Την αυλαία για την εφαρμογή του νέου συστήματος κινητικότητας στο Δημόσιο ανοίγει το υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, καθώς ζητεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες της δημόσιας διοίκησης τα αιτήματά τους για κάλυψη θέσεων με μετάταξη ή απόσπαση.
Τα αιτήματα θα πρέπει να αποσταλούν το αργότερο έως τις 15 Σεπτεμβρίου στην Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας, που έχει συσταθεί στο υπουργείο, με κύρια αποστολή τον συντονισμό και την επίβλεψη του νέου συστήματος.
Σε εγκύκλιο της αρμόδιας υπουργού Όλγας Γεροβασίλη υπενθυμίζεται ότι απαραίτητες προϋποθέσεις για τη συμμετοχή των φορέων στο Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας είναι η έκδοση οργανογραμμάτων κατόπιν αξιολόγησης των δομών τους, όπου απαιτείται, και η αντίστοιχη κατάρτιση περιγραμμάτων θέσεων εργασίας. Ακολούθως, τα στοιχεία θα πρέπει να καταχωρηθούν μαζί με την κατανομή θέσεων ανά οργανική μονάδα στο ψηφιακό Οργανόγραμμα, που αποτελεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων όπου αποτυπώνονται η διάρθρωση και η στελέχωση όλων των φορέων του Δημοσίου. Επειδή πρόκειται για την παρθενική εφαρμογή της νέας κινητικότητας, η εγκύκλιος δίνει προθεσμία έως τις 9 Οκτωβρίου για την υλοποίηση των παραπάνω προϋποθέσεων.
Τα αιτήματα για μετάταξη συνοδεύονται από έκθεση σχετικά με το υπηρετούν προσωπικό, τις εκτιμώμενες αποχωρήσεις λόγω συνταξιοδότησης και τις τυχόν τρέχουσες διαδικασίες προσλήψεων ή μετατάξεων. Σχετικά με τις αποσπάσεις, για τις οποίες δεν απαιτείται η ύπαρξη κενής οργανικής θέσης, τα αιτήματα θα πρέπει να είναι αιτιολογημένα, όσον αφορά το σοβαρό και επείγοντα χαρακτήρα των υπηρεσιακών αναγκών.
Στο Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας υπάγονται οι πολιτικοί διοικητικοί υπάλληλοι, μόνιμοι και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που υπηρετούν σε υπηρεσίες, κεντρικές και περιφερειακές, του Δημοσίου, των Ανεξάρτητων Αρχών, των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού και των ΝΠΔΔ, καθώς και όσων ΝΠΙΔ ανήκουν στη Γενική Κυβέρνηση.
Εξαιρούνται οι δικαστικοί υπάλληλοι, οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι, το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό του ΕΣΥ και του ΕΚΑΒ, (εκτός από τους διοικητικούς υπαλλήλους), καθώς και οι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, εκτός κι αν αποδεσμευθούν από την άσκηση εκπαιδευτικών καθηκόντων.