Ολα τα κόμματα λένε ότι πρέπει να εφαρμοστούν πολιτικές που θα βοηθούν τη νέα γενιά να βρει τον δρόμο της, να αναπτύξει τα προσόντα της, να εκπαιδευτεί, να αποκτήσει δεξιότητες και να διεκδικήσει πρωταγωνιστικούς ρόλους στη δημόσια ζωή και στον επαγγελματικό στίβο. Τα κόμματα εξουσίας όταν είναι στην αντιπολίτευση υπόσχονται λαγούς με πετραχήλια, αλλά αναλαμβάνοντας τη διαχείριση ξεχνούν και ακυρώνουν τις δεσμεύσεις τους επικαλούμενα τη δύσκολη συγκυρία και τις διεθνείς συνθήκες που υποτίθεται πως δεν είναι ευνοϊκές για γενναιόδωρες πολιτικές απέναντι στους νέους και τις νέες.
Την ίδια στιγμή τρομάζουν με την έξαρση του φαινομένου της υπογεννητικότητας το οποίο αναδεικνύουν σε κεντρικό θέμα, χωρίς ωστόσο να συνοδεύουν τη διαπίστωσή τους με μέτρα που θα περιορίσουν την έκτασή του. Από την πλευρά τους οι ειδικοί επιστήμονες προειδοποιούν ότι η παραμονή των νέων στις οικογενειακές εστίες για αρκετό καιρό μετά την ενηλικίωσή τους δημιουργεί σχέσεις νοσηρής εξάρτησης που παράγουν συνέπειες και καθυστερούν τη χειραφέτησή τους.
Η σημερινή κυβέρνηση δεν ξεχώρισε από τον κανόνα. Δεν είναι άλλωστε το μοναδικό πεδίο όπου σάλπισε υποχώρηση. Υποσχέθηκε, δεσμεύτηκε, αθέτησε και στη φάση της πανδημίας δεν δίστασε να ενοχοποιήσει τη νέα γενιά για έλλειμμα ατομικής ευθύνης. Και όποτε βρέθηκε απέναντι σε μαζικές διαμαρτυρίες της νεολαίας για διάφορες επιλογές της, έκανε αυτό που ξέρει καλύτερα: μετήλθε βίαια μέσα για να καταστείλει τις αντιδράσεις. Είναι υποκριτική λοιπόν η ανησυχία που εκδηλώνει βλέποντας πως ένα μεγάλο κομμάτι των νέων αποστρέφεται την πολιτική και περιφρονεί τα κόμματα. Τη βολεύει αυτή η εξέλιξη κι ας υποδύεται την προβληματισμένη.
Τα στοιχεία βοούν. Αυτό που πολλές φορές ορίζουμε ως «χαμένη γενιά» αναδεικνύει η έρευνα της Eurostat, αποτυπώνοντας το άνισο βάρος που έχουν να αντιμετωπίσουν οι νέοι με αριθμούς. Σύμφωνα με τα στοιχεία για τους νέους χωρίς πρόσβαση στην εργασία, την εκπαίδευση και την κατάρτιση (Νο Employment, Education, Training - ΝΕETs) για το 2020, η Ελλάδα κατατάσσεται στη δεύτερη υψηλότερη θέση στην Ε.Ε. με ποσοστό 25,9%, πίσω μόνο από την Ιταλία (29,4%). Συγκεκριμένα, μία στις τρεις νέες και ένας στους πέντε νέους ηλικίας 20-34 ετών παραμένουν αδρανείς ταυτόχρονα στην εκπαίδευση και στην εργασία.
Οι αριθμοί αποδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος: το 21,2% των αντρών και το 30,8% των γυναικών σε αυτές τις ηλικιακές κατηγορίες σήμερα δεν έχουν εργασία, δεν σπουδάζουν και δεν καταρτίζονται επαγγελματικά. Τα ελληνικά ποσοστά μοιάζουν να επιστρέφουν στην περίοδο της κρίσης έπειτα από μία μικρή κάμψη πριν από την πανδημία («Η Εφημερίδα των Συντακτών», 15-7-2021).
Παρά το γεγονός ότι η κατάσταση είναι δραματική, η κυβέρνηση της Δεξιάς επιχειρεί, μέσω του ισχυρού προπαγανδιστικού μηχανισμού της, να μεταμφιέσει την πραγματικότητα και κατασκευάζει μια ειδυλλιακή εικόνα. Το αισιόδοξο αφήγημά της δέχτηκε ηχηρό χαστούκι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, η χώρα μας αναδεικνύεται πρωταθλήτρια στην ανεργία των νέων για τον μήνα Μάιο.
Το ποσοστό των ανέργων νεαρής ηλικίας στη χώρα μας έφτασε στο 38,2%, περίπου 21 μονάδες υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε., ο οποίος κυμαίνεται στο 17,3%. Η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας, ενώ την ακολουθούν με μικρή διαφορά η Ισπανία και η Ιταλία («Η Εφημερίδα των Συντακτών», 2-7-2021). Ο ευρωπαϊκός Νότος κατέχει τα σκήπτρα! Με αυτά τα δεδομένα είναι να απορεί κανείς γιατί η ελληνική κυβέρνηση επιμένει να κρατάει τον κατώτατο μισθό τόσο χαμηλά. Λογική απορία, αλλά υπάρχει εξήγηση.
Ολες οι εργοδοτικές οργανώσεις έχουν ταχθεί κατά των αυξήσεων στον κατώτατο μισθό. Με τέτοιους αναξιοπρεπείς κατώτατους μισθούς, με τη μερική απασχόληση και την ευέλικτη εργασία να είναι οι δεσπόζουσες μορφές στην παραγωγή, με την ανεργία σε δυσθεώρητα ύψη, με τα επιδόματα ανεργίας σε χαμηλό επίπεδο και για λίγους, με την απουσία προοπτικών, με την αναιμική θεσμική προστασία απέναντι στις αυθαιρεσίες των εργοδοτών και με το μέλλον τους να φαντάζει μεσίστιο, ας μην αναρωτιόμαστε γιατί οι νέοι και οι νέες ψάχνουν την τύχη τους στο εξωτερικό, δεν ανοίγουν σπιτικό, δεν φτιάχνουν οικογένεια και πολλοί/ές εξακολουθούν να μένουν με τους γονείς τους.
Αναγκαία παρένθεση για να μην ξεχνιόμαστε: Οι πετσοκομμένες συντάξεις των παππούδων και των γιαγιάδων, τα χαρτζιλίκια των μπαμπάδων και των μαμάδων και η συμβίωση με τους γονείς έσωσαν κόσμο και κοσμάκη την περίοδο των μνημονίων. Ναι, αυτές οι συντάξεις που, όπως έλεγε ο ανεκδιήγητος Τόμσεν, ήταν υπερβολικά μεγάλες και αυτά τα χαρτζιλίκια που όπως υποστήριζαν οι δοκησίσοφοι τροϊκανοί και οι ντόπιοι αχθοφόροι τους είχαν πηγή τούς πολύ υψηλούς μισθούς, που… απολάμβαναν χωρίς να τους αξίζουν οι τεμπέληδες πολίτες αυτής της χώρας, που εκτός από τα πολλά άλλα κουσούρια τους είχαν ροπή στην τρυφηλότητα. Κοντολογίς: Η «χαμένη γενιά» σήμερα δείχνει απελπισμένη. Πάντως, ένα βήμα χωρίζει την απελπισία από την οργή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου