Η «Εφημερίδα των Συντακτών», ο δημόσιος διάλογος και η Αριστερά
Η «Εφημερίδα των Συντακτών» μπαίνει στον πέμπτο χρόνο της κυκλοφορίας της, με πλησίστιες τις σημαίες, παρά την τεράστια κρίση που πλήττει τα Μέσα Ενημέρωσης και ιδιαίτερα τον χώρο του εντύπου. Συμπληρώσαμε τέσσερα χρόνια αδιάλειπτης δημιουργικής παρουσίας -με 1.175 φύλλα- και συνεχίζουμε την πορεία μας, με μια εφημερίδα κύρους και πηγή αναφοράς που αποτελεί κυριολεκτικά ένα μικρό θαύμα σε συνθήκες ανταγωνισμού και ολομέτωπου πολέμου εναντίον της από το διαπλεκόμενο κατεστημένο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
Η εφημερίδα μας παραμένει το μοναδικό ανεξάρτητο συνεταιριστικό εγχείρημα, με κατοχυρωμένο τον πλουραλισμό της και τις συλλογικές λειτουργίες της, χωρίς καμία εξάρτηση από κόμματα ή εκδοτικά συγκροτήματα και κυρίως χωρίς καμιά υποχρέωση σε τράπεζες. Τα έσοδά της προέρχονται αποκλειστικά από την κυκλοφορία της και τις διαφημιστικές καταχωρίσεις.
Η κυκλοφορία μας παραμένει σταθερή παρά τη συνεχή συρρίκνωση της κυκλοφορίας όλων των εφημερίδων, γεγονός που επηρεάζει αναπόφευκτα και εμάς.
Πέρα από τις συνέπειες της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που περιορίζουν τις δυνατότητες του αναγνωστικού κοινού, πέρα από την αναξιοπιστία του μεγαλύτερου μέρους των εντύπων που παρασέρνει και όσους αντιστέκονται στην παραπληροφόρηση, υπάρχει και η πληθώρα των Μέσων που πλημμυρίζουν το Διαδίκτυο με ψευδείς, κατασκευασμένες ή παραπλανητικές πληροφορίες, φήμες και «ειδήσεις», οι οποίες αναπαράγονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα και εκλαμβάνονται ως αληθινές.
Η πραγματική εξουσία έχει συγκροτηθεί «διά πυρός και σιδήρου» σε αυτό τον τόπο, με εδραιωμένη στήριξη στους πυλώνες του συστήματος και απίστευτες –όσο και ποικιλόχρωμες– εφεδρείες
Το ζήτημα αυτό παίρνει διαστάσεις καθώς οι έρευνες, όπως η πρόσφατη του Reuters, δείχνουν ότι ένα μεγάλο ποσοστό πολιτών, ιδιαίτερα νέων (18-24 χρόνων), διαλέγουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως την κυριότερη πηγή ενημέρωσής τους (28%) με δεύτερη πηγή την τηλεόραση (24%), ενώ τις εφημερίδες προτιμά ένα ισχνό 6%.
Σκίτσο του διάσημου Τζιανκάρλο Μοσκάρα από την ιστορική «Ρινάσιτα» (Αναγέννηση), την εβδομαδιαία επιθεώρηση που ίδρυσε ο Τολιάτι το 1944 και άντεξε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '90. Υπήρξε πρωτοπόρο πολιτικό και πολιτιστικό έντυπο που αποτύπωσε τους προβληματισμούς της ιταλικής Αριστεράς
Στην εποχή μας τα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης υποκαθιστούν ουσιαστικά τα παραδοσιακά Μέσα Ενημέρωσης, εφόσον η αξία μιας είδησης, μιας πληροφορίας δεν κρίνεται πλέον, σε μεγάλο βαθμό, από το εάν είναι αληθινή, διασταυρωμένη, αποτέλεσμα εξονυχιστικής έρευνας ή καλογραμμένη, αλλά από τα πόσα «κλικ» (χτυπήματα) συγκεντρώνει.
Σε ένα εξαιρετικό άρθρο της η αρχισυντάκτρια του «Γκάρντιαν» Κάταριν Βίνερ τόνιζε πριν από λίγους μήνες ότι η αυξανόμενη κυριαρχία αυτού του φαινομένου, δηλαδή της γρήγορης αναμετάδοσης της πληροφορίας γιατί αλλιώς παύει να είναι πληροφορία, «είναι ένδειξη των βαθιών αλλαγών που υφίσταται η δημοσιογραφία, οι αξίες της οποίας καθορίζονται όλο και περισσότερο από τον καταναλωτισμό. Αντί να ενισχύει τους κοινωνικούς δεσμούς, να πληροφορεί ή να καλλιεργεί την ιδέα ότι το να πληροφορείς είναι καθήκον του πολίτη και ανάγκη της δημοκρατίας, το σύστημα αυτό δημιουργεί ξεχωριστές κοινότητες που διαδίδουν με ένα κλικ ψέματα, τα οποία ενισχύουν τις αντιλήψεις τους και βαθαίνουν το χάσμα με αυτούς που δεν συμμερίζονται αυτές τις αντιλήψεις».
Αυτά τα Μέσα -μαζί με όσα παραδοσιακά ΜΜΕ έχουν προσχωρήσει στη λογική τους- διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό την κοινή γνώμη με προκατασκευασμένες «ειδήσεις», σκέψεις και αισθήματα, ευκολοχώνευτες θεωρίες συνωμοσίας για ό,τι γίνεται στην Ελλάδα και τον κόσμο.
Ενας αδυσώπητος πόλεμος
Αυτή είναι μια πλευρά του αδυσώπητου πολέμου που διεξάγεται στον χώρο των Μέσων Ενημέρωσης. Δεν είναι μόνο ο σκληρός ανταγωνισμός, ούτε τα ψέματα στο Διαδίκτυο, είναι και η συστηματική προσπάθεια που καταβάλλουν τα περισσότερα έντυπα του κατεστημένου Τύπου -τις περισσότερες φορές καταπατώντας κάθε δεοντολογία- για να εμφανίσουν την εφημερίδα μας ως ταυτισμένη με ένα κόμμα ή υπηρέτη συγκεκριμένων συμφερόντων.
Τους είναι αδιανόητο ότι μπορεί μια εφημερίδα να είναι ανεξάρτητη, να κάνει κριτική στην κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση και ταυτόχρονα να μην κρύβει τον ιδεολογικο-πολιτικό προσανατολισμό της. Ακριβώς αυτό δηλαδή που δεν μπορούν να κάνουν αυτά τα έντυπα.
Η εφημερίδα μας δεσμεύτηκε από την πρώτη μέρα να ανταποκριθεί στις ανάγκες και τις προσδοκίες ενός ευρύτατου φάσματος της κοινωνίας, από τη συντηρητική παράταξη μέχρι την άκρα Αριστερά, θέλοντας όμως να εκφράσει το προοδευτικό φάσμα της κοινωνίας, τις δυνάμεις της πληθυντικής Αριστεράς με όλες τις εκφάνσεις της.
Εκείνο που εντυπωσιάζει είναι ότι οι κατεστημένες δυνάμεις προχωρούν σε μια απίστευτη επιστράτευση ανθρώπων, από όλους τους χώρους και με τα ανάλογα «επιχειρήματα», για να υπονομεύσουν τις ιδέες, τις αξίες, τα πρόσωπα, την Ιστορία της Αριστεράς
Ταυτόχρονα υποσχεθήκαμε να συμβάλουμε εποικοδομητικά στον διάλογο και την αναζήτηση για την ανασύνθεση ολόκληρου του χώρου ανάμεσα στο Κέντρο και την Αριστερά, ενός χώρου σε συνεχή αναδιαμόρφωση.
Οι σημαντικές πολιτικές εξελίξεις των δύο τελευταίων χρόνων δημιούργησαν πρόσθετες ανάγκες, αλλά και δυσκολίες. Δεν έχουμε πλέον απέναντί μας τις κυβερνήσεις του γνωστού δικομματισμού, αλλά μια διαφορετική κυβέρνηση με κορμό ένα κόμμα με σαφείς αναφορές στην Αριστερά, που αποτελεί μοναδική «παραφωνία» σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση, ένα διαφορετικό «πείραμα» σε συνθήκες κρίσης, αβεβαιότητας, ανακατατάξεων, ενώ στη γειτονιά μας μαίνονται αιματηρές συγκρούσεις, με συνέπεια να αμφισβητούνται σύνορα και συνθήκες και να κλονίζεται το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Δεν σαστίσαμε, δεν βιαστήκαμε να υιοθετήσουμε την εύκολη και βολική στάση του «ζήτω» ή του «κάτω», δεν αναλάβαμε τον ρόλο του απολογητή της νέας κυβέρνησης, ούτε του κατεδαφιστή κάθε θετικής πράξης, δεν εγκαταλείψαμε την προσπάθεια να καταλάβουμε, να εξηγήσουμε, να δώσουμε βήμα στις πιο διαφορετικές απόψεις να εκφραστούν ελεύθερα, να συμβάλουν στον διάλογο και την αναζήτηση.
Συγκλίναμε σε μια κριτική στάση ευρύτερης στήριξης στην κυβέρνηση που προέκυψε από τις εκλογές του Ιανουαρίου και ξανά του Σεπτεμβρίου του 2015, χωρίς να παραιτηθούμε από το όπλο της κριτικής, σκληρής αν χρειάζεται, αλλά έντιμης, προτιμώντας κατά κανόνα την κριτική σε πράξεις, έργα ή παραλείψεις και όχι την προσβολή ή τον χλευασμό προσώπων.
Ενα ακόμη σκίτσο από τη «Ρινάσιτα» του Βανίνι
Διανύουμε αναμφίβολα μια εποχή μετάβασης και όχι πολιτικού κενού, με πρωτοφανείς αλλαγές, ανατροπές και ανακατατάξεις σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση, που τόσο μας ενδιαφέρει, γιατί εκεί τα εργατικά και κοινωνικά κινήματα, οι προοδευτικές δυνάμεις κατάφεραν τις μεγαλύτερες κατακτήσεις τους. Γι’ αυτό είναι αναγκαία η αναθεμελίωση της Ευρώπης και όχι ο εθνικός απομονωτισμός.
Σήμερα βεβαιότητες καταρρέουν, οικοδομήματα που έμοιαζαν σταθερά τρίζουν, τα δόγματα συνεχίζουν να οδηγούν σε αδιέξοδα, έτοιμες συνταγές δεν υπάρχουν και οι καινοτόμες ιδέες δυσκολεύονται να γίνουν ερμηνευτικά σχήματα και ακόμη περισσότερο συγκροτημένες απαντήσεις.
Μια ιστορική καμπή
Εκείνο που θέλω να τονίσω -ας μου επιτραπεί εδώ ο προσωπικός τόνος- είναι ότι ζούμε στην Ελλάδα μια τελείως διαφορετική φάση εξελίξεων αυτά τα χρόνια και ο δημόσιος διάλογος και προβληματισμός δεν αντιστοιχεί -σε μεγάλο βαθμό- στις απαιτήσεις μιας πραγματικά ιστορικής καμπής.
Η ανάληψη της διακυβέρνησης από έναν πολιτικό σχηματισμό της Αριστεράς προκάλεσε ως απάντηση -με μια σημαντική χρονική καθυστέρηση- τη συσπείρωση και την αντεπίθεση ενός ολόκληρου κόσμου κατεστημένων δυνάμεων και συμφερόντων, διαμορφωμένων εδώ και δεκαετίες, που χρησιμοποιούν κάθε μέσο στην «κοσμογονική» αυτή αναμέτρηση με αυτούς που τόλμησαν να αμφισβητήσουν την εξουσία τους.
Η σύγκρουση είναι σκληρή και προμηνύεται ακόμη σκληρότερη. Η πραγματική εξουσία έχει συγκροτηθεί «διά πυρός και σιδήρου» σε αυτό τον τόπο, με εδραιωμένη στήριξη στους πυλώνες του συστήματος και απίστευτες -όσο και ποικιλόχρωμες- εφεδρείες.
Δεν πρόκειται να επιχειρήσω εδώ τον απολογισμό της ιστορικής αυτής φάσης, θεωρώ όμως απαραίτητο να διατυπώσω ορισμένες σκέψεις για το επίπεδο του δημόσιου πολιτικού και δημοσιογραφικού διαλόγου και προβληματισμού -ιδιαίτερα σε σχέση με την Αριστερά- για τα κείμενα και τις παρεμβάσεις που επιχειρούν να αναλύσουν την τόσο περίπλοκη κατάσταση.
H Αριστερά δεν ταυτίζεται με ένα κόμμα, δεν έχει εκχωρηθεί σε κάποιους, δεν κληρονομείται ως περιουσιακό στοιχείο
Δυστυχώς σπανίζουν αυτά που δεν αναλώνονται σε ισοπεδωτικές και μονοδιάστατες προσεγγίσεις, σε αφορισμούς, σε βαρύγδουπες καταγγελίες εισαγγελικού τύπου, στην αέναη επανάληψη των ίδιων στερεοτύπων και κοινοτοπιών. Οι σταδιακές μεταμορφώσεις -ακόμη και μέσα σε μία νύχτα- φανατικών υποστηρικτών σε εξίσου φανατικούς πολέμιους είναι δυστυχώς συνηθισμένο πια φαινόμενο, αλλά η εξήγησή του είναι αρμοδιότητα άλλων.
Εκείνο που πράγματι εντυπωσιάζει είναι ότι οι κατεστημένες δυνάμεις προχωρούν σε μια απίστευτη επιστράτευση ανθρώπων, από όλους τους χώρους και με τα ανάλογα «επιχειρήματα», για να υπονομεύσουν τις ιδέες, τις αξίες, τα πρόσωπα, την Ιστορία της Αριστεράς.
Ακόμη και αρθρογράφοι που δεν είχαν ποτέ καμιά σχέση με την Αριστερά οδύρονται κυριολεκτικά γιατί σήμερα η Αριστερά προδόθηκε, γιατί η ανανεωτική Αριστερά πέθανε, γιατί η κινηματική Αριστερά φιμώθηκε, γιατί αυτοί που κυβερνούν δεν είναι Αριστερά και άλλα παρόμοια.
Η μέθοδος είναι απλή, παλιά και δοκιμασμένη. Ταυτίζεις συγκεκριμένες πράξεις, παραλείψεις, αντιφάσεις, λάθη, ακόμη και ολέθρια σφάλματα μιας κυβέρνησης με την Αριστερά γενικώς, όχι μόνο για να πλήξεις πολιτικά και ιδεολογικά αυτή την κυβέρνηση, κατηγορώντας την ως ασυνεπή, αλλά για να υποσκάψεις το φρόνημα και την πίστη όσων εμπνέονται πάντα –και είναι πολλοί– από το αξιακό φορτίο της Αριστεράς.
Οι ανάγκες των πολιτών
Οι ενεργοί πολίτες, που θέλουν να είναι ενήμεροι και διαθέτουν κριτική σκέψη -όπως ακριβώς πιστεύω ότι είναι στην πλειονότητά τους οι αναγνώστες μας- θέλουν ενημέρωση, ιδέες, απόψεις, παραδείγματα, στοιχεία και αποδείξεις. Τους απωθούν οι κραυγές, οι χλευασμοί, οι προσβολές, ο φθόνος που δύσκολα συγκαλύπτεται, η διάχυτη μιζέρια κι ακόμη η προσπάθεια να μηδενιστούν τα πάντα.
Εδώ ξεχωρίζει ο χαρακτήρας της εφημερίδας μας. Επιχειρούμε -με όλα τα προβλήματα και τις δυσκολίες- να ανταποκριθούμε όχι μόνο στην ανάγκη της ενημέρωσης, αλλά και να αναδείξουμε αυτά που σχεδόν όλοι οι άλλοι κρύβουν, με σταθερή πυξίδα τις ανάγκες, την αγωνία, τους προβληματισμούς, τα συμφέροντα και τις προσδοκίες των απλών ανθρώπων, των λαϊκών στρωμάτων, όσων δεν παρασύρονται από την καταιγιστική προπαγάνδα.
Οι ιδιαίτερες συνθήκες των τελευταίων χρόνων, η μνημονιακή πλέον εποχή δημιουργεί την επιπρόσθετη ανάγκη για εμβάθυνση και αναζήτηση λύσεων. Σε αυτή την ανάγκη ανταποκρινόμαστε, φιλοξενώντας άρθρα και παρεμβάσεις από όλες τις ψηφίδες που συνθέτουν το πολύχρωμο μωσαϊκό της σύγχρονης πληθυντικής Αριστεράς.
Δεν είναι ανάγκη να συμφωνούμε με όσους διανοούμενους, επιστήμονες ή ειδικούς συμβάλουν στον προβληματισμό, έστω και αν κάποιοι δεν εγκαταλείπουν τις εμμονές τους. Το ζήτημα είναι ότι σε μια μεταβατική φάση, όπως η σημερινή, χρειάζονται οι πιο διαφορετικές οπτικές για να ανοίξουν οι ορίζοντες.
Εχοντας ανταλλάξει απόψεις με εκατοντάδες αναγνώστες -και όχι μόνο με φίλους- διαπιστώνουμε ότι η κύρια έγνοια τους δεν είναι να πάει η εφημερίδα λίγο αριστερότερα ή δεξιότερα, να αυξήσει ή να μειώσει την κριτική της στην κυβέρνηση, αλλά να συμβάλει να φωτιστεί η πραγματικότητα, να αποκαλύπτει αλήθειες, να ανοίγει μέτωπα, να εμπνέει ελπίδα και να συμβάλλει στην παραγωγή ιδεών και προτάσεων διεξόδου από την κρίση.
Ο κόσμος της Αριστεράς
Ενα βασικό στοιχείο που καθορίζει κατά τη γνώμη μου τη στάση και τη συμπεριφορά πολλών ανθρώπων στη σημερινή Ελλάδα -και ίσως αυτοί να είναι εκατοντάδες χιλιάδες- είναι ότι η Αριστερά δεν ταυτίζεται με ένα κόμμα, δεν έχει εκχωρηθεί σε κάποιους, δεν κληρονομείται ως περιουσιακό στοιχείο.
Εάν ένα από τα υπαρκτά σχήματα που έχουν αναφορά στην Αριστερά βρέθηκε στην κυβέρνηση, τότε κρίνεται από τα έργα του και εξασφαλίζει ανάλογα τη μικρή ή τη μεγαλύτερη στήριξη και επιδοκιμασία αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι είναι σε θέση να εκτιμούν και τις συνθήκες και τη συγκυρία.
Αν η πορεία αυτού του σχήματος είναι θετική, τότε αυτή προστίθεται και εμπλουτίζει την παρακαταθήκη της Αριστεράς. Αν αυτό το σχήμα ηττηθεί, αυτό δεν σημαίνει ότι και η Αριστερά θα ηττηθεί οριστικά και αμετάκλητα μαζί του. Η σκέψη αυτή διατυπώνεται αναγκαστικά με συνοπτικό και ελπίζω όχι απλουστευτικό τρόπο και λαμβάνει υπόψη της ότι κάθε εξέλιξη επηρεάζει τη συνολική ιστορική πορεία.
Η συμβολή μιας εφημερίδας, όπως η δική μας, που αποτελεί ένα πείραμα και ταυτόχρονα θέτει και ένα στοίχημα, πιστεύω ότι είναι να λειτουργεί και ως χώρος αναζήτησης νέων ιδεών και προτάσεων στον τεράστιο χώρο που καλύπτουν οι δυνάμεις της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς, ανιχνεύοντας τις νέες τάσεις και σε στενή σύνδεση με την κοινωνία πολιτών και τα ποικιλόμορφα κινήματα που έχουν προκύψει σε αυτές τις τελείως πρωτότυπες συνθήκες ελέγχου στις οποίες ζούμε.
Η αποτυχία της προσπάθειας να υπονομευτεί συνολικά η Αριστερά είναι δεδομένη γιατί το πλεονέκτημα της Αριστεράς είναι η Ιστορία της, οι ιδέες της, οι αξίες της
Η απαραίτητη, μερικές φορές, σκληρή κριτική, προς κάθε κατεύθυνση, -συμπεριλαμβάνω όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς- και κυρίως προς όσους έχουν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας δεν σημαίνει ότι αλλάζει ο βασικός προσανατολισμός μας.
Κόμματα και οργανώσεις της Αριστεράς, είτε στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση -μέσα ή έξω από τη Βουλή- δεν είναι ο κύριος αντίπαλός μας, δεν είναι ο εχθρός. Και όταν αυτά βάλλονται από τις ποικιλώνυμες δυνάμεις της αντίδρασης, εμείς δεν μπορούμε να είμαστε ουδέτεροι ή θεατές.
Μια τελευταία σκέψη αφορά τη συζήτηση για το λεγόμενο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, στην οποία συμβάλλει «εποικοδομητικά» ένα ετερόκλητο μέτωπο -πολιτικοί, διανοούμενοι, δημοσιογράφοι- προσπαθώντας να πείσουν πως δεν υπάρχει πια.
Κι αυτό παρά το γεγονός ότι άνθρωποι φιλελεύθεροι ή συντηρητικοί, που δεν πέρασαν ποτέ από την Αριστερά, τρέφουν πάντα βαθιά εκτίμηση και σεβασμό για την Ιστορία της και τους ανθρώπους της.
Η αποτυχία αυτής της προσπάθειας να υπονομευτεί συνολικά η Αριστερά είναι δεδομένη γιατί το πλεονέκτημα της Αριστεράς είναι η Ιστορία της, οι ιδέες της, οι αξίες της. Δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με οποιαδήποτε κυβέρνηση της Αριστεράς, η οποία θα συμπεριληφθεί στην κληρονομιά της Αριστεράς μόνο αν κριθεί αντάξια με βάση το έργο της.
Ας το γνωρίζουν καλά αυτό όλοι και βέβαια οι σημερινοί κυβερνώντες.
Γι’ αυτό και η λυσσασμένη προσπάθεια από πολλές πλευρές να ακυρωθεί, να αμαυρωθεί κάθε ενέργεια, κάθε κίνηση με έμπνευση από την Αριστερά. Ματαιοπονούν όμως γιατί αυτό το πλεονέκτημα πηγάζει από το ανυπέρβλητο πολιτικό, ιστορικό, ηθικό και βαθιά ανθρωπιστικό μεγαλείο της Αριστεράς και των ανθρώπων της, ανεξάρτητα από εποχές, πρόσωπα και συγκυρίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου