Ο κ. Τσακαλώτος θα μεταφέρει τις προτάσεις στους θεσμούς κι αν αυτοί τις απορρίψουν, θα συνέλθει η διαπραγματευτική ομάδα για να επανακαθορίσει τη στάση της.
Με «κόκκινες» γραμμές προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα, που ξεκινούν σήμερα, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. «Κόκκινες» γραμμές, οι οποίες όμως δεν αφορούν τους πιστωτές. Τέθηκαν από τον υπουργό Οικονομικών στον πρωθυπουργό και στην ηγετική ομάδα του Μεγάρου Μαξίμου, αποτυπώνουν την ενόχληση του οικονομικού επιτελείου για τους επικοινωνιακούς χειρισμούς των αποφάσεων του Eurogroup, αλλά κυρίως καταδεικνύουν την πρόθεση του κ. Τσακαλώτου να μην επωμιστεί μόνος το πολιτικό κόστος δύσκολων αποφάσεων που είναι συλλογικές.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ο υπουργός Οικονομικών στην πολιτική γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ, μετά την επιστροφή από τις Βρυξέλλες την Τρίτη, ζήτησε τα εξής:
1. Τη συγκρότηση μιας διαπραγματευτικής ομάδας, η οποία θα λαμβάνει αποφάσεις με βάση την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων. Ο ίδιος και το οικονομικό επιτελείο θα παρουσιάσουν το Σαββατοκύριακο εναλλακτικά σενάρια μέτρων «καλών» και «κακών» και η ηγετική ομάδα θα επιλέξει ποια από αυτά αποτελούν την πρόταση της κυβέρνησης. Ο κ. Τσακαλώτος θα μεταφέρει την πρόταση στους θεσμούς κι αν αυτοί την απορρίψουν, θα συνέρχεται η διαπραγματευτική ομάδα για να επανακαθορίσει τη στάση της. Αφού γίνει αυτό, ο υπουργός Οικονομικών θα επιστρέφει στο Χίλτον με τη νέα πρόταση.
2. Ο ίδιος θα συναντάται με τους θεσμούς μόνο για τα θέματα που είναι αρμοδιότητας του υπουργείου Οικονομικών, δηλαδή τα δημοσιονομικά, εν μέρει τον εξωδικαστικό συμβιβασμό κ.λπ. Θέματα στα οποία δεν εμπλέκεται το ΥΠΟΙΚ, όπως για παράδειγμα τα εργασιακά ή τα ενεργειακά θα τα διαχειρίζεται ο αρμόδιος υπουργός.
Εάν επιμείνει σ’ αυτό ο κ. Τσακαλώτος, θα πρόκειται για ένα εξαιρετικά δυσλειτουργικό μοντέλο. Ο υπουργός Οικονομικών δεν θα έχει καμία ευελιξία στις διαβουλεύσεις με τους θεσμούς, αφού για κάθε μικρή ή μεγάλη υποχώρηση θα πρέπει προηγουμένως να αποφασίζει η ομάδα διαπραγμάτευσης.
Ωστόσο, είναι προφανές πως επέλεξε αυτή τη διαδικασία, καθώς εκτιμά ότι δηλώσεις, διαρροές και σενάρια αυξάνουν κατακόρυφα τον κίνδυνο να κατηγορηθεί για υποχωρητικότητα έναντι της τρόικας.
Η καχυποψία υπήρχε από παλαιότερα, αλλά κλιμακώθηκε με τις δηλώσεις Βούτση και τους επικοινωνιακούς χειρισμούς του Μαξίμου όταν αποκαλύφθηκε η επιστολή του κ. Τσακαλώτου προς τους θεσμούς, στους οποίους ανέφερε πως το 1/3 των προαπαιτουμένων έχει υλοποιηθεί, άλλο 1/3 είναι στην τελική φάση υλοποίησης και απομένει το υπόλοιπο που είναι τα δημοσιονομικά, τα εργασιακά και τα ενεργειακά για να κλείσει η διαπραγμάτευση.
Η δυσαρέσκεια χτύπησε «κόκκινο» όταν κυκλοφόρησε ένα πανηγυρικό non paper για τις αποφάσεις των υπουργών Οικονομικών, λίγη ώρα πριν από τη συνεδρίαση του Eurogroup της Δευτέρας, και ενώ οι κ. Τσακαλώτος και Ντάισελμπλουμ είχαν συμφωνήσει να μην υπάρξουν διαρροές. Ηταν η δεύτερη φορά σε σύντομο χρονικό διάστημα που ο υπουργός Οικονομικών βρισκόταν εκτεθειμένος έναντι του προέδρου του Eurogroup εξαιτίας διαρροών από το Μαξίμου. Η πρώτη ήταν όταν διέρρευσε η συνάντηση Τσακαλώτου με τους θεσμούς με πρωτοβουλία του κ. Ντάισελμπλουμ.
Τα σενάρια που διακινούσαν κυβερνητικοί αξιωματούχοι για ταχεία επίτευξη συμφωνίας ακόμη και σε έκτακτο Eurogroup πριν από το προγραμματισμένο της 20ής Μαρτίου, οι δηλώσεις υπουργών για δήθεν τέλος στη λιτότητα, οι διαρροές για αντίμετρα ελάφρυνσης, όπως η μείωση του ΕΝΦΙΑ, αν και δεν έχουν ακόμη ούτε καν συζητηθεί πόσο μάλλον συμφωνηθεί με τους θεσμούς, ενισχύουν την πεποίθηση ότι κάποιοι συνειδητά ανεβάζουν τόσο ψηλά τον πήχυ των προσδοκιών, ώστε ο κ. Τσακαλώτος και το οικονομικό επιτελείο να περάσουν από κάτω και να φορτωθούν το κόστος μιας συμφωνίας, που αν επιτευχθεί θα είναι πολιτικά και κοινωνικά δύσκολη:
• Μπορεί να είναι δεδομένες οι περικοπές στο αφορολόγητο και στις συντάξεις, αλλά το πόσο είναι ακόμη ανοικτό. Επίσης, στα εργασιακά το ΔΝΤ θα επιμείνει στη θέση του να μην υπάρξει για φέτος και το 2018 αλλαγή στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις
• Τα μέτρα ελάφρυνσης δεν θα είναι περίπατος και δεν θα είναι απαραιτήτως αυτά που θέλει η κυβέρνηση. Ειδικά το ΔΝΤ έχει σαφή θέση για το ποια πρέπει να είναι τα αντίμετρα στη μείωση αφορολογήτου (μείωση υψηλών φορολογικών συντελεστών) και των συντάξεων (αύξηση των δαπανών πρόνοιας, όπως το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης.
• Η επίτευξη συνολικής συμφωνίας θα χρειαστεί καιρό, καθώς δεν αρκεί να κλείσει το SLA, αλλά θα πρέπει στη συνέχεια να συμφωνήσουν οι Ευρωπαίοι με το ΔΝΤ τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα και τα μέτρα για το χρέος. Στη συνέχεια, το Ταμείο θα λάβει απόφαση συμμετοχής στο ελληνικό πρόγραμμα, ενώ η ΕΚΤ θα αποφασίσει την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Ολα αυτά δεν θα γίνουν νωρίτερα από τον Απρίλιο. Το πιο πιθανό είναι τον Μάιο. Εύκολες και γρήγορες νίκες στις διαπραγματεύσεις δεν υπάρχουν. Επίσης, οι νίκες είναι σπάνιες...