό Συστήμα Υγείας (ΕΣΥ).
Στην πρωτοβάθμια υγεία, η καθολική λειτουργία του θεσμού του προσωπικού γιατρού, έχει παραμείνει για μήνες στα χαρτιά. Μάλιστα, για να ξεκινήσει το σύστημα την πλήρη λειτουργία του, ο υπουργός Υγείας Θανάσης Πλεύρης προσπαθεί σε αυτή τη φάση να βρει κίνητρα για τους γιατρούς και απειλεί με ποινές τους πολίτες που δεν εγγράφονται.
Στη δευτεροβάθμια φροντίδα, το νομοσχέδιο Γκάγκα που ψηφίστηκε την Παρασκευή από τη Βουλή, καταργεί, όπως αναφέρουν οι αρμόδιοι στο Magazine, ένα δικαίωμα που έχουν εδώ και πολλά χρόνια οι πολίτες στην Ελλάδα: Τη δυνατότητα της δωρεάν περίθαλψης.
ΔΙΑΛΥΟΥΝ ΤΟ ΕΣΥ ΤΟΥ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑ
Ήδη από το 1981, ο τότε υπουργός Υγείας Γιώργος Γεννηματάς, επί κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου, υλοποίησε τη μεταρρύθμιση του ΕΣΥ που είχε ξεκινήσει ο προκάτοχός του Παρασκευάς Αυγερινός.
Παράλληλα, είχε δώσει μεγάλες μάχες ώστε να γίνουν ανθρώπινες οι συνθήκες περίθαλψης στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, να δημιουργηθούν Κέντρα Υγείας στις περιοχές της χώρας που βρίσκονταν εκτός αστικού ιστού και να εκσυγχρονιστούν τα νοσοκομεία σε ολόκληρη τη χώρα.
Ο Γεννηματάς πίστευε στο κράτος πρόνοιας προς όφελος του λαού και θεωρούσε την υγεία ως το «υπέρτατο αγαθό», στο οποίο έπρεπε να έχουν πρόσβαση όλοι, χωρίς προϋποθέσεις και εξαιρέσεις.
Ο ακρογωνιαίος λίθος του συστήματος υγείας που είχε δημιουργήσει ο Γεννηματάς, ήταν η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση των γιατρών, ώστε να μην παρεισφρέει το δημόσιο στο ιδιωτικό σύστημα υγείας.
Ήταν σημαντική τομή, διότι έδινε με οργανωμένο τρόπο τη δυνατότητα νοσηλείας, με χρηματοδότηση από το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Μία τομή που βοήθησε όχι μόνο να σωθούν χιλιάδες ζωές, αλλά και τους πολίτες να μην χάνουν τις περιουσίες τους, όταν απαιτούνταν να νοσηλευτούν και να χειρουργηθούν.
Καθώς από την Παρασκευή το νομοσχέδιο Γκάγκα έγινε νόμος του κράτους, το ΕΣΥ είναι πλέον διάτρητο σε κάθε εισβολή του ιδιωτικού τομέα.
Κάτι που σημαίνει ότι το πιθανότερο σενάριο, όπως σχολιάζουν ειδικοί στο Magazine, είναι να επιστρέψουμε στην εποχή που για να θεραπευτούμε, θα πρέπει να «πουλήσουμε κανένα χωραφάκι».
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι όλοι οι συνδικαλιστικοί φορείς της χώρας που αντιτίθενται στις αλλαγές και τονίζουν ότι ήρθε το τέλος του δωρεάν ΕΣΥ, αφού το νομοσχέδιο που εμπνεύστηκε η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα, ευνοεί ουσιαστικά μόνο ορισμένους διευθυντές και συντονιστές διευθυντές, όπως επίσης και καθηγητές ιατρικής, όχι όμως τους πολίτες.
Ακόμη και γαλάζιοι συνδικαλιστές, απορρίπτουν το άρθρο 10 του νομοσχεδίου Γκάγκα που δίνει τη δυνατότητα στους γιατρούς του δημόσιου τομέα να ασκούν ιδιωτικό έργο, καθώς όπως εξηγούν, είναι λάθος για τη δημόσια υγεία, οι γιατροί του ΕΣΥ να έχουν τα δικά τους ιατρεία ή να συνεργάζονται με ιδιωτικές επιχειρήσεις υγείας.
Χαρακτηριστική είναι η εκτίμηση που κάνει μιλώντας στο Magazine η Ματίνα Παγώνη, πρόεδρος της Ένωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας-Πειραιά (ΕΙΝΑΠ).
«Ένα από τα πιο βασικά προβλήματα που θα δούμε σύντομα, είναι να μην μπορούν να λειτουργήσουν τα τμήματα και οι κλινικές, διότι μέσα στα νοσοκομεία του ΕΣΥ υπάρχουν ομάδες, μέσα στις οποίες οι εργαζόμενοι προσπαθούν να συντονιστούν και να λειτουργήσουν αρμονικά. Λόγω, όμως, των ελλείψεων προσωπικού, το βασικό ωράριο δεν επαρκεί για να φροντίσουμε όλους τους ασθενείς, κι έτσι οι γιατροί κάνουν υπερωρίες. Αν οι γιατροί φύγουν ακριβώς μετά το οκτάωρο για να κάνουν ιδιωτικό ιατρείο, όπως καταλαβαίνετε αυτό θα είναι εις βάρος των ασθενών», εξηγεί
ΤΑ ΑΓΚΑΘΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΝΟΜΟΥ
Ο νόμος «Δευτεροβάθμια περίθαλψη, ιατρική εκπαίδευση, μισθολογικές ρυθμίσεις για τους ιατρούς και οδοντιάτρους του Εθνικού Συστήματος Υγείας και λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας», μεταξύ άλλων δίνει το δικαίωμα στους γιατρούς του ΕΣΥ να διατηρούν ιδιωτικό ιατρείο, αλλά και να εργάζονται κανονικά σε ιδιωτικές κλινικές, κάνοντας χειρουργεία.
Για τους καθηγητές Ιατρικής, μάλιστα, προβλέπεται ότι μπορούν να εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, όχι μόνο σε ιδιωτικές κλινικές κάνοντας επεμβάσεις, αλλά ακόμη και ως επιστημονικοί σύμβουλοι, σε διάφορες ιδιωτικές μονάδες.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, «δύνανται να παρέχουν υπηρεσίες προς ιδιωτικές κλινικές, ιδιωτικά διαγνωστικά ή θεραπευτικά εργαστήρια και γενικότερα σε κάθε είδους ιδιωτικές επιχειρήσεις, που παρέχουν ή καλύπτουν υπηρεσίες υγείας, κατόπιν χορήγησης ειδικής άδειας από τη Σύγκλητο του ΑΕΙ».
Είναι σχεδόν βέβαιο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των φορέων της υγείας, ότι αρκετοί γιατροί του ΕΣΥ που θα επιλέξουν να ασκήσουν ιδιωτικό έργο, θα ωθούν τους ασθενείς στον ιδιωτικό τομέα ή στα ιατρεία τους, με διάφορες προφάσεις προκειμένου να εισπράξουν την επίσκεψη.
Μάλιστα, υπάρχουν αρκετές προφάσεις που μπορεί να χρησιμοποιήσει ένας γιατρός που ασκεί ιδιωτικό ιατρείο, προκειμένου να πάρει τον ασθενή από το δημόσιο και να τον μεταφέρει σε ιδιωτικό ιατρικό κέντρο.
ΟΙ ΠΡΟΦΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΠΡΟΣΕΛΚΥΟΥΝ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ
Η πραγματικότητα της μεγάλης αναμονής στο δημόσιο νοσοκομείο για μία χειρουργική επέμβαση, σε μία επείγουσα κατά τον γιατρό κατάσταση, είναι η πιο εύκολη πρόφαση για να τον πείσει να πάει σε ιδιωτική κλινική.
Επιχείρημα στο οποίο δύσκολα μπορεί να έχει κάποιος αντίλογο, αφού σήμερα οι λίστες αναμονής σε πολλά νοσοκομεία ξεπερνούν τον 1,5 χρόνο.
Επίσης, οι ιδιωτικές πληρωμές θα υπάρχουν και στα απογευματινά χειρουργεία των δημόσιων νοσοκομείων, τα οποία έχουν ήδη θεσμοθετηθεί και θα πραγματοποιούνται επίσης με χρήματα από τις τσέπες των ασθενών, που θέλουν να κάνουν άμεσα χειρουργείο.
Σε ότι αφορά μία απλή κλινική εξέταση, ο γιατρός του δημοσίου μπορεί πλέον να χρησιμοποιεί το επιχείρημα της έλλειψη χρόνου και πολλών ασθενών που περιμένουν στην ουρά, ώστε ο πολίτης να καταλήγει το απόγευμα στο ιδιωτικό ιατρείο έναντι αμοιβής.
Επίσης, μπορεί ο γιατρός να ζητήσει να δει τον ασθενή στο ιδιωτικό του ιατρείο και έναντι αμοιβής και να κανονίσει χειρουργείο σε δημόσιο νοσοκομείο, αφού όπως εξηγεί στο Magazine ο Γιώργος Ελευθερίου, γενικός γραμματέας του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ), «δεν υπάρχει καμία δικλείδα ασφαλείας και έλεγχοι στα χειρουργεία απλώς δεν υφίστανται. Ποιος θα πάει να ελέγξει ποιος είναι στο χειρουργείο, ο διοικητής»;
Πώς μπορεί όμως κάποιος να μπει στο χειρουργείο χωρίς να έχει προγραμματίσει ραντεβού; Πολύ απλά προσέρχεται στα επείγοντα περιστατικά (ΤΕΠ) σε ημέρα που το νοσοκομείο έχει γενική εφημερία και ο γιατρός με τον οποίο το έχει κανονίσει, το βάζει ως επείγον περιστατικό.
ΣΤΟ ΕΣΥ ΓΙΑΤΡΟΙ ΑΠΟ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ;
Και ενώ η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα εκτιμά από την πλευρά της ότι το σύστημα αυτό θα λειτουργήσει ως μαγνήτης για την προσέλκυση νέων γιατρών στο ΕΣΥ και ο υπουργός Υγείας Θανάσης Πλεύρης εμφανίζεται βέβαιος ότι θα έρθουν ακόμα και γιατροί από τη Γερμανία να εργαστούν στο νέο ΕΣΥ, πολλοί είναι αυτοί που εκφέρουν αντίθετη γνώμη.
«Το επιχείρημα που χρησιμοποιεί η κυρία Γκάγκα, δεν ευσταθεί και θα έχει ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα, διότι θα οδηγήσει τους γιατρούς του ΕΣΥ, μαζί με τους ασθενείς, στον ιδιωτικό τομέα. Το υπουργείο θα έπρεπε να δώσει σοβαρούς μισθούς και κίνητρα για να μπουν οι γιατροί από τον ιδιωτικό τομέα στο ΕΣΥ», αντιτείνει ο κ. Ελευθερίου.
Το ΕΣΥ θα έπρεπε να ενδυναμωθεί με περισσότερο προσωπικό και όχι να αποδυναμωθεί περαιτέρω με την υπερεργασία των σκληρά εργαζόμενων και κακώς αμειβόμενων ιατρών του, τονίζει από την πλευρά του ο Γιώργος Πατούλης, πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών (ΙΣΑ).
Όλοι όσοι ψήφισαν τον νέο νόμο για τη δευτεροβάθμια υγεία, είναι δεδομένο ότι έχουν ιστορική ευθύνη απέναντι στο ΕΣΥ, που είναι η μεγαλύτερη κοινωνική κατάκτηση της μεταπολίτευσης.
«Το προσωπικό του ΕΣΥ έδωσε ηρωικές μάχες με την πανδημία του κορονοϊού τα τελευταία τρία χρόνια, χωρίς μέσα και προσωπικό. Οι αντιπρόσωποι της Βουλής που ψήφισαν τον νόμο, θα έπρεπε πρώτα να επικεντρωθούν στο ότι δεν εκθεμελιώνει τον δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα της υγείας. Είναι βέβαιο ότι η επόμενη μέρα στη δημόσια υγεία δεν θα είναι η ίδια και θα ανθήσει η διαφθορά. Και όσοι πολίτες δεν έχουν χρήματα και παράλληλα νοσήσουν βαριά, θα είναι δύσκολο να θεραπευτούν. Γι’ αυτό, χρέος δικό μας είναι να μην εφαρμοστεί ο νόμος αυτός και θα τα καταφέρουμε με αγώνες», καταλήγει μιλώντας στο Magazine ο Μιχάλη Γιαννάκος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ).