Νίκος Άγουρος Aυτή είναι η νέα Μέση Ανατολή: Οι προβλέψεις του Ισραήλ για την επόμενη ημέρα στη Συρία, οι «μαγικές σχέσεις» με τη Ρωσία και ο ρόλος του Ιράν
Δημοσιεύθηκε: Ενημερώθηκε:
Πριν το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης, η (μοναδική τότε) μεγάλη δύναμη, οι ΗΠΑ, διέθεταν μια γρήγορη και απλή λύση για τις ξαφνικές κρίσεις που ξεσπούσαν στη Μέση Ανατολή: έπαιρναν τηλέφωνο είτε τους Ισραηλινούς, είτε τους Αιγύπτιους, είτε τους Σαουδάραβες. Συνήθως, μάλιστα, έπαιρναν τηλέφωνο ταυτόχρονα και τους τρεις, ζητώντας τους να διαχειριστούν την κατάσταση για να ξεμπερδεύουν. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία και το χάος που ακολούθησε στην ευρύτερη περιοχή, η παραπάνω διαδικασία αποδείχθηκε περιττή. Οι αριθμοί των τηλεφώνων δεν άλλαξαν, όμως οι προτεραιότητες όσων βρίσκονταν στην άλλη άκρη της γραμμής άλλαξαν (και αλλάζουν) μέσα σε πρωτόγνωρα πολυδιάστατες συνθήκες. Έπειτα από την ήττα του ISIS στη Συρία, οι περιφερειακές δυνάμεις παραμένουν διαιρεμένες γύρω από διαφορετικά συμφέροντα, ο σεχταρισμός συντηρείται ως κοινός παρανομαστής των επιμέρους διενέξεων και η θρησκεία αποτελεί φαινομενικά την κινητήρια δύναμη των συγκρούσεων.
Το εξαιρετικό επίπεδο στρατηγικής συνεργασίας ανάμεσα στην Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ προσφέρει την ευκαιρία στην ελληνική πλευρά να συζητάει πολυεπίπεδα για τα ζητήματα που επηρεάζουν τη Μέση Ανατολή και την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Στο πλαίσιο αυτό η HuffPost Greece ήταν μέλος της δημοσιογραφικής αποστολής στο Ισραήλ, η οποία διοργανώθηκε από την ισραηλινή πρεσβεία στην Αθήνα με σκοπό την ενημέρωση από διπλωματικές, πολιτικές και ακαδημαϊκές πηγές για την τρέχουσα κατάσταση στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο.
Τι συμβαίνει σήμερα στη Συρία
Στην επικράτεια της Συρίας μια πληθώρα ισχυρών περιφερειακών παικτών αναμετρούνται σε κάτι που μοιάζει με το κρισιμότερο γεωπολιτικό διακύβευμα του 21ου αιώνα. Το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου είναι το πώς θα μοιάζει η Συρία μετά την ήττα του ISISαλλά και τι ρόλο θα διαδραματίσουν στη διαμόρφωση της η Ρωσία, το Ιράν και η Τουρκία.
Στο υπουργείο εξωτερικών του Ισραήλ που εδρεύει στην Ιερουσαλήμ, διπλωμάτες και αναλυτές θέτουν βασικές προτεραιότητες στην ατζέντα για τον στρατηγικό σχεδιασμό τη Συρία και το Ιράν. Τον προηγούμενο μήνα εκτοξεύθηκαν ρουκέτες από τη συριακή επικράτεια στα υψίπεδα του Γκολάν που ελέγχει το Ισραήλ και οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας απάντησαν άμεσα με αντίποινα σε θέσεις εναντίον του συριακού στρατού. Επρόκειτο μάλιστα για μια αντίδραση άμεση και δημόσια που απομακρύνεται από προηγούμενη πολιτική του Ισραήλ για μη ανάμειξη στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας. Ο υπουργός Άμυνας Αβίνγκντορ Λίμπερμαν δήλωσε δημόσια ότι οι εκτελεστές των επιθέσεων ήταν Σύριοι, οι οποίοι δρουν υπό την καθοδήγηση της Χεζμπολάχ αλλά ο «εγκέφαλος» βρίσκεται στη Τεχεράνη. Σύμφωνα με ανώτατους Ισραηλινούς αξιωματούχους, το Ιράν επιχειρεί να μεταφέρει όπλα από τη Συρία στον Λίβανο και συγκεκριμένα με όχημα την οργάνωση Χεζμπολάχ με στόχο την κατασκευή μιας νέας στρατιωτικής βάσης.
Δεν είναι σίγουρα η πρώτη φορά που το Ισραήλ βλέπει την απειλητική σκιά του Ιράν πάνω από τη Συρία. Περίπου 20 χιλιόμετρα ανατολικά από τα σύνορα του εβραϊκού κράτους με τη Συρία στα Υψίπεδα του Γκολάν, εικοσιπέντε διαφορετικές παραστρατιωτικές ομάδες πολεμούν μεταξύ τους. Από το παρατηρητήριο των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων στο όρος Bental (το οποίο έχει χτιστεί πάνω σε ένα παλαιότερο συριακό παρατηρητήριο) μπορεί κάποιος να ακούσει καθαρά τους πυροβολισμούς και τους ήχους από τις εχθροπραξίες.
Όπως μου εξηγούν αξιωματικοί του Ισραηλινού στρατού στην ίδια περιοχή προσπαθούν παράλληλα να διεισδύσουν η Χεζμπολάχ και το Ιράν. Ο στόχος του Ισραήλ είναι να συντονίσει και να διαμορφώσει μια χιλιομετρική ζώνη πέρα από τα σύνορα του, στην οποία θα δημιουργηθούν σταδιακά συνθήκες σχετικής σταθερότητας. Οι πληθυσμοί που ζουν στην περιοχή γύρω από την πόλη Κουινέτρα δεν έχουν πρόσβαση σε τροφή και φάρμακα, ενώ οποιαδήποτε στοιχειώδης δομή διακυβέρνησης έχει καταρρεύσει. Στο αυτό το πλαίσιο το Ισραήλ μέσα από έναν καλά ανεπτυγμένο δίαυλο επικοινωνίας με την άλλη πλευρά των συνόρων προσπαθεί να συνδράμει, παρέχοντας τροφή αλλά και τη δυνατότητα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης περίπου 4000 ασθενών σε νοσοκομεία του Ισραήλ, με πιο εμβληματική περίπτωση το Galilee Medical Center.
Τι επιδιώκει το Ισραήλ στη Συρία
Το Ισραήλ δεν ενδιαφέρεται τόσο για το μέλλον του καθεστώτος της Δαμασκού. Η προσοχή του είναι στραμμένη στο βαθμό παρουσίας και εμπλοκής του Ιράν στα εδάφη της Συρίας. Όπως σχολιάζει ένας Ισραηλινός αξιωματούχος «Αν μια μεταπολεμική ενωμένη Συρία εναντιωθεί στο Ιράν, τότε το Ισραήλ θα την υποστηρίξει. Αν, όμως, το Ιράν αναμειχθεί στα εσωτερικά της Συρίας, τότε το Ισραήλ δεν θα ενδιαφερθεί για τη διατήρηση της ενότητας στη γείτονα χώρα».
«Αν μια μεταπολεμική ενωμένη Συρία εναντιωθεί στο Ιράν, τότε το Ισραήλ θα την υποστηρίξει. Αν, όμως, το Ιράν αναμειχθεί στα εσωτερικά της Συρίας, τότε το Ισραήλ δεν θα ενδιαφερθεί για τη διατήρηση της ενότητας στη γείτονα χώρα».
Η ανοικοδόμηση της Συρίας προϋποθέτει δισεκατομμύρια δολάρια και καμία από τις εμπλεκόμενες περιφερειακές δυνάμεις δεν διαθέτει την οικονομική δυνατότητα να το χρηματοδοτήσει αποκλειστικά.
Οι στόχοι του Ισραήλ στη Συρία είναι να αποτρέψει τη λαθραία μεταφορά προηγμένων όπλων από το Ιράν στη Συρία και τον Λίβανο, να διασφαλίσει το status quo στα Υψίπεδα του Γκολάν, να εμποδίσει τη χρήση χημικών όπλων και να έχει ενεργό ρόλο στις συνθήκες διαμόρφωσης της μεταπολεμικής Συρίας. Η στενή παρακολούθηση του συσχετισμού δυνάμεων ανάμεσα στη Ρωσία, το Ιράν και την Τουρκία εξυπηρετεί τα παραπάνω συμφέροντα.
Τι επιδιώκει το Ιράν στη Συρία
Υπάρχουν ποικίλες απόψεις και εκτιμήσεις για το περιεχόμενο των ιρανικών φιλοδοξιών στη Συρία. Οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι η Τεχεράνη επιδιώκει να διαμορφώσει έναν διάδρομο επιρροής και παρουσίας από την επικράτεια της μέχρι τις ακτές της Μεσογείου. Τα γεωγραφικά όρια μιας τέτοιας επιρροής εκτείνονται από τις επαρχίες του νότιου Ιράκ μέχρι τον το καθεστώς Άσαντ στη Δαμασκό.
Αν και διανύουμε τον δεύτερο χρόνο από την υπογραφή της συμφωνίας των έξι παγκόσμιων δυνάμεων με το Ιράν για τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης με ανταποδοτική άρση των διεθνών οικονομικών κυρώσεων, το Ισραήλ ισχυρίζεται ότι το Ιράν κινείται υπογείως. Από τη μια πλευρά τηρεί απαρέγκλιτα όλα όσα ορίζει η συμφωνία αλλά από την άλλη ακολουθεί μια άκρως εξτρεμιστική πολιτική χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ενώ αναπτύσσει με εξωφρενικούς ρυθμούς ό,τι δεν εμπίπτει στους ελεγκτικούς όρους της συμφωνίας (π.χ πυραυλική δραστηριότητα, στρατιωτικοποίηση και τεχνογνωσία για την κατασκευή πυρηνικής βόμβας). Στο πλαίσιο αυτό το Ιράν παρακολουθεί στενά τον τρόπο αντιμετώπισης των ΗΠΑ απέναντι στις προκλήσεις της Βόρειας Κορέας.
Ωστόσο, ανώτατο στέλεχος του Ινστιτούτου Στρατηγικής Ανάλυσης (INSS) προβλέπει ότι η συμφωνία που έχει υπογράψει το Ιράν με τη διεθνή κοινότητα δεν πρόκειται να τροποποιηθεί παρόλο που ο Αμερικανός πρόεδρος έκανε θόρυβο για το αντίθετο. Αλλά ακόμη και στην ακραία περίπτωση που οι ΗΠΑ αποφασίσουν να αποχωρήσουν από τη συμφωνία, το Ιράν δεν έχει απολύτως κανένα συμφέρον αποχώρησης.
«H Τεχεράνη επιδιώκει να διαμορφώσει έναν διάδρομο επιρροής και παρουσίας από την επικράτεια της μέχρι τις ακτές της Μεσογείου. Τα γεωγραφικά όρια μιας τέτοιας επιρροής εκτείνονται από τις επαρχίες του νότιου Ιράκ μέχρι τον το καθεστώς Άσαντ στη Δαμασκό».
Τι επιδιώκει η Τουρκία στη Συρία
Η περίπτωση της Τουρκίας είναι περίπλοκη και οι πραγματικές επιδιώξεις του Ταγίπ Ερντογάν προκαλούν συνεχώς νέα ερωτηματικά δίχως να προσφέρουν καθαρές απαντήσεις. Η πρόσφατη στρατιωτική επιχείρηση στην επαρχία Ιντλίμπ της βόρειας Συρίας είναι δηλωτική του διαχρονικού ενδιαφέροντος της Τουρκίας για το βόρειο τμήμα της Συρίας με στόχο τον περιορισμό της δράσης των κουρδικών παραστρατιωτικών ομάδων αλλά και την υπονόμευση οποιασδήποτε κουρδικής πολιτικής οντότητας στη περιοχή. Πρακτικά, η Τουρκία επιδιώκει να διασφαλίσει τα σύνορα της από τις κουρδικές δυνάμεις όσο και από τις διάφορες τζιχαντιστικές ομάδες (μερικές από τις οποίες προηγουμένως ενίσχυσε στον εμφύλιο πόλεμο ενάντια στον Άσαντ). Την ίδια στιγμή το Ισραήλ υποστηρίζει επίσημα την κουρδική ανεξαρτησία. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του ισραηλινού υπουργείου Εξωτερικών Εμάνουελ Ναχσόν, «η κατάσταση στη Τουρκία αναμένεται να γίνει ακόμη πιο σύνθετη και δύσκολη σε συνδυασμό και με τη σκληρή στάση που τηρεί η Ευρωπαϊκή Ένωση απέναντι στον Ερντογάν».
Τι θέλει η Ρωσία στη Συρία
Η επιστροφή της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή σηματοδοτεί και την επιστροφή της Μόσχας ως περιφερειακού και διεθνούς παίκτη. Η εμπλοκή του Πούτιν στη Συρία διέσωσε το καθεστώς Άσαντ και απέτρεψε το ενδεχόμενο ενός «σεναρίου Λιβύης» όπου η αλλαγή καθεστώτος πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο ενός υβριδικού πολέμου. Σήμερα ο Άσαντ διαθέτει τον έλεγχο σχεδόν του 80% της συριακής επικράτειας.
Οι Ρώσοι επιδιώκουν την καθολική αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας υπό τη διοίκηση μιας ηγεσίας που θα εξασφαλίζει τα συμφέροντα της Μόσχας. Η Μόσχα δεν έχει κάποια εμμονή με την υποχρεωτική παραμονή του Άσαντ στην εξουσία και συμμερίζεται τις ανησυχίες του Ισραήλ μετά τη νίκη του Ιράν στη Συρία και το σχέδιο καθόδου του στη Μεσόγειο. Σε αυτό το πλαίσιο διεξάγεται ανάμεσα στη Μόσχα και την Ιερουσαλήμ ένας συνεχής διάλογος τόσο σε επίπεδο αξιωματούχων ασφαλείας όσο και σε επίπεδο ανώτατου πολιτικού προσωπικού. Μέσα στο 2017 ο Μπενιαμίν Νετανιάχου συναντήθηκε με τον Βλαντιμίρ Πούτιν πέντε φορές. Κάτι που άρχισε ως δίαυλος επικοινωνίας με τη μορφή ενός τακτικού συντονισμού πτήσεων και στρατιωτικών επιχειρήσεων έχει αναβαθμιστεί σε διάλογο για θέματα μακροπρόθεσμων στόχων και συμφερόντων. Όπως χαρακτηριστικά σχολιάζουν κύκλοι του υπουργείου εξωτερικών του Ισραήλ, «πρόκειται για μια μαγική σχέση που εδράζεται στην αποδοχή του δόγματος, ότι αν καταπατηθούν οι κόκκινες γραμμές, τότε θα υπάρξουν συνέπειες και η κατάσταση μπορεί να γίνει άγρια».
Η Ρωσία σέβεται το Ισραήλ γιατί γνωρίζει ότι δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει την ισχύ του, αν δεχθεί οποιαδήποτε πρόκληση κατά του status quo. Ο αμοιβαίος σεβασμός στις κόκκινες γραμμές καθιστά τις σχέσεις Ισραήλ- Ρωσίας πιο εύκολες και περισσότερο αποδοτικές. Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών του Iνστιτούτου Στρατηγικής ανάλυσης INSS, «Η Ρωσία και το Ισραήλ προβλέπουν ότι η μεταπολεμική Συρία θα διαιρεθεί σε ομόσπονδα τμήματα, τα οποία θα διατηρήσουν κάποιου είδους αυτονομία, αλλά η αβεβαιότητα για την μακροπρόθεσμη επιβίωση ενός ομόσπονδου συστήματος αποτελεί σημαντικό ρίσκο».
«H σχέση Ρωσίας- Ισραήλ είναι μια "μαγική σχέση" που εδράζεται στην αποδοχή του δόγματος, ότι αν καταπατηθούν οι κόκκινες γραμμές, τότε θα υπάρξουν συνέπειες και η κατάσταση μπορεί να γίνει άγρια».
Τι θέλουν οι ΗΠΑ στη Συρία
Η εξωτερική πολιτική του προέδρου Ομπάμα στη Μέση Ανατολή δημιούργησε ένα μεγάλο στρατηγικό κενό στην περιοχή και είναι πολλοί οι αναλυτές που θεωρούν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διάβασαν λαθεμένα την Αραβική Άνοιξη σαν μια οριεντάλ εκδοχή της «Άνοιξης της Πράγας», η οποία θα μετατόπιζε τις εύθραυστες αραβικές δικτατορίες προς τον εκδημοκρατισμό. Η πραγματικότητα διέψευσε τις προβλέψεις (όπως έγινε και το 2003 με τον πόλεμο στο Ιράκ και το κενό εξουσίας που δημιουργήθηκε μετά τον θάνατο του Σαντάμ Χουσεϊν) και αφού οι Αμερικάνοι είχαν μειωμένο συμφέρον ως προς τα ενεργειακά της Συρίας, προτιμώντας να επικεντρωθούν στα συμφέροντά τους στο Ιράκ, εγκατέλειψαν το παιχνίδι στα μακρύ χέρι της Μόσχας και της Τεχεράνης.
Τοπικές εξεγέρσεις που προέκυψαν ως απάντηση απόγνωσης σε διαχρονικά κοινωνικοπολιτικά προβλήματα πήραν τη μορφή περιφερειακών πολέμων μέσω πληρεξούσιων (όπως για παράδειγμα συμβαίνει σήμερα στην Υεμένη). Επιπλέον, όπως φάνηκε εκ των υστέρων οι σαρωτικές αλλαγές που έφερε ο πόλεμος στο Ιράκ το 2003 και το κενό εξουσίας που άφησε ο Σαντάμ αξιοποιήθηκαν στο έπακρο από το Ιράν.
«Οι προθέσεις του προέδρου Τραμπ ως προς τη συνολική στρατηγική των ΗΠΑ στη Συρία και στη Μέση Ανατολή παραμένουν ένα μεγάλο αίνιγμα.».
Οι προθέσεις του προέδρου Τραμπ ως προς τη συνολική στρατηγική των ΗΠΑ στη Συρία και στη Μέση Ανατολή παραμένουν ένα μεγάλο αίνιγμα. Επίσης αίνιγμα αποτελεί ο βαθμός ανθεκτικότητας του Τραμπ στην εξουσία εν μέσω σκανδάλων και πρωτόγνωρου πολιτικού διχασμού. Η κατάσταση στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ είναι αρκετά συγκεχυμένη, καθώς πολλές υψηλόβαθμες θέσεις παραμένουν κενές, γεγονός που στο εκκεντρικό μυαλό του Τραμπ μεταφράζεται πιθανόν ως δυνατότητα άσκησης εξωτερικής πολιτικής δίχως προσωπικό. Αξίζει, βέβαια, να υπενθυμίσουμε ότι ο Τραμπ περιστοιχίζεται από πολύ έμπειρους συνεργάτες με μεγάλη πείρα στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στον Περσικό Κόλπο. Στο μέτωπο της Συρίας η εμπλοκή των ΗΠΑ είναι γεωγραφικά περιορισμένη (οι Αμερικανοί διαθέτουν ορισμένες βάσεις στις βορειοανατολικές επαρχίες της), αφού ο στόχος του Τραμπ εντάχθηκε κυρίως σε ένα καθαρά αντιτρομοκρατικό δόγμα με στόχο τον πόλεμο εναντίον του ΙSIS και τη συντριβή του.
Τι θέλουν οι αραβικές χώρες στη Συρία
Επτά από τις χώρες που ανήκουν στον Αραβικό Σύνδεσμο εμπίπτουν στην κατάσταση των αποτυχημένων κρατών (failed states). Χώρες όπως η Υεμένη, το Ιράκ, η Λιβύη, η Σομαλία και η Συρία δεν έχουν καμία σχέση με το πως ήταν πριν μερικά χρόνια. Η διαίρεση που υπάρχει ανάμεσα στις αραβικές χώρες είναι ισχυρή και πολυσύνθετη αλλά σχεδόν όλες στέκονται ενωμένες απέναντι στις φιλοδοξίες και την εμπλοκή του Ιράν, το οποίο αντιλαμβάνονται ως εξωτερική απειλή. Το γεγονός ότι η ανάλυση τους συμπίπτει με εκείνη του Ισραήλ έχει επιτρέψει την δυνατότητα της μεταξύ τους συνεργασίας. Σύμφωνα με κύκλους του ισραηλινού υπουργείου εξωτερικών οι σχέσεις των μετριοπαθών αραβικών χωρών με το Ισραήλ βρίσκονται στην καλύτερη φάση τους.
Στην Αίγυπτο η ανησυχία επικεντρώνεται στην τρομοκρατία που προέρχεται όχι από το Σινά αλλά από ομάδες του ΙSIS που έχουν περάσει από τη Λιβύη στην Αίγυπτο. Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, αν και είναι πολιτικά ανίσχυροι, παραμένουν ενεργοί και λαοφιλείς. Στην Ιορδανία ο ISIS έχει κατορθώσει να ενεργοποιήσει ομάδες που δρουν μέσα στις κοινότητες των Χασεμιτικών νομαδικών πληθυσμών, χωρίς να θεωρούνται εξαιρετικά σοβαρή απειλή για την ασφάλεια. Στα σύνορα του Λιβάνου με το Ισραήλ επικρατεί σχετική ηρεμία μετά τον πόλεμο του 2006.
Τι συμβαίνει με το Παλαιστινιακό;
Οι διαδοχικά αποτυχημένες απόπειρες των Ηνωμένων Πολιτειών για επίλυση του Παλαιστινιακού δεν σημαίνει ότι οι η κυβέρνηση Τραμπ έχει εγκαταλείψει την προσπάθεια διαμεσολάβησης. Μάλιστα, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, η κυβέρνηση Τραμπ θα παρουσιάσει τις προσεχείς εβδομάδες ένα σχέδιο επίλυσης στη βάση των δυο-κρατών, το οποίο θα προβλέπει την ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους με προσωρινά σύνορα, ενώ ζητήματα όπως η Ιερουσαλήμ και η επιστροφή των προσφύγων θα αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Όπως εκτιμούν Ισραηλινοί αναλυτές, ο Τραμπ θα κινηθεί ακριβώς στην ίδια κατεύθυνση με τους προκατόχους του ως προς το σχέδιο επίλυσης του Παλαιστινιακού, κάτι που ευθυγραμμίζεται με την λογική του σχεδίου Ρότζερς, όταν το 1969 οι ΗΠΑ προσπάθησαν για πρώτη φορά να επιβάλουν μια αμερικανική λύση στο ζήτημα.
«H κυβέρνηση Τραμπ θα παρουσιάσει τις προσεχείς εβδομάδες ένα σχέδιο επίλυσης στη βάση των δυο-κρατών, το οποίο θα προβλέπει την ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους με προσωρινά σύνορα».
Στο πλαίσιο αυτό η επιδίωξη του Τραμπ και του πρεσβευτή των ΗΠΑ στο Ισραήλ Ντέιβιντ Φρίντμαν να μεταφέρουν την αμερικανική πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ θεωρείται από τους Ισραηλινούς (αν εξαιρέσουμε την ακροδεξιά) μοιραίο λάθος. Όπως χαρακτηριστικά σχολιάζουν, σύμφωνα με τη βάση του σχεδίου Ρότζερς η Ανατολική Ιερουσαλήμ δεν ανήκει στο Ισραήλ. Επομένως αν η πρεσβεία μετακινούνταν από το Τελ Αβίβ, η νέα της έδρα θα ήταν στη Δυτική Ιερουσαλήμ...
Την ίδια στιγμή η συμφωνία συμφιλίωσης που υπέγραψαν η Φατάχ και η Χαμάς με τη διαμεσολάβηση της Αιγύπτου αποτελεί ένα συμβολικό βήμα για την αποκλιμάκωση της πολιτικής διαμάχης ανάμεσα στου Παλαιστίνιους της Δυτικής Όχθης και της Γάζας. Ωστόσο είναι πολλοί εκείνοι που τη θεωρούν μια προσχηματική συμφωνία. Καθεμιά πλευρά εξακολουθεί να είναι καχύποπτη απέναντι στην άλλη. Η κρίση στο Κατάρ επηρέασε δραματικά τη Χαμάς σε οικονομικό επίπεδο με αποτέλεσμα να προτιμά η Παλαιστινιακή Αρχή να αναλάβει το κόστος της γραφειοκρατίας και της διοίκησης στη Γάζα.
Σήμερα υπάρχουν τέσσερις βασικές προϋποθέσεις για την επίλυση του Παλαιστινικού: το πολιτικό σθένος, η θέληση για την λήψη ρίσκου, η υποστήριξη από την πλειοψηφία των δυο λαών και η απαραίτητη ισχύς για την επιβολή και την υλοποίηση μιας συμφωνίας. Η πλειοψηφία και των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων υποστηρίζει την λύση των δυο κρατών αλλά οι πολιτικές ηγεσίες είναι ανέτοιμες για να κάνουν την απαραίτητη υπέρβαση που απαιτείται.
Στο υποθετικό σενάριο που το Ισραήλ προωθούσε μια συμφωνία ειρήνης, η οποία θα περιλαμβάνει ανταλλαγή εδαφών, λύση στο ζήτημα των εποικισμών, εγγυήσεις για ασφάλεια και αποποίηση των Παλαιστινίων από άλλες διεκδικήσεις, οι συνθήκες που επικρατούν στα παλαιστινιακά εδάφη αποτρέπουν τη δυνατότητα για επιβολή οποιασδήποτε συμφωνίας από τους Παλαιστίνιους. Η Λωρίδα της Γάζας είναι κατεστραμμένη ολοσχερώς σε επίπεδο υποδομών και οικονομίας και οι ευθύνες για την καταστροφή βαραίνουν κυρίως την Χαμάς. Ακόμη και στο εσωτερικό της Χαμάς υπάρχει διάσπαση ως προς την ηγεσία που επιθυμεί συνεννόηση με την Αίγυπτο και με ένα μικρό μέρος που θέλει σύνταξη με το Ιράν. Όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει η διευθύντρια ερευνών του ΙNSS Anat Kurz, «H Χαμάς σήμερα κινείται πιο κοντά σε μια συμμαχία με την Αίγυπτο -και αυτό είναι μια θετική εξέλιξη από την σκοπιά του Ισραήλ- αλλά παραμένει εξαρτημένη από το Ιράν. Η Αίγυπτος δίνει τροφή στη Γάζα, το Ιράν όπλα. Τα παιδιά της Γάζας, όμως, δεν μπορούν να φάνε όπλα. Η Χαμάς πρέπει να αποφασίσει».
«H Χαμάς σήμερα κινείται πιο κοντά σε μια συμμαχία με την Αίγυπτο -και αυτό είναι μια θετική εξέλιξη από την σκοπιά του Ισραήλ- αλλά παραμένει εξαρτημένη από το Ιράν. Η Αίγυπτος δίνει τροφή στη Γάζα, το Ιράν όπλα».
O πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής και ηγέτης της Φατάχ Μαχμούντ Αμπάς δεν έχει ορίσει το διάδοχο του, γεγονός που θα αφήσει χώρο σε ριζοσπαστικές δυνάμεις να εκμεταλλευθούν το κενό εξουσίας που θα προκύψει. O αγώνας για τον πολιτικό έλεγχο της Φατάχ καθιστά ακόμη πιο περίπλοκες τις διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ, αφού στη πράξη οι δυο διαφορετικοί πολιτικοί άξονες ανταγωνίζονται για τον μελλοντικό έλεγχο της PLO. Οι Παλαιστίνιοι στις διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ εκπροσωπούνται από την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO), η οποία το 1993 αναγνώρισε στο Ισραήλ το δικαίωμα ύπαρξης. Μόλις η Χαμάς γίνει τμήμα της PLO, η επιρροή της Φατάχ αναμένεται να υποχωρήσει.