Ποιος φοβάται την «μαύρη τρύπα» στις Ιταλικές τράπεζες;
Ολοι τρέμουν, είναι η απάντηση. Η Ιταλία είναι η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης και οι τράπεζες της που θα έπρεπε να την στηρίζουν έχουν, κατά γενική ομολογία πλέον, πολύ σαθρά θεμέλια.
Με δημόσιο χρέος στο 135% και πολύ υψηλή ανεργία, η Ρώμη ζητά τώρα εξαίρεση από τους κοινούς τραπεζικούς κανόνες για να σώσει τις τράπεζες της. Και η ευρωζώνη το σκέφτεται.
Η παροχή κρατική βοήθειας προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως επιδιώκει ο Ματέο Ρέντσι, διχάζει τους Ευρωπαίους ηγέτες και θέτει σε αμφισβήτηση όλη την λογική πίσω από την οδηγία που τέθηκε από την πρώτη του έτους σε εφαρμογή, ότι στο εξής δεν θα σώζονται οι τράπεζες με τα χρήματα των φορολογούμενων.
Μετά και το σοκ από το βρετανικό δημοψήφισμα, οι μετοχές των Ευρωπαϊκών τραπεζών δέχθηκαν μεγάλο πλήγμα και εφόσον η τραπεζική κρίση στη γειτονική χώρα δεν επιλυθεί σύντομα, ο φόβος είναι ότι το πρόβλημα θα μεταδοθεί γρήγορα από χώρα σε χώρα.
Τι πάει στραβά με τις Ιταλικές τράπεζες;
Βασικά είναι φορτωμένες με περίπου 400 δις. δολάρια «κακά δάνεια» και δεν διαθέτουν και τις σχετικές οικονομικές υπηρεσίες για να μπορέσουν να τα πακετάρουν και να τα πουλήσουν.
Ενδεικτικό της τραγικής τους κατάστασης είναι ότι συνδυαστικά η χρηματιστηριακή αξία της UniCredit SpA και της Monte dei Paschi di Siena SpA- της πρώτης και της τρίτης μεγαλύτερης τράπεζας της χώρας αντίστοιχα - κυμαίνεται μόλις στα 13 δισ. δολάρια.
Πως φθάσαμε μέχρι εδώ;
Με πολύ λίγα λόγια, στη διάρκεια της κρίσης του 2008 στις ΗΠΑ οι τράπεζες στην Βρετανία, την Ισπανία, την Ιρλανδία και άλλες χώρες διασώθηκαν με κρατικές ενέσεις, δηλαδή με χρήματα των φορολογουμένων.
Η Ιταλία, από την άλλη, που δεν αντιμετώπιζε τότε θέμα άμεσης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών της, περίμενε να φθάσει η ανάπτυξη που ποτέ δεν ήρθε.
Φέτος η κυβέρνηση αποφάσισε να ξεκινήσει μια προσπάθεια να στηρίξει τις προσπάθειες ανακεφαλαιοποίησης των προβληματικών ιδρυμάτων της και να αγοράσει τα «κόκκινα δάνεια».
Οι επενδυτές φυσικά δεν εντυπωσιάστηκαν και δεν έσπευσαν να ρίξουν εκεί τα χρήματα τους, το άγχος για την επιβίωση των τραπεζών εντάθηκε και επιδεινώθηκε ακόμα περισσότερο όταν οι μετοχές άρχισαν πάλι να κατρακυλάνε λόγω του brexit.
Ο πρωθυπουργός Ρέντσι τώρα δεν βλέπει άλλη λύση από την απευθείας χρηματοδότηση με κρατικά κονδύλια.
Ποιό είναι το πρόβλημα;
Το ίδιο που έχει κατά κανόνα τα χρόνια της κρίσης η ευρωζώνη: ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό.
Οι κανόνες που διέπουν την τραπεζική αγορά απαιτούν πρώτοι απ'όλους να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη, οι μέτοχοι και οι ομολογιούχοι- μεγάλοι και μικροί. Και μετά η κρατική βοήθεια.
Πρώτα δηλαδή το λεγόμενο bail-in και μετά το bail-out.
Ο κανονισμός αυτός στόχο είχε να βάλει ένα τέλος στη λογική ότι μια τράπεζα είναι «πολύ μεγάλη για να αφεθεί να καταρρεύσει» (too big to fail) αναγκάζοντας τους ιδιώτες επενδυτές να φορτωθούν πρώτοι τα βάρη της αποτυχίας.
Στην Ιταλία όμως, πολλοί από αυτούς τους ιδιώτες επενδυτές είναι οι μεσαίου εισοδήματος μισθωτοί ή συνταξιούχοι που τοποθέτησαν τις οικονομίες μιας ζωής σε τραπεζικά ομόλογα.
Οι ζημιές που υπέστησαν οι ομολογιούχοι σε τέσσερις μικρές τράπεζες τον περασμένο Νοέμβριο πυροδότησαν διαδηλώσεις από τους καταθέτες και οδήγησαν σε ξεπούλημα των τραπεζικών μετοχών και σε μια αυτοκτονία. μεγάλο το πολιτικό κόστος για την κεντροαριστερή κυβέρνηση.
Τι θα γίνει τώρα;
Ο Ρέντσι χρειάζεται μια λύση χωρίς το bail-in, το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει οικονομική κρίση πριν το κρίσιμο δημοψήφισμα του Οκτωβρίου για την συνταγματική μεταρρύθμιση που πρέπει να κερδίσει ο Ρέντσι προκειμένου να παραμείνει στην εξουσία.
Ζητά λοιπόν να του δοθεί άδεια - κατ'εξαίρεση- να σώσει με κρατικά χρήματα τον τραπεζικό τομέα.
Υπάρχουν ορισμένοι που βλέπουν με συμπάθεια το αίτημα και υπάρχουν και οι... γνωστοί άλλοι: η Ανγκελα Μέρκελ για παράδειγμα είναι αρνητική σε κάθε προσπάθεια να παρακάμπτονται, κατά δοκούν, οι κανόνες.
Η Ιταλία δεν χρειάζεται «μαθήματα από την δασκάλα» απάντησε ο Ρέντσι, παρόλο που ξέρει ότι εάν θέλει να πετύχει τον στόχο του θα πρέπει να έχει, την σύμφωνη γνώμη και της «δασκάλας».
Το θέμα του bail-in στην τράπεζα Monte Paschi βρίσκεται στην καρδιά της έντονης συζήτησης που βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ Ιταλίας και Κομισιόν.
Και υπάρχουν και πολιτικοί λόγοι γι αυτό. Η τράπεζα, που αντιμετωπίζει και τα μεγαλύτερα προβλήματα σε σχέση με τις υπόλοιπες, έχει στενές σχέσεις με το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα του Ματέο Ρέντσι
Η κυβέρνηση του θεωρεί ότι στο τέλος θα μπορέσει να βρεθεί μια κάποια συμβιβαστική λύση, «ώστε να ευνοηθούν και να στηριχθούν οι καταθέτες, κι όχι οι τραπεζίτες».
Οπωςισχυρίστηκε ο διοικητής της Τράπεζας της Ιταλίας Ινιάτσιο Βίσκο υπάρχει όντως ένα ουσιαστικό πρόβλημα με τα λεγόμενα «κόκκινα δάνεια», αλλά μπορεί να λυθεί, αφού υποστήριξε ότι οι τράπεζες «δεν είναι σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης».
«Οι νέοι κανόνες της Ένωσης για τις τράπεζες είναι πολύ απαιτητικοί, αλλά υπάρχουν στοιχεία ευελιξίας που πρέπει να τύχουν πλήρους εκμετάλλευσης, ιδίως όταν υφίσταται ένας συστημικός κίνδυνος», διαμήνυσε και ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Πιέρ Κάρλο Πάντοαν.
Η αίσθηση πολλών αναλυτών στη Ρώμη είναι ότι ο συμβιβασμός με τις Βρυξέλλες θα βρεθεί, πιθανότατα λίγο πριν ή αμέσως μετά τα stress -test στα τέλη του μηνός.
Και ότι ο Ρέντσι, αυτή την φορά, δεν θέλει να κάνει πίσω.
Τι λένε οι αγορές
Η Monte Paschi, η πιο παλιά τράπεζα στον κόσμο, έχει καταφέρει να επιβιώσει επί 500 χρόνια.
Αλλά έχει χάσει το 99% της αξίας της μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008 και οι αγορές παρακολουθούν την πορεία της με μεγάλη νευρικότητα δίνοντας πιθανότητα 60% να χρεοκοπήσει στα ομόλογα της μέσα στην επόμενη πενταετία.
Νευρικοί είναι επενδυτές και για τις Banca Carige και UniCredit.
Για να ξεκινήσει ο Ρέντσι την επιχείρηση διάσωσης των τραπεζών του χρειάζεται να αποσπάσει εξαίρεση από την Κομισιόν στους κανονισμούς για την χορήγηση κρατικής βοήθειας, αλλά και μια νομική διέξοδο στην οδηγία της Ε.Ε. για τις τράπεζες (Bank Resolution and Recovery Directive).
Η Ιταλία το επιχειρήσει πάλι στο παρελθόν και έχει αποτύχει.
Τώρα η Ρώμη επικαλείται και την αναταραχή λόγω του Brexit, αλλά πολλοί στις Βρυξέλλες θεωρούν το επιχείρημα μάλλον υπερβολικό.
«Αυτό που ζητά ο Ρέντσι και αυτό που μπορεί να πάρει τελικά ίσως είναι δυο διαφορετικά πράγματα» είπε στους FT ανώτερος αξιωματούχος της Ευρωζώνης.
Είναι και το Βερολίνο που δεν θέλει, αν και ανησυχεί πράγματι για την κατάσταση των Ιταλικών ιδρυμάτων και ο υπουργός Οικονομικών Πάντοαν βρίσκεται σε συχνή επαφή με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Οι περισσότεροι περιμένουν ότι θα υπάρξει κάποιο «μαγείρεμα» και η Ε.Ε. θα εγκρίνει τελικά κάποια βοήθεια προς τις τράπεζες, πιθανόν όμως όχι αυτή ακριβώς που επιθυμεί η Ιταλική κυβέρνηση.
Και υπάρχουν και ορισμένοι και στην Γερμανία που όταν λένε ότι «όλοι» πρέπει να εφαρμόζουν τους κανόνες, προφανώς δεν εννοούν: «όλοι».
«Αν και δεν μπορώ να στηρίξω την προσπάθεια της Ιταλικής κυβέρνησης να παρακάμψει την νομοθεσία για την τραπεζική ένωση» δήλωσε ο Χριστιανοδημοκράτης ευρωβουλευτής Μάρκους Φέρμπερ. «Καταλαβαίνω ποια είναι η ρίζα του προβλήματος. Μια μικρή παρέκκλιση εκ μέρους της Κομισιόν σε ότι αφορά τα ζητήματα της κρατικής βοήθειας μπορεί να βοηθήσει εάν πρόκειται να προλάβουμε την επόμενη τραπεζική κρίση».
Πιθανές επιπτώσεις;
Οι πολέμιοι της λογικής των ε«ξαιρέσεων», θεωρούν ότι εάν δοθεί το ελεύθερο στην Ιταλία καταστρατηγούνται οι κανόνες, δημιουργείται ένα επικίνδυνο προηγούμενο και εν τέλει δεν πρόκειται να λυθούν και τα βαθιά προβλήματα του Ιταλικού τραπεζικού τομέα.
Μπορεί για παράδειγμα, λένε, να ενθαρρυνθούν παρόμοιες βλέψεις και στην Πορτογαλία.
Για την ίδια την Ιταλία το ερώτημα είναι εάν η διοχέτευση κρατικών κεφαλαίων θα θεραπεύσει την αρρώστια που ταλαιπωρεί τις περίπου 600 τράπεζες που λειτουργούν με βάση ένα ξεπερασμένο επιχειρηματικό μοντέλο. «Τελικά για να λυθεί το πρόβλημα», είπε Ευρωπαίος αξιωματούχος στους FT, «θα πρέπει να κλείσουν τράπεζες, να γίνουν συγχωνεύσεις και να μειωθούν τα υποκαταστήματα. Οποια και να είναι η εξέλιξη, αυτό θα πρέπει να γίνει. Το να παίζει κανείς παιχνιδάκια με τους κανονισμούς, δεν θα εξαφανίσει τα αίτια του προβλήματος».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου