
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΓΙΑ ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΑΡΘΡΟ 19 Καθένας έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης


Το ομόσπονδο κρατίδιο του Βερολίνου ανέστειλε την χορήγηση του εμβολίου της AstraZeneca για γυναίκες κάτω των 60 ετών, μετά την διαπίστωση 31 περιστατικών θρομβώσεων. Ακολούθησε το κρατίδιο της Βαυαρίας ενώ είχε προηγηθεί αυτό της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Τη χορήγηση του συγκεκριμένου εμβολίου είχαν προηγουμένως αναστείλει το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Βερολίνου και άλλα νοσοκομεία στην Γερμανία.
Σήμερα το πρωί, η μεγαλύτερη πανεπιστημιακή κλινική της Γερμανίας- και μια από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη, η Charité ανακοίνωσε ότι σταματάει τους εμβολιασμούς γυναικών κάτω των 55 ετών με AstraZeneca ως προληπτικό μέτρο, δεδομένου ότι με τα μέχρι στιγμής δεδομένα οι σπάνιες περιπτώσεις θρομβώσεων φαίνεται ότι πλήττουν κυρίως γυναίκες κάτω των 60 ετών. Τα περιστατικά που έχουν εντοπιστεί στη Γερμανία και έχουν αναφερθεί από το αρμόδιο για τον έλεγχο των φαρμάκων, Ινστιτούτο Paul Ehrlich, είναι πλέον 31, εκ των οποίων 9 ασθενείς πέθαναν. Πρόκειται για 29 γυναίκες και 2 άνδρες. Οι γυναίκες είναι ηλικίας από 20 έως 63 ετών και οι άνδρες 36 και 57 ετών.
Στη Γερμανία, μέχρι τώρα έχουν χορηγηθεί 2,7 εκατομμύρια πρώτες δόσεις AstraZeneca- αναφέρει το Spiegel- τα 2/3 των εμβολιασμένων είναι γυναίκες κάτω των 70 ετών, ενω το 58% είναι γυναίκες κάτων των 60 ετών και αυτό διότι περισσότερες γυναίκες εργαζόνται ως νοσηλευτικό και βοηθητικό προσωπικό σε κλινικές, νοσοκομεία και οίκους ευγηρίας και εμβολιάστηκαν νωρίς με AstraZeneca.
Από χθες η περιφέρεια Euskirchen στη Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία ανακοίνωσε την προσωρινή αναστολή τον εμβολιασμό γυναικών κάτω των 55 με το σκεύασμα της AstraZeneca, μετά τον θάνατο μια γυναίκας 47 ετών την περασμένη εβδομάδα και τη σοβαρή ασθένεια μιας άλλης 28 ετών. Και οι δυο παρουσίασαν τη σπάνια μορφή θρόμβωσης στις εγκεφαλικές φλέβες.
Υπέρ της ανασtολής του εμβολιασμού αυτής της κατηγορίας των ηλικιών με AstraZeneca τάχθηκαν και οι επικεφαλής των έξι πανεπιστημιακών νοσοκομείων του κρατιδίου, αναφέροντας σε κοινή επιστολή τους προς τις αρχές του κρατιδίου αλλά και τις ομοσπονδιακές αρχές, ότι ο κίνδυνος κι άλλων θανάτων είναι υψηλός.
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων στην τελευταία του ανακοίνωση απεφάνθη μεν ότι το εμβόλιο είναι εν γένει ασφαλές, ωστόσο συνεχίζεται η έρευνα αυτών των περιστατικών θρομβώσεων και νέα ανακοίνωση αναμένεται από τις 6 έως τις 9 Απριλίου
Ντράπηκε και η ντροπή μαζί με την απάτη.



Κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε έναν μήνα μειώθηκε η διαφορά ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ, όσον αφορά στην πρόθεση ψήφου, όπως καταγράφει νέα δημοσκόπηση που δημοσιοποιήθηκε σήμερα.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα της Pulse για την τηλεόραση του ΣΚΑΪ, η Νέα Δημοκρατία λαμβάνει πλέον ποσοστό 35% έναντι 36% που είχε στην προηγούμενη δημοσκόπηση της ίδιας εταιρείας (που έγινε στις 26-28 Φεβρουαρίου). Την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίζει δύο μονάδες και από το 22% βρίσκεται στο 24%.
Σημειώνεται ότι αυτή είναι από τις λίγες δημοσκοπήσεις που καταγράφουν ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης επωφελείται σημαντικά από την κυβερνητική φθορά. Την ίδια στιγμή, η απόσταση των δύο κομμάτων φαίνεται να βαδίζει πλέον σε μονοψήφιο αριθμό, καθώς αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο 11%, ενώ η ανεπιτυχής κυβερνητική πολιτική σε πολλούς βασικούς τομείς (με κυριότερη όλων τη διαχείριση της πανδημίας) προδιαθέτει για ακόμα μεγαλύτερο ψαλίδισμα της διαφοράς.
Παράλληλα, οι ψήφοι είναι μοιρασμένες όσον αφορά την αξιολόγηση της κυβέρνησης στη διαχείριση της πανδημίας (47%), ενώ σχεδόν ο 1 στους 3 (το 32%) κρίνει «σίγουρα αρνητικά» τις κυβερνητικές ενέργειες και αποφάσεις.
Επίσης, το 35% ζητά άμεση χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων, το 34% επιθυμεί μικρή παράταση και επανεξέταση των δεδομένων, ενώ το 17% είναι υπέρ της παράτασης για όσο χρειαστεί.
Ακολουθεί όλη η έρευνα:

Σήμερα κατά πάσα πιθανότητα θα οριστικοποιηθεί η συνάντηση που ζήτησε ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και ο Αλέξης Τσίπρας με το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για το θέμα της αύξησης κεφαλαίου της Πειραιώς. Ο πρόεδρος του Ταμείου, Ανδρέας Βερύκιος, ανταποκρίθηκε αμέσως στο αίτημα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μένει να καθοριστούν οι λεπτομέρειες της συνάντησης, που θα πραγματοποιηθεί τις επόμενες ημέρες και οπωσδήποτε πριν από την Εκτακτη Γενική Συνέλευση της τράπεζας, στις 7 Απρίλου. Στη Βουλή θα φέρει το θέμα και το ΚΙΝ.ΑΛΛ. μέσα από τη διαδικασία του κοινοβουλευτικού ελέγχου, καθώς, όπως τονίζει: «Η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει μέσα σε δυσμενείς συνθήκες σε αποεπένδυση από την τράπεζα δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα και εύλογες υποψίες για τις προθέσεις της».
Σύμφωνα με το ΚΙΝ.ΑΛΛ., η σύνδεση αποεπένδυσης - αύξησης οδηγεί στην πώληση του μεριδίου του ελληνικού Δημοσίου με τρόπο που υπονομεύει τα συμφέροντα του ελληνικού Δημοσίου. «Αν η κυβέρνηση πράγματι πιστεύει στην επιτυχία του εμβολιασμού, στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, στην επίτευξη του σχεδίου εξυγίανσης της Τράπεζας Πειραιώς, γιατί τέτοια αδικαιολόγητη βιασύνη;» τονίζει το ΚΙΝ.ΑΛΛ. και διερωτάται πώς θα δώσει το ελληνικό Δημόσιο ως μέτοχος μέσω του ΤΧΣ την έγκριση για υλοποίηση της ΑΜΚ, χωρίς να γνωρίζει αν η διαδικασία που έχει ανακοινωθεί θα του διασφαλίζει σε κάποιο βαθμό τα συμφέροντά του και δεν θα οδηγήσει σε πλήρη απαξίωση της ακριβοπληρωμένης συμμετοχής του.
Τις τελευταίες ημέρες η κυβέρνηση και όχι μόνο, μέσω «πηγών», σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει τους επαχθείς για το ελληνικό Δημόσιο (και τους υφιστάμενους μετόχους) όρους –βάσει προκαταρκτικών σχεδιασμών, σύμφωνα με τη διοίκηση της τράπεζας– της δρομολογούμενης αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της Πειραιώς, ανατρέχει στην τρίτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, στο τέλος του 2015 (κάποιοι θέλουν να ξεχάσουν τις δύο προηγούμενες), θέλοντας να καταδείξει τις τεράστιες απώλειες που κατέγραψε το ελληνικό Δημόσιο και να καταγγείλει τον ΣΥΡΙΖΑ για όψιμο ενδιαφέρον.
Ωστόσο, το πρόβλημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είναι το «όψιμο ενδιαφέρον», αλλά η ενοχικότητα που διακατέχει πολλά στελέχη της για κάποια θέματα. Ετσι, μια σειρά πεπραγμένων της ως κυβέρνησης σήμερα σχεδόν αρνείται να τα υπερασπιστεί μην τυχόν χάσει «βαθμούς αριστεροσύνης». Ενα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το σχέδιο «Ηρακλής», το οποίο «καρπώθηκε» η νυν κυβέρνηση, αλλά καταρτίστηκε και προεγκρίθηκε από τις Βρυξέλλες από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Οπως και το υφιστάμενο πλαίσιο για τη διαχείριση των προβληματικών δανείων, την προστασία της πρώτης κατοικίας, αλλά και τον εξωδικαστικό συμβιβασμό κ.α.
Πέραν αυτού, η υπόθεση της Πειραιώς και η απειλή να υποστεί το Δημόσιο μιαν ακόμη ζημιά από τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις καθιστά απολύτως επίκαιρη και αναγκαία την υπενθύμιση του πώς και από ποιους μεθοδεύτηκαν και τι κόστισαν στο Δημόσιο –και τελικά στους Ελληνες πολίτες– οι ανακεφαλαιοποιήσεις της τελευταίας δεκαετίας. Ευτυχώς, δεν έχουμε όλοι μνήμη χρυσόψαρου.
Τα τραπεζικά θέματα, λόγω της πολυπλοκότητας και της στρυφνότητάς τους, προσφέρονται για κάθε είδους «αντιπερισπασμούς», καθώς οι πολίτες «χάνονται» σε έναν κυκεώνα οικονομικών όρων, νομοθεσίας και εποπτικών κανόνων που συνεχώς γράφονται στη Φρανκφούρτη (ΕΚΤ) και στις Βρυξέλλες (Ε.Ε.) και πιθανότατα δεν έχουν ακούσει ποτέ ξανά, δεν διαθέτουν ειδικές γνώσεις για κατανοήσουν. Ετσι, αυτό που τελικά μένει είναι κάποια ιλιγγιώδη ποσά πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ.
Την περασμένη Παρασκευή, απαντώντας στον ΣΥΡΙΖΑ και στον Αλέξη Τσίπρα, που λίγες μέρες πριν από το βήμα της Βουλής είχε κάνει λόγο για «ληστεία» σε ό,τι αφορά την ΑΜΚ της Πειραιώς, κυβερνητικές πηγές σημείωναν ότι:
Η ανακεφαλαιοποίηση του 2015 έγινε με discount 85,7% και 99,4% σε σχέση με την ανακεφαλαιοποίηση του 2014 και το ΤΧΣ έχασε το 99,4% της περιουσίας του. Στην ανακεφαλαιοποίηση του 2014 οι τράπεζες είχαν αξία 27 δισ. και στην ανακεφαλαιοποίηση του 2015 είχαν 1 δισ. Το μερίδιο του ΤΧΣ, δηλαδή, από αξία 19 δισ. ευρώ πήγε σε λιγότερο από 1 δισ. ευρώ. Στην Πειραιώς το 2015 το ΤΧΣ έβαλε 2,7 δισ., εκ των οποίων 2 δισ. με τα περίφημα CoCos (σ.σ. ομόλογα μετατρέψιμα σε μετοχές) που δημιούργησε ο ΣΥΡΙΖΑ στην τιμή των 6 ευρώ, με τα οποία μπήκε μια θηλιά στην τράπεζα που δεν μπορούσε χρόνια να αναπνεύσει (σ.σ. στο τέλος του 2020 η Πειραιώς είχε τη δυνατότητα να πληρώσει τους τόκους των CoCos, αλλά επελέγη να μην το κάνει). Και, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, το τεράστιο αυτό κόστος των 2,7 δισ. ήταν για να πάνε τα κόκκινα δάνεια της Πειραιώς από 52% στις αρχές του 2015 στο 51% το καλοκαίρι του 2019. Με 2,7 δισ. μειώθηκαν τα κόκκινα δάνεια μία μονάδα.
Ας τα πιάσουμε από την αρχή, θυμίζοντας ότι η ανακεφαλαιοποιήση του 2015 (ΣΥΡΙΖΑ) ήταν η τρίτη σε διάστημα τριών ετών, που σημαίνει ότι οι δύο που προηγήθηκαν, το 2012 -2013 και το 2014, δεν πέτυχαν τους στόχους τους για δύο κυρίως λόγους: υψηλότερη των προβλέψεων ύφεση και ανεργία και μη σύνδεση των ανακεφαλαιοποιήσεων με στόχους για μείωση των «κόκκινων» δανείων, που από 7,7% το 2009 εκτινάχθηκαν σε 33,8% το 2014, με τις τότε διοικήσεις των τραπεζών να μην παίρνουν αυξημένες προβλέψεις.
Η πρώτη λοιπόν ανακεφαλαιοποίηση (2012-2013) έγινε μέσω του ΤΧΣ και στοίχισε περί τα 25,5 δισ. Η δεύτερη (2014) καλύφθηκε στο σύνολό της από τοποθετήσεις ιδιωτών επενδυτών ύψους 8,3 δισ., αλλά προκάλεσε μεγάλη απαξίωση της περιουσίας του ΤΧΣ, λόγω μείωσης του ποσοστού συμμετοχής του στα κεφάλαια των τραπεζών (dilution). Επιπρόσθετα, ελήφθησαν κι άλλα μέτρα, όπως στήριξη των τραπεζών με εγγυήσεις (ομόλογα), εξυγίανση τραπεζών (Αγροτική, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, Proton κ.ά.) και αναδιάταξη τραπεζικού συστήματος με εξαγορές και συγχωνεύσεις. Παρά τις δύο ανακεφαλαιοποιήσεις και τη μεγάλη συγκέντρωση του κλάδου (4 συστημικές τράπεζες), ούτε η εμπιστοσύνη ανακτήθηκε, ούτε η διαρροή καταθέσεων σταμάτησε. Σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, η μεγαλύτερη εκροή καταθέσεων 87 δισ. ευρώ (36% των συνολικών καταθέσεων) –κυρίως προς τράπεζες του εξωτερικού– συνέβη από τον Σεπτέμβριο του 2009 έως τον Ιούνιο του 2012. Και είναι σαφές ότι δεν έστειλε το «πόπολο» τις καταθέσεις του στο εξωτερικό.
Υπενθυμίζεται, εξάλλου, ότι η ελληνική οικονομία για το 2014 δεν παρουσίασε ούτε πλεονάσματα, ούτε θετικούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, γεγονός που επηρέασε αρνητικά και τις αποτιμήσεις των τραπεζών, των οποίων οι προβλέψεις για μελλοντική κερδοφορία και πιστωτική επέκταση δεν ήταν… ακριβείς, διαψεύδοντας το… success story της κυβέρνησης Σαμαρά. Υπενθυμίζεται ότι η ίδια κυβέρνηση (Σαμαρά) δεν «έκλεισε» την πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος, αφήνοντας την εκκρεμότητα και τον «λογαριασμό» όσων δεν έγιναν επί 18 μήνες στον ΣΥΡΙΖΑ.
Η κόντρα γύρω από την αποτίμηση της συμμετοχής του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητα στις ελληνικές τράπεζες, ώστε να αποδειχθεί ποια διακυβέρνηση ήταν πιο… ζημιογόνα, αφήνει εκτός πολιτικής ατζέντας το θέμα που θα έπρεπε να είναι κυρίαρχο και στο οποίο πρωτίστως θα έπρεπε να απαντήσει η κυβέρνηση. Αν, δηλαδή, πρέπει να συνεχιστούν τα τραπεζικά μνημονιακά παράδοξα, τώρα που η χώρα έχει ανακτήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την ελευθερία κινήσεων. Το να κάνει «κουμάντο», για παράδειγμα, σε μια τράπεζα ο ιδιώτης/fund μέτοχος του 10% και ο μεγαλομέτοχος/Δημόσιο με διπλάσιο και τριπλάσιο ποσοστό απλώς να παρακολουθεί δεν πρέπει να συμβαίνει σε καμία άλλη κανονική –και καπιταλιστική– οικονομία.
Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση, το θέμα των αποτιμήσεων/απωλειών, διαμορφώνεται ως εξης:
● 2012: Το κόστος ανακεφαλαιοποίησης ανήλθε στα 49,7 δισ. ευρώ. Η ενίσχυση των τραπεζών έγινε με αύξηση του δημόσιου χρέους. Στο τέλος του 2014 η αξία των μετοχών που κατείχε το ΤΧΣ ήταν 11,6 δισ. ευρώ και μαζί με τα ομόλογα αξίας 10,9 δισ. ευρώ η περιουσία του Ταμείου έφτανε τα 23,3 δισ. ευρώ.
Ετσι, οι απώλειες της διακυβέρνησης 2012-2014 (Ν.Δ.) διαμορφώθηκαν στα 26,4 δισ. ευρώ.
Σε ότι αφορά την απαξίωση των μετοχών τη συγκεκριμένη περίοδο, θα πρέπει να έχουμε υπόψη δύο πολύ σημαντικές παραμέτρους:
Πρώτον, οι αποτιμήσεις στη χρηματιστηριακή αγορά την περίοδο του 2014 στηρίχθηκαν κυρίως στο… οικονομικό success story που γρήγορα διαψεύσθηκε.
Δεύτερον, οι μετοχές που κατείχε το ΤΧΣ από την ΑΜΚ του 2012-2013 δεν μπορούσαν να πουληθούν μέχρι την ωρίμανση των warrants, δηλαδή μέχρι την άνοιξη του 2018.
Συνεπώς, η αξία της περιουσίας του ΤΧΣ δεν προσδιοριζόταν από τις πραγματικές χρηματιστηριακές τιμές σε συνθήκες πώλησης μεγάλου αριθμού μετοχών και αυξημένης προσφοράς, όπως συνέβη τον Νοέμβριο του 2015. Ετσι, ουδείς μπορεί να γνωρίζει τα επίπεδα τιμών των τραπεζικών μετοχών που θα πωλούσε τότε το ΤΧΣ και άρα την πραγματική αξία της περιουσίας του. Πάντως, ήδη από το 2014 ξεκίνησε η πτώση των τραπεζικών μετοχών.
● Σε ό,τι αφορά τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (2015-α΄ εξάμηνο 2019), οι απώλειες για το ΤΧΣ διαμορφώνονται στα 11,3 δισ. ευρώ. Η αξία των μετοχών στο ΤΧΣ, στο τέλος Ιουνίου του 2019 ήταν 4,7 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι ομόλογα ύψους 10,9 δισ. ευρώ επεστράφησαν στον ΕFSF – απομειώνοντας αντίστοιχα το δημόσιο χρέος, ενώ η Εθνική Τράπεζα αποπλήρωσε τα CoCos ύψους 2 δισ. ευρώ.
● Στις 31.03.2020, στην έναρξη του πρώτου κύματος της πανδημίας, η αξία μετοχών και CoCos που κατείχε το Ταμείο ήταν περίπου 2,29 δισ ευρώ. Στις αρχές Μαρτίου 2021 –πριν δηλαδή τις ανακοινώσεις της Πειραιώς και εν μέσω πανδημίας– η αξία των μετοχών του Ταμείου ήταν περί το 1,5 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η ζημιά του ΤΧΣ, αν ολοκληρωθεί η αύξηση κεφαλαίου της Πειραιώς με τους γνωστούς μέχρι τώρα όρους, θα υπερβεί τα 2 δισεκατομμύρια.
Κάπως έτσι και ενώ είχαμε μπει στον αστερισμό των capital controls και στο 3ο Μνημόνιο –με ό,τι συνεπαγόταν αυτό και για το τραπεζικό σύστημα της χώρας– φτάσαμε στην τρίτη ανακεφαλαιοποίηση, ώστε να σωθούν οι ελληνικές τράπεζες. Οι συνθήκες μέσα στις οποίες ολοκληρώθηκε ήταν εξαιρετικά δυσμενείς, καθώς αυστηροποιήθηκε το θεσμικό πλαίσιο για την παροχή κρατικών ενισχύσεων και προέβλεπε πριν από τη λήψη κρατικής ενίσχυσης κούρεμα σε μετόχους, ομολογιούχους αλλά και στους καταθέτες με ποσά καταθέσεων μεγαλύτερα των εγγυημένων 100.000 ευρώ. Ηταν, λοιπόν, απόλυτα κρίσιμο η όλη διαδικασία να έχει ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του 2015, ώστε να μην έχει τεθεί σε ισχύ –από 1.1.2016– η οδηγία BRRD (bail in = διάσωση τραπεζών με εισφορές των μετόχων, των ομολογιούχων και των μεγάλων καταθετών).
Επιπρόσθετα, τα ασφυκτικά χρονικά περιθώρια οδήγησαν όλες τις τράπεζες να αναζητήσουν ταυτόχρονα κεφάλαια από ιδιώτες, όταν μάλιστα η πρώτη αξιολόγηση του Προγράμματος δεν είχε ολοκληρωθεί, αυξάνοντας σημαντικά τη δυσκολία του εγχειρήματος.
Παρά τις δυσκολίες, η ανακεφαλαιοποίηση ολοκληρώθηκε με περιορισμένη κρατική ενίσχυση, μέσω του ΤΧΣ, και η επιβάρυνση του δημόσιου χρέους ανήλθε στα 5,4 δισ. ευρώ, πολύ χαμηλότερα δηλαδή από τα 25 δισ. ευρώ που είχαν αρχικά προβλεφθεί, κυρίως λόγω του αυξημένου ενδιαφέροντος των ξένων επενδυτών (5,3 δισ. ευρώ).
Και το γεγονός ότι δεν υπέστη πλήγμα η ακεραιότητα των καταθέσεων, που θα κλόνιζε ανεπανόρθωτα την εμπιστοσύνη προς το τραπεζικό σύστημα και την οικονομία, βάζει θετικό πρόσημο στην τρίτη ανακεφαλαιοποίηση. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι αυτή η τελευταία ανακεφαλαιοποίηση συνδέθηκε με τη διαμόρφωση συνολικού πλαισίου αντιμετώπισης/διαχείρισης των «προβληματικών» δανείων, ώστε να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα μιας τέταρτης ανακεφαλαιοποίησης.
Με την τελευταία ανακεφαλαιοποιήση, το 2015, ενισχύθηκε η εποπτεία των τραπεζών, καθώς συμπεριλήφθηκε η αξιολόγηση των διοικήσεων και των δομών, ώστε να αποφευχθούν στρεβλώσεις του παρελθόντος. Επιπλέον, ανετράπη το παράδοξο της πρώτης ανακεφαλαιοποιήσης (2012-2013), όπου το ελληνικό Δημόσιο, αν και κατείχε τη συντριπτική πλειοψηφία των μετοχών τριών σημαντικών τραπεζών, εντούτοις είχε περιορισμένα δικαιώματα ψήφου.
Ειδικότερα, στην τρίτη ανακεφαλαιοποίηση, με τη χρήση του μείγματος CoCos και κοινών μετοχών με πλήρη δικαιώματα ψήφου (75% και 25%), επετεύχθη ισορροπία καθώς:
● Τα CoCos έχουν ετήσια απόδοση 8% και, αν δεν γίνουν αποπληρωμές των τόκων στις προβλεπόμενες ημερομηνίες για δύο φορές, μετατρέπονται σε κοινές μετοχές με πλήρη δικαιώματα ψήφου στο 116% της αξίας τους. Αυτό συνέβη με τα CoCos της Πειραιώς, με αποτέλεσμα το ποσοστό του ΤΧΣ στην τράπεζα να φτάσει το 61,34%.
● Με τις κοινές μετοχές, το Ελληνικό Δημόσιο (ΤΧΣ) διατήρησε ένα ισχυρό ποσοστό συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών και πρώτη φορά η συμμετοχή του Ταμείου έγινε με κοινές μετοχές, που έχουν πλήρη δικαιώματα ψήφου.
Αντίθετα, τα εργαλεία της πρώτης ανακεφαλαιοποίησης ήταν: μετοχές χωρίς δικαίωμα ψήφου και warrants, που δεσμεύονταν από συγκεκριμένη συμφωνία επαναγοράς, η οποία δεν επέτρεψε στο Δημόσιο να ανακτήσει τα κεφάλαια που επένδυσε, αν και η τιμή των μετοχών των τραπεζών ήταν δυνατόν, κατά περιόδους, να χαρακτηριστεί πρόσφορη.
Σήμερα Τρίτη 25 Νοεμβρίου, η Εκκλησία μας τιμά την Αγία Αικατερίνη, η οποία καταγόταν από οικογένεια ευγενών της Αλεξάνδρειας, «θυγάτηρ βα...