Ανελέητη σύγκρουση
Το Κυπριακό έχει πάρει το τελευταίο διάστημα λόγω των πυκνών εξελίξεων την πρώτη θέση στην επικαιρότητα, αν και δεν «πουλάει» όπως έλεγαν οι παλιοί διευθυντές εφημερίδων. Ετσι, το θέμα της αξιολόγησης έχει υποχωρήσει κάπως από το προσκήνιο, αλλά οι συζητήσεις, οι διαπραγματεύσεις και βεβαίως οι απειλές (φανερές και κρυφές) συνεχίζονται.
Η κυβέρνηση βιάζεται να κλείσει την εκκρεμότητα ώστε η σχέση με τους δανειστές να αποκτήσει μια κανονικότητα, να επωφεληθεί η χώρα από το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και να σταλεί το μήνυμα στις διεθνείς αγορές ότι η οικονομική κατάσταση βελτιώνεται. Πάντως ορισμένοι εκ των δανειστών δεν βιάζονται καθόλου. Αναφερόμαστε στο ΔΝΤ και τον Β. Σόιμπλε.
Οι δύο πλευρές διαφωνούν στο θέμα των πλεονασμάτων και του χρέους, συμφωνούν όμως στο ζήτημα των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η Ελλάδα προκειμένου να επιστρέψει στον ενάρετο (;) κύκλο της ανάπτυξης.
Οταν αυτοί λένε μεταρρυθμίσεις, όλοι καταλαβαίνουμε πολύ καλά τι ακριβώς έχουν στο μυαλό τους. Το έχουμε νιώσει στο πετσί μας τα τελευταία έξι χρόνια. Ο Σόιμπλε θέλει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα γιατί έχει δεσμευτεί στο γερμανικό Κοινοβούλιο και δεν μπορεί να κάνει πίσω λόγω των εκλογών στη χώρα του, αλλά το θέλει χωρίς τις απόψεις του για το χρέος και τα πλεονάσματα.
Οι βασικοί παράγοντες του ΔΝΤ θέλουν την παραμονή του Ταμείου υπό την προϋπόθεση ότι το χρέος θα γίνει βιώσιμο, διαφορετικά ζητούν μέτρα, πολλά και επώδυνα.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο αδύναμος κρίκος -η ελληνική κυβέρνηση- είναι υποχρεωμένος να κινείται πολύ προσεκτικά, να αποφεύγει τους χωρίς έρεισμα ηρωισμούς και τους βερμπαλιστικούς εξτρεμισμούς, να συγκροτεί σταθερές και υπολογίσιμες συμμαχίες που θα σταθούν ικανές να αποκρούσουν τις πιέσεις και να μετριάσουν τις αρνητικές συνέπειες, να αξιοποιεί τις αντιθέσεις των αντιπάλων και να έχει έτοιμο ένα σχέδιο για κάθε ενδεχόμενο, ώστε να μην επιτρέψει να φτάσουν τα πράγματα στο «παρά ένα» και αναγκαστεί να υποκύψει στους εκβιασμούς, όπως συνέβη τον Ιούλιο του 2015.
Για την παρούσα κυβέρνηση, μια νέα αναδίπλωση θα αποβεί μοιραία και πολιτικά και εκλογικά και ηθικά. Επιχειρήματα σαν κι αυτά που επιστράτευσε στην προηγούμενη φάση, ότι δηλαδή έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στην οργανωμένη υποχώρηση και σε μια πορεία σε αχαρτογράφητα εδάφη, όσο κι αν πατάνε στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται να αποδώσουν ξανά.
Το ακροατήριό της, έτσι κι αλλιώς συρρικνωμένο, σίγουρα ζαβλακωμένο από τις διαψεύσεις των προσδοκιών του, φανερά απρόθυμο να δώσει μάχες οπισθοφυλακών, δύσκολα θα συρθεί στην υποστήριξη ενός νέου ταπεινωτικού συμβιβασμού.
Οπότε, το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Ως πού μπορεί να υποχωρήσει χωρίς να διατρέξει τον κίνδυνο να περιέλθει σε κατάσταση πλήρους πολιτικής ανυποληψίας; Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το ΔΝΤ και ο Σόιμπλε ζητούν και μείωση του αφορολόγητου και μείωση των συντάξεων.
Θεωρούν ότι και τα δύο αυτά μεγέθη έχουν ξεφύγει και πρέπει να ελεγχθούν. Απαιτούν μάλιστα τα μέτρα προσαρμογής να ψηφιστούν από τη σημερινή Βουλή, ακόμη κι αν δεν χρειαστεί να εφαρμοστούν τώρα αλλά το 2018.
Η κυβέρνηση προς το παρόν λέει ότι κάτι τέτοιο δεν το συζητά. Πιστεύει ότι θα πιάσει τους στόχους και ότι ο δημοσιονομικός κόφτης δεν θα ενεργοποιηθεί. Είναι ο ισχυρισμός της σκληρής πτέρυγας των δανειστών κόντρα στον ισχυρισμό της ελληνικής κυβέρνησης.
Αν είχαμε να κάνουμε με διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε ισοδύναμους αντιπάλους, θα μπορούσε να βρεθεί μια λύση αμοιβαία επωφελής. Καμία πλευρά δεν θα έφευγε ηττημένη από το τραπέζι των συζητήσεων και η διαχείριση του αποτελέσματος θα ήταν σχετικά εύκολη υπόθεση. Ομως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Το ποιος είναι ο ισχυρός παίκτης το ξέρουμε.
Το πώς συμπεριφέρθηκε σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν επίσης το ξέρουμε. Τα περί αλληλεγγύης των εταίρων που διάφοροι διακινούν εντός και εκτός Ελλάδας είναι αρλούμπες, όπως έχει αποδειχτεί στην πράξη. Σύγκρουση είναι και μάλιστα ανελέητη.
Η κυβέρνηση δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος της ψήφισης εδώ και τώρα μέτρων που θα αφορούν το αφορολόγητο, τις συντάξεις και τους μισθούς.
Σ’ αυτά τα κοινωνικά στρώματα απευθύνεται και απ’ ό,τι δείχνουν οι δικές της μετρήσεις κρατάει ακόμη μεγάλο μέρος των δυνάμεών της. Αν τα πλήξει βάναυσα, θα διαρραγούν οι σχέσεις τους οριστικά και αμετάκλητα. Οσο χρόνο κι αν κερδίσει παίζοντας καθυστέρηση, ακόμη κι αν εξαντλήσει την τετραετία, δεν θα καταφέρει να επουλώσει τα τραύματα.
Η απόσταση ανάμεσα στην ελεγχόμενη ήττα που σε αφήνει στο παιχνίδι και στην πανωλεθρία που σε καταδικάζει σε περιθωριοποίηση είναι τεράστια. Μπορεί όμως να διαχειριστεί μια πολιτική που απλώς θα περιγράφει τα μέτρα τα οποία θα εφαρμοστούν το 2018 εφόσον δεν πιαστούν οι στόχοι. Το θέμα είναι αν θα δεχτούν ΔΝΤ και Σόιμπλε αυτήν τη σχετικά βολική για την κυβέρνηση μεθόδευση.
Αν επιμείνουν στην αδιαλλαξία τους, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις, η κυβέρνηση έχει μόνο μία επιλογή: τη μετωπική αντιπαράθεση εφ’ όλης της ύλης (του νομίσματος συμπεριλαμβανομένου). Ή, για να το πούμε με τα λόγια υψηλόβαθμου κυβερνητικού παράγοντα: «τότε, γαία πυρί μειχθήτω».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου