Ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών και οι πολιτικές αντιδράσεις αναφορικά με αυτήν την κυβερνητική πρωτοβουλία απασχόλησαν, κατά κύριο λόγο, τη συνέντευξη του υπουργού Επικρατείας Άκη Σκέρτσου στον τηλεοπτικό σταθμό Σκάι.
Ξεκινώντας από την ενημέρωση των βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος, ο υπουργός Επικρατείας διατύπωσε την άποψη ότι «έχει διογκωθεί κάπως υπερβολικά αυτή η ενημέρωση, η οποία γίνεται παγίως, έχουν γίνει τουλάχιστον 20 έως σήμερα. Γίνεται σε όλα τα νομοσχέδια από τον επισπεύδοντα υπουργό προς τα μέλη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας για να φωτίσουν τα βασικά σημεία του νομοσχεδίου».
Στη συνέχεια εξήγησε γιατί θα εισηγηθεί εκείνος το επίμαχο νομοσχέδιο: «Μιλάμε για την υλοποίηση μίας από τις θέσεις της εθνικής στρατηγικής για την κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ, η οποία είχε εκπονηθεί απο την κυβέρνησή μας στην προηγούμενη θητεία και ξεκίνησε να υλοποιείται. Πρόκειται για μία διυπουργικού χαρακτήρα στρατηγική, που αφορά πολλά υπουργεία. Όπως, για παράδειγμα, για την εθνική στρατηγική για τα Άτομα με Αναπηρία την αρμοδιότητα έχει ο κ. Παπασταύρου». Αντιστοίχως, έτσι, την ευθύνη για τη στρατηγική για την κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ έχει ο κ. Σκέρτσος.
Σε επόμενο, δε, σημείο της συνέντευξης, ανέφερε ότι «ο πρωθυπουργός έχει υπάρξει πολύ σαφής και έχει πει ότι αυτό είναι ένα ζήτημα που δεν έχει άσπρο και μαύρο. Για αυτό και δεν ερχόμαστε με όρους κατίσχυσης απέναντι στην αντίθετη άποψη. Σεβόμαστε απόλυτα και την αντίθετη άποψη όσων διαφωνούν».
Πάντως, συνέχισε, «η Ελλάδα, ως μία φιλελεύθερη δημοκρατία, δεν πρέπει να κάνει τίποτε λιγότερο, αλλά και τίποτε περισσότερο, από αυτό που έχουν κάνει 36 χώρες του κόσμου, 20 στην Ευρώπη, ως προς την ισότητα στον γάμο. Και 22 χώρες στην Ευρώπη και 39 στον κόσμο ως προς την τεκνοθεσία εντός ενός ομόφυλου γάμου. Μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα. Τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα των παιδιών τα υπερασπιζόμαστε πέρα και πάνω από κόμματα και ιδεολογίες, δεν επιτρέπουν συγκρούσεις και στρατόπεδα».
Ως εκ τούτου, «εμείς πρέπει να κάνουμε αυτό που ορίζουν η δημοκρατία και το κράτος δικαίου εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας». Άλλωστε, όπως συμπλήρωσε, «υπάρχουν παντρεμένα ζευγάρια που σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στη Γαλλία, στην Ισπανία, στη Γερμανία, που αναγνωρίζονται ως ζευγάρια. Έρχονται στην Ελλάδα και δεν αναγνωρίζονται ως ζευγάρια. Άρα, στερούνται ένα δικαίωμα. Υπάρχουν, αντίστοιχα, παιδιά που αναγνωρίζονται ως παιδιά ενός ζευγαριού ομοφύλων σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και όταν έρχονται στην Ελλάδα χάνουν αυτά τα δικαιώματα. Είναι πολλά αυτά τα ζευγάρια; Είναι πολλά αυτά τα παιδιά; Δεν είναι. Είναι ένα ζήτημα που αφορά μία μειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. Σίγουρα το πρόβλημα αυτό δεν είναι στην προτεραιότητα της πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας. Όμως, είμαστε μία κυβέρνηση που πρέπει να δουλεύουμε για όλους τους πολίτες και δεν μπορούμε να στρίβουμε το βλέμμα μας από προβλήματα που υπάρχουν στην κοινωνική πραγματικότητα».
Επανερχόμενος στο θέμα που ανέκυψε με τους βουλευτές, ο κ. Σκέρτσος επανέλαβε ότι «θα υπάρχει ψήφος κατά συνείδηση στους βουλευτές, από εκεί και πέρα οι υπουργοί που συμμετέχουμε στο υπουργικό συμβούλιο, εκεί όπου συζητιούνται τα θέματα και τελικά εγκρίνεται ή όχι ένα νομοσχέδιο, έχουμε μία αυξημένη ευθύνη στήριξης αυτών των πρωτοβουλιών».
Με την ταυτόχρονη διευκρίνιση, «ένας υπουργός δεν παύει να είναι και βουλευτής. Και ο κ. Βορίδης έχει διατυπώσει εγκαίρως τις δικές του ενστάσεις. Όλα θα τα δούμε στην ώρα τους».
Στο ερώτημα εάν ο κ. Βορίδης μπορεί να βρεθεί εκτός κυβέρνησης, απάντησε: «Δεν νομίζω ότι τίθενται τέτοια ζητήματα σε αυτήν τη φάση». «Υπάρχει έλλειμμα ενημέρωσης. Η υιοθεσία στην Ελλάδα για μόνο άντρα ή μόνη γυναίκα, ανεξαρτήτως του σεξουαλικού προσανατολισμού, υφίσταται από το 1946. Υπάρχουν ομοφυλόφιλοι που έχουν παιδιά και που εντός μίας σχέσης ή ενός συμφώνου συμβίωσης δεν αναγνωρίζεται αυτή η σχέση προς το άλλο μέλος», πρόσθεσε.
Εξάλλου, όπως διευκρίνισε, «δεν στερούμε τίποτε ως προς τα δικαιώματα της πλειοψηφίας. Δεν παίρνουμε τίποτε από κανέναν. Επεκτείνουμε ένα αστικό δικαίωμα ως προς τον πολιτικό γάμο. Δεν επιτρέπονται διακρίσεις στη βάση του σεξουαλικού προσανατολισμού». «Θεωρούμε ότι κάποιος πρέπει να στιγματίζεται, επειδή έχει τον α ή τη β σεξουαλικό προσανατολισμό;», διερωτήθη.
Σε ερώτηση εάν η κυβέρνηση θα μπορούσε, αντί του νομοσχεδίου, να επιφέρει βελτιώσεις στο υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο, ο υπουργός Επικρατείας ξεκαθάρισε: «Θα ήταν σαν να λέμε, "όχι Γιάννης, Γιαννάκης". Διότι θα αποκτούσαν τα ίδια δικαιώματα ως προς την υιοθεσία/τεκνοθεσία εντός του συμφώνου συμβίωσης».
Αλλά, με αυτόν τον τρόπο «θα δημιουργούσαμε πάλι μια νέα διάκριση [...] αυτό που πάμε να λύσουμε είναι η ανισότητα, το στίγμα, ο αποκλεισμός και η περιθωριοποίηση», επιχειρηματολόγησε.
Κληθείς να πάρει θέση σε όσα είπε ο πρώην πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, για τη δυνατότητα των βουλευτών να απόσχουν, σημείωσε: «Η Νέα Δημοκρατία και ο πρωθυπουργός δεν κρύφτηκαν ποτέ, ότι αυτό αποτελεί δέσμευση προς υλοποίηση αυτήν την τετραετία. Η υλοποίηση της εθνικής στρατηγικής για την κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ+ ήταν γραμμένο στο πρόγραμμά μας. Με αυτό το πρόγραμμα εξελέγησαν οι βουλευτές [...] όλοι οφείλουμε να γνωρίζουμε πάνω σε ποια πλατφόρμα εξελέγη η Νέα Δημοκρατία. Ο πρωθυπουργός το είπε και προεκλογικά και μετεκλογικά. Εγώ σέβομαι απόλυτα τον κ. Σαμαρά, θεωρώ ότι έχει προσφέρει υπηρεσίες στην πατρίδα ως πρωθυπουργός. Οι απόψεις του είναι γνωστές, είναι σεβαστές».
Ερωτηθείς, δε, εάν θεωρεί τις απόψεις Σαμαρά ακραίες, απάντησε: «Δεν μπορώ να το πω αυτό, ο κ. Σαμαράς έχει κάνει σαφή τη θέση του. Για μας ζητούμενο είναι να αυξήσουμε τη συμμετοχή και την αντιπροσώπευση των πολιτών εντός της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Γιατί υπάρχουν σήμερα "αόρατες" κοινωνικές δυνάμεις που αισθάνονται ότι δεν εκπροσωπούνται από την πολιτική τάξη».
Απαντώντας στην κριτική της αντιπολίτευσης ότι χάρη στις δικές της ψήφους θα περάσει το νομοσχέδιο, ο υπουργός Επικρατείας τόνισε ότι «τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν γνωρίζουν κομματικούς φραγμούς. Όλοι έχουμε μια υποχρέωση να προστατεύσουμε ανθρώπινα δικαιώματα οριζόντια στο πολιτικό σύστημα και στη Βουλή. Είναι ευπρόσδεκτες οι ψήφοι της αντιπολίτευσης, πόσο μάλλον από κόμματα που αυτοπροσδιορίζονται ως κόμματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Σε άλλη δε, συνέντευξή του, στην ιστοσελίδα topontiki.gr., ερωτηθείς για την Εκκλησία, ο κ. Σκέρτσος δήλωσε ότι «ως χριστιανός ορθόδοξος, προσωπικά, σέβομαι και τιμώ το κοινωνικό και το πνευματικό έργο της Εκκλησίας. Έχω βιώσει την Εκκλησία ως μία ανοιχτή αγκαλιά αγάπης και ανεκτικότητας και θεωρώ ότι σε αυτήν τη δύσκολη συζήτηση, που, επαναλαμβάνω, έχει ισχυρές απόψεις από την πλευρά του "όχι", πρέπει να προσέλθουμε με ένα πνεύμα συναινετικό, χωρίς κορώνες, χωρίς χαρακτηρισμούς. Διότι οι ακραίες διατυπώσεις αφορούν και επιτίθενται σε ανθρώπους, σε συναισθήματα, σε οικογένειες, σε παιδιά και μπορεί να στιγματίσουν για πάντα ανθρώπινες ψυχές. Θεωρώ, επομένως, ότι και η Εκκλησία, με τη φωτισμένη ηγεσία που έχει, μπορεί να δώσει αυτό το παράδειγμα της ήπιας διαφωνίας χωρίς κοινωνικούς διχασμούς. Οι ρόλοι, άλλωστε, Πολιτείας και Εκκλησίας είναι διακριτοί και αυτό το πρεσβεύει και το υποστηρίζει πρώτη η ίδια η Εκκλησία».
Στην τηλεοπτική συνέντευξη, ερωτηθείς για την ακρίβεια, απάντησε πως «είναι το πρόβλημα, είναι μία διαρκής μάχη. Τα μέτρα, τα οποία λαμβάνονται, είναι συνεχή. Δεν ήταν τα τελευταία, δεν ήταν τα πρώτα, θα υπάρξουν και άλλα στη συνέχεια. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε δύο προβλήματα», όπως εξήγησε.
Το πρώτο είναι «το πρόβλημα του συγκυριακού πληθωρισμού που προέκυψε από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση και αυτό αντιμετωπίσθηκε [...] από τον Ιανουάριο του 2024 έχουμε γυρίσει στην ενέργεια σε τιμές προ κρίσης, χωρίς κρατικές ενισχύσεις».
Το δεύτερο πρόβλημα είναι «οι πάγιες, διαρθρωτικές στρεβλώσεις στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ελληνική αγορά. Αυτό δεν σχετίζεται απαραίτητα με τον πληθωρισμό. Σχετίζεται, όμως, με τον τρόπο που λειτουργεί ο ανταγωνισμός. Ο πρωθυπουργός έχει πει ότι έχουμε ανένδοτο πόλεμο απέναντι στις στρεβλές πρακτικές».
Επιπλέον, «οι ρυθμίσεις που ανακοινώθηκαν από τον πρωθυπουργό και τον κ. Σκρέκα θα ψηφιστούν εντός του Ιανουαρίου, αυτήν ή την επόμενη εβδομάδα. Θα έχουν ορατό αποτέλεσμα από τον Μάρτιο, γιατί πρέπει να υπάρξουν κάποιες αλλαγές στα συστήματα, με τα οποία γίνονται οι τιμολογήσεις των προϊόντων. Παρατηρήσαμε μέσα από τη σύγκριση των τιμών σε ομοειδή προϊόντα πολυεθνικών εταιρειών ότι οι αρχικές τιμές τιμοκαταλόγου στην Ελλάδα είναι ψηλότερες από αυτές που οι ίδιες οι εταιρείες τιμολογούν σε άλλες χώρες. Αυτό προέκυψε μέσα από την ενδελεχή έρευνα της αγοράς [...] οι πολυεθνικές να αντιλαμβάνονται ότι λειτουργούν σε μία ευρωπαϊκή χώρα», διεμήνυσε εν κατακλείδι.
Για τις αντιδράσεις που συναντά εντός των πανεπιστημίων η σχετική κυβερνητική πρωτοβουλία, ο υπουργός Επικρατείας υπουγράμμισε: «Αν δούμε ότι υπάρχουν ακραίες καταστάσεις, προφανώς θα υπάρξει παρέμβαση. Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική κοινωνία, στο 60%-65%, δείχνει ότι είναι υπέρ αυτής της σημαντικής μεταρρύθμισης που φέρνει, και σε αυτό το πεδίο, την Ελλάδα πιο κοντά στην υπόλοιπη Ευρώπη».
Ν. Παπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου