ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Σε ρυθμούς αντίστροφης μέτρησης εξελίσσεται πλέον το προεκλογικό σκηνικό, αφού απέμειναν 11 ημέρες για την κρίσιμη κάλπη που θα αναδείξει τον επικρατέστερο μεταξύ των δύο «μονομάχων», προσδιορίζοντας τη μετεκλογική στρατηγική των πολιτικών αρχηγών.
Οι βουλευτικές εκλογές στις 21 Μαΐου, βάσει του άρθρου 54 παρ. 1 του Συντάγματος, θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής (με όριο) που νομοθέτησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 2016 (ν.4406/16) προκειμένου να κλείσει ο κύκλος της ενισχυμένης αναλογικής που κυριάρχησε στη μεταπολίτευση καθιερώνοντας τις μονοκομματικές πλειοψηφίες.
Στο ενδεχόμενο μη σχηματισμού κυβέρνησης, η δεύτερη κάλπη, στις αρχές Ιουλίου, θα στηθεί υπό τις προϋποθέσεις που εισήγαγε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τον Ιανουάριο του 2020 (ν.4654/2020) επαναφέροντας ουσιαστικά το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής που ευνοεί το πρώτο κόμμα, με μόνη διαφορά την κλιμακωτή απόδοση του bonus των 50 εδρών (που καταργήθηκε από τον νόμο του ΣΥΡΙΖΑ).
Ο νόμος 4406/2016 προσεγγίζει τη βασική αρχή της απλής αναλογικής που στην καθαρή μορφή της θεωρείται το πλέον δημοκρατικό και δίκαιο σύστημα καθώς εξασφαλίζει την ισότιμη ψήφο και την αντιπροσωπευτική κατανομή των εδρών, αφού ο αριθμός των βουλευτών που εκλέγουν οι πολιτικοί συνδυασμοί καθορίζεται αναλογικά με το ποσοστό που εγγράφουν σε επίπεδο επικράτειας.
Πάγια θέση της Αριστεράς και του προοδευτικού χώρου, ευνοεί τις κυβερνήσεις συνεργασίας, ωστόσο από την πλευρά των παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας δέχεται την κριτική πως οδηγεί σε αστάθεια δεδομένου ότι καθιστά περίπου αδύνατη την αυτοδυναμία, αφού η συνθήκη της απλής αναλογικής ορίζει πως το πρώτο κόμμα θα πρέπει να υπερβεί το ποσοστό του 50% του συνόλου των έγκυρων ψήφων προκειμένου να σχηματίσει κυβέρνηση.
Στην εκλογική αναμέτρηση του Μαΐου θα εφαρμοστεί ο νόμος του ’16 που ουσιαστικά προβλέπει τη μορφή της απλής αναλογικής με όριο, από τη στιγμή που διατηρεί την προϋπόθεση του ποσοστού του 3% για την είσοδο ενός κόμματος στη Βουλή.
Αυτό σημαίνει πως το εκλογικό ποσοστό που απαιτείται προκειμένου να εξασφαλιστεί η απαραίτητη κοινοβουλευτική πλειοψηφία (των 151 εδρών) είναι (αντιστρόφως) ανάλογο του ποσοστού των κομμάτων που έμειναν εκτός Βουλής.
Οσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό της μη αντιπροσωπευόμενης ψήφου, τόσο μειώνεται το ποσοστό για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Σύμφωνα με τον ν. 4406/2016 οι κοινοβουλευτικές έδρες που αναλογούν στα κόμματα που θα περάσουν το φράγμα του 3% υπολογίζονται με τον πολλαπλασιασμό του ποσοστού που κατέγραψαν στην επικράτεια επί του συνολικού αριθμού των εδρών που διατίθενται στο ελληνικό Κοινοβούλιο.
Εάν δηλαδή ένα κόμμα συγκεντρώσει ποσοστό 20% θα λάβει συνολικά 60 έδρες (ποσοστό εκλογών/100 x 300 = έδρες, με τη στρογγυλοποίηση να κατευθύνεται στον προηγούμενο ακέραιο. «Για τον καθορισμό των εδρών που δικαιούται κάθε εκλογικός σχηματισμός το σύνολο των ψήφων που συγκέντρωσε στην επικράτεια πολλαπλασιάζεται με τον αριθμό 300 και το γινόμενο αυτό διαιρείται με το άθροισμα των ψήφων υπέρ όλων των εκάστοτε κοινοβουλευτικών κομμάτων» αναφέρει ο νόμος. Οσο για τις έδρες που μένουν αδιάθετες λόγω της στρογγυλοποίησης, κατανέμονται στους σχηματισμούς με τα μεγαλύτερα υπόλοιπα.
Ωστόσο, ακόμη και αν το ποσοστό των κομμάτων που μείνουν εκτός Βουλής κινηθεί μεταξύ 8% (όπως στις εκλογές του ’19) έως 10%, το ποσοστό του 45%-46%+ που απαιτείται για αυτοδύναμο μονοκομματικό σχηματισμό θεωρείται μη ρεαλιστικό για τα σημερινά πολιτικά δεδομένα, οπότε για την επίτευξη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας των 151 εδρών απαιτείται η σύμπραξη κομμάτων. Στην περίπτωση αυτή ενεργοποιείται το άρθρο 37 του Συντάγματος (παρ. 3) που προβλέπει τη διαδικασία των διερευνητικών εντολών.
Στο ενδεχόμενο μη σχηματισμού κυβέρνησης, η χώρα θα οδηγηθεί σε νέες εκλογές (2 Ιουλίου) οπότε και θα εφαρμοστεί ο ν. 4654/2020 με τον οποίο η Νέα Δημοκρατία κατάργησε το εκλογικό σύστημα του ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να αποκατασταθεί η λογική της ενισχυμένης αναλογικής και να κατέβει ο πήχης της αυτοδυναμίας προς όφελος του πρώτου κόμματος.
Το σύστημα της λίστας
Ο νέος νόμος προβλέπει την εκλογή των βουλευτών με το σύστημα της λίστας (οι ψηφοφόροι θα επιλέγουν μόνο το ψηφοδέλτιο του κόμματος χωρίς «σταυρό» στους υποψήφιους) και κλιμακούμενο bonus εδρών, που θα εξαρτάται από το τελικό ποσοστό του πρώτου κόμματος, με αφετηρία το 25%. Δηλαδή, εάν το πρώτο κόμμα λάβει ποσοστό ίσο ή μεγαλύτερο του 25% των έγκυρων ψηφοδελτίων, τότε θα εξασφαλίσει 20 περισσότερες έδρες – οι υπόλοιπες 280 κατανέμονται αναλογικά μεταξύ των κομμάτων.
Από το 25% και για κάθε 0,5% το πρώτο κόμμα λαμβάνει επιπλέον μία έδρα, ενώ το μάξιμουμ των 50 εδρών αποδίδεται εάν το ποσοστό του φτάσει στο 40%. Υπολογίζεται ότι με το συγκεκριμένο σύστημα και με το ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής να κυμαίνεται μεταξύ 8%-10%, το απαιτούμενο ποσοστό αυτοδυναμίας μειώνεται στα επίπεδα του 37,5%-38%.
Υπενθυμίζεται πως την 1η Ιουνίου, ημέρα Πέμπτη, στις 11 το πρωί θα συγκροτηθεί σε Σώμα η νέα Βουλή, της ΙΘ’ Κοινοβουλευτικής Περιόδου, για την ορκωμοσία των βουλευτών που θα αναδειχθούν από τις εκλογές της 21ης Μαΐου και την εκλογή του προεδρείου του Κοινοβουλίου.
Εάν τυχόν η διαδικασία των διερευνητικών εντολών αποβεί άκαρπη και δοθεί από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας εντολή σχηματισμού υπηρεσιακής κυβέρνησης, το απόγευμα της ίδιας ημέρας ή το πρωί της επομένης η Βουλή θα διαλυθεί και θα προκηρυχθούν οι δεύτερες εκλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου