Ο ΕΦΚΑ με έγγραφο που εξέδωσε προχωρά σε διευκρινίσεις αναφορικά με τη χορήγηση συντάξεων χηρείας που έχουν βρεθεί στο επίκεντρο τις τελευταίες ημέρες.
Διευκρινίσεις για τη χορήγηση σύνταξης χηρείας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Ν. 4611/2019, παρέχει με έγγραφο που εξέδωσε ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης.
Όπως αναφέρει σχετική διάταξη καταργούνται τα ηλικιακά κριτήρια που καθόριζαν τη διάρκεια του δικαιώματος συνταξιοδότησης των δικαιούχων επιζώντων συζύγων/ετέρων μερών του συμφώνου συμβίωσης και διαζευγμένων.
Η σύνταξη, λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, ο οποίος έχει κλείσει τον χρόνο ασφάλισης που απαιτείται για τη συνταξιοδότησή του εξ ιδίου δικαιώματος ή ανικανότητας, καταβάλλεται πλέον σε αυτούς τους δικαιούχους ανεξαρτήτως ηλικίας, μέχρι το τέλος του μήνα κατά την οποία πληρούνται οι προϋποθέσεις λήξης του δικαιώματος συνταξιοδότησης, λόγω θανάτου των προσώπων αυτών, ήτοι:
- με το θάνατο του δικαιούχου,
- με τη σύναψη γάμου του ή συμφώνου συμβίωσης.
Ταυτόχρονα, αυτού του είδους η σύνταξη χορηγείται και σε παιδιά θανόντος ασφαλισμένου, υπό τον όρο να είναι άγαμα και να μην έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας τους.
Με τα άγαμα τέκνα εξομοιώνονται και τα διαζευγμένα με την προϋπόθεση ότι δεν έχουν τελέσει άλλον γάμο.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο του ΕΦΚΑ, καταργείται η προϋπόθεση φοίτησης των παιδιών ασφαλισμένου ή συνταξιούχου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ή σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης, μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους.
Στην περίπτωση αυτή, η λήξη του δικαιώματος επέρχεται στο τέλος του μήνα:
- θανάτου του δικαιούχου,
- κατά τον οποίο ο δικαιούχος συνάπτει γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης.
Η σύνταξη θα καταβάλλεται στα παιδιά και μετά τα 24 μόνο στην περίπτωση που κατά το χρόνο του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου είναι άγαμα και ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητά τους επήλθε, πριν από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους.
Στην περίπτωση αυτή, το τέλος του δικαιώματος επέρχεται για τους ίδιους με τους παραπάνω λόγους, καθώς και στο τέλος του μήνα κατά τον οποίο, σύμφωνα με την εκτίμηση της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής, δεν υφίσταται πλέον ανικανότητα για την άσκηση κάθε βιοποριστικής εργασίας.
Ακόμη, με διάταξη, καθορίζονται πλέον τα τρία έτη ελάχιστης διάρκειας γάμου ή συμφώνου συμβίωσης από τη σύναψή τους μέχρι την ημερομηνία θανάτου ως προϋπόθεση για την αναγνώριση δικαιώματος σύνταξης.
Η απαίτηση για τη συμπλήρωση πέντε ετών καταργείται.
Η παραπάνω προϋπόθεση εξακολουθεί να μην ελέγχεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Ο θάνατος οφείλεται σε ατύχημα που προήλθε εξαιτίας της υπηρεσίας (κατά τις διατάξεις που ισχύουν για τους ασφαλισμένους στους τ. φορείς κοινωνικής ασφάλισης που εντάχθηκαν στον ΕΦΚΑ, πρόκειται για τις περιπτώσεις ατυχήματος που χαρακτηρίζεται εργατικό) ή σε ανθρωποκτονία.
- Κατά τη διάρκεια του γάμου γεννήθηκε ή με το γάμο νομιμοποιήθηκε, αναγνωρίστηκε ή υιοθετήθηκε παιδί. Πλήρης εξομοίωση του γεννημένου χωρίς γάμο παιδιού με παιδί γεννημένο σε γάμο επιτυγχάνεται, όταν μαζί με την αναγνώριση (εκούσια ή δικαστική), συναφθεί και γάμος των γονιών.
- Η χήρα, κατά το χρόνο του θανάτου, τελούσε σε κατάσταση εγκυμοσύνης, η οποία δεν διεκόπη και γεννήθηκε το παιδί.
- Συντρέχει η περίπτωση ανασύστασης προϋπάρξαντος γάμου. Ο αρχικός και ο εξ ανασυστάσεως γάμος, κατά τη διάρκεια του οποίου απεβίωσε ο σύζυγος, πρέπει να έχουν διαρκέσει συνολικά τουλάχιστον πέντε έτη, ο δε εξ ανασυστάσεως πρέπει να είχε διάρκεια τουλάχιστον έξι μήνες. Εξυπακούεται ότι, και σε αυτήν την περίπτωση, η συνολική διάρκεια του αρχικού και εξ ανασυστάσεως γάμου θα πρέπει να είναι τρία έτη.
Για τον επιζώντα σύζυγο/έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης, το ποσοστό της σύνταξης που δικαιούται, καθορίζεται πλέον στο 70% επί του ποσού της σύνταξης το οποίο δικαιούτο ή είχε χορηγηθεί σε σύζυγο που απεβίωσε.
Τα ποσοστά μεταξύ διαζευγμένων και επιζώντων συζύγων επιμερίζονται αναλόγως, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περ. β της υποπαρ. Α της παρ. 4 του άρθρου 12 του Ν. 4387/2016.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου