ΤΟΥΡΚΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
18:06
20/10/2016
Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δήλωσε σήμερα για πρώτη φορά ότι "Η Τουρκία πλέον δεν μπορεί να δεχθεί την συνθήκη της Λωζάνης" και μέσα σε πολύ λίγο χρόνο από τον το "Δεν μου αρέσει η συνθήκη της Λωζάνης" πέρασε στο "Δεν δεχόμαστε την συνθήη της Λωζάνης".
Η διαφορά είναι τεράστια και φαίνεται ότι ξεκινά μια εποχή ένοπλων συγκρούσεων, κατά την οποία η Ελλάδα θα πρέπει να είναι ικανή να υπερασπίσει αυτά που προέβλεπε η συνθήκη της Λωζάνης, αφού ο Ρ.Τ.Ερντογάν δήλωσε ότι "Δεν μπορούμε το 2016 να κινούμαστε με τη λογική του 1923".
Μιλώντας σε κοινοτάρχες, στο κτίριο της προεδρίας στην Άγκυρα, ο Τούρκος πρόεδρος συνέχισε την αμφισβήτηση της Συνθήκης, τονίζοντας: «Φέραμε στην επικαιρότητα τη Λωζάνη και το Εθνικό Συμβόλαιο. Φαίνεται πως κάποιες αλήθειες μας τις έμαθαν λάθος. Θέλω από τη νεολαία μας να εξετάσει τη Λωζάνη και ας ενοχληθούν κάποιοι. Τα λάθη αυτά πρέπει να τα ξέρουμε».
«Δεν μπορούμε το 2016 να κινούμαστε με τη λογική του 1923. Αυτό είναι άδικο, δεν μπορούμε να το δεχθούμε. Όταν αλλάζουν τα πάντα στον κόσμο, δεν μπορούμε να βρισκόμαστε στο σημείο που βρεθήκαμε τότε» επέμεινε.
Διευκρινίζοντας τι εννοεί, όταν μιλάει για αλλαγές, ο πρόεδρος της Τουρκίας υπογράμμισε: «Από το 1914, που φτάσαμε από τα 2.000.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, μέσα σε εννεά χρόνια στη Λωζάνη, μαζί και με το Χατάι, πέσαμε στα 780.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Σε μικρό χρονικό διάστημα. Στόχος μας στον απελευθερωτικό αγώνα ήταν το Εθνικό Συμβόλαιο. Δυστυχώς, και στα δυτικά και στα ανατολικά σύνορά μας δεν προστατεύσαμε τα εδάφη μας».
«Μια κατάσταση που προέκυψε από ανάγκη την αποδεχθήκαμε και εγκλωβιστήκαμε. Αυτό εμείς το αρνούμαστε. Η Τουρκία ήταν του 1923 και όσοι την εγκλώβισαν είχαν ως στόχο να ξεχαστεί το παρελθόν της, που είναι 1.000 ετών με Οθωμανική Αυτοκρατορία και με τους Σελτζούκους» κατέληξε ο Ταγίπ Ερντογάν.
Τι προβλέπει η συνθήκη της Λωζάνης:
Η Συνθήκη της Λωζάνης ήταν συνθήκη ειρήνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας. Υπογράφηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922) και συμμετείχαν στην Συνθήκη των Σεβρών συμπεριλαμβανομένης και της ΕΣΣΔ (που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη).
Κατήργησε την Συνθήκη των Σεβρών που δεν είχε γίνει αποδεκτή από την νέα κυβέρνηση της Τουρκίας που διαδέχθηκε τον Σουλτάνο της Κωνσταντινούπολης. Μετά την εκδίωξη από την Μικρά Ασία του Ελληνικού στρατού από τον Τουρκικό υπό την ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ, εμφανίστηκε η ανάγκη για αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών. Στις 20 Οκτωβρίου 1922 ξεκίνησε το συνέδριο που διακόπηκε μετά από έντονες διαμάχες στις 4 Φεβρουαρίου 1923 για να ξαναρχίσει στις 23 Απριλίου. Το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου μετά από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων.
Η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, κάποια νησιά του Αιγαίου, συγκεκριμένα την Ίμβρο και την Τένεδο, μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με την Συρία, την περιοχή της Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών η οποία όμως θα έμενε αποστρατικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης.
Παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, όπως προέβλεπε και η συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης. Ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη της την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των στενών.
Η Ελλάδα υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος (ελλείψει χρημάτων) τις πολεμικές επανορθώσεις. Η αποπληρωμή έγινε με επέκταση των τουρκικών εδαφών της Ανατολικής Θράκης πέρα από τα όρια της συμφωνίας. Τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς.
Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες και η αποστρατικοποίηση κάποιων νησιών του Αιγαίου.
Η ανταλλαγή μειονοτήτων που πραγματοποιήθηκε προκάλεσε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών. Μετακινήθηκαν από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη στην Ελλάδα 1.650.000 Τούρκοι υπήκοοι (άλλοι κάνουν λόγο για περίπου 2.000.000), χριστιανικού θρησκεύματος και από την Ελλάδα στην Τουρκία 670.000 Έλληνες υπήκοοι, μουσουλμανικού θρησκεύματος.
Η θρησκεία και όχι η εθνικότητα αποτέλεσε το βασικό κριτήριο για την ανταλλαγή [2]. Σύμφωνα με το άρθρο 2β της συνθήκης χρησιμοποιήθηκε ο όρος Μουσουλμάνοι και όχι Τούρκοι.
Αυτό οφείλεται στο ότι κατά την οθωμανική αυτοκρατορία η θρησκεία μετρούσε πολύ περισσότερο από ότι η εθνικότητα και από την άλλη πλευρά η Τουρκία ήθελε όλοι οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης να παραμείνουν. Στα Βαλκάνια χρησιμοποιείται ο όρος Τούρκος αρκετές φορές ως συνώνυμο με τον μουσουλμάνο επειδή στο σύστημα των Οθωμανικών μιλέτ (ήταν κύριο στοιχείο στην διοίκηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) όλοι οι μουσουλμάνοι ανήκαν σε μια ενιαία κοινότητα.
Μεταξύ των ανταλλάξιμων περιελαμβάνονταν επίσης οι Έλληνες του Πόντου, αλλά και τουρκόφωνοι Έλληνες, όπως τουρκόφωνοι Πόντιοι και Καραμανλήδες, καθώς και ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι, όπως οι Βαλαάδες της Δυτικής Μακεδονίας[4]. Μαζί με τους Έλληνες, πέρασε στην Ελλάδα και αριθμός Αρμενίων και Συροχαλδαίων.
Εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή οι Έλληνες κάτοικοι της νομαρχίας της Κωνσταντινούπολης (οι 125.000 μόνιμοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκηπονήσων και των περιχώρων, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι πριν από τις 30 Οκτωβρίου 1918) και οι κάτοικοι της Ίμβρου και της Τενέδου (6.000 κάτοικοι), ενώ στην Ελλάδα παρέμειναν 110.000 Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης2[5].
Επιπλέον, βάσει του άρθρου 23, με όλα τα δεινά που η Συνθήκη αυτή συσσώρευσε στον Μικρασιατικό Ελληνισμό, η Τουρκία απεμπόλησε πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της Κύπρου.
pro news
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου