Παραδοχή ήττας έχουμε από το Αμερικανικό ΜΜΕ Bloomberg, όπου αναφέρει πως η Ρωσία και ο Β. Πούτιν, είναι πλέον κυρίαρχος της Μ. Ανατολής.

Η Ρωσία, έλεγε ελαφρώς σαρκαστικά ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα το 2014, είναι μια «περιφερειακής κλίμακας δύναμη»: μια χώρα σίγουρα ικανή να κάνει κακό στη γειτονιά της, αλλά χωρίς δυνατότητες να αναπτύξει παγκόσμια επιρροή. Δεν θα ήταν έκπληξη εάν, τις δύο τελευταίες εβδομάδες, ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν έχει χαραγμένο ένα ειρωνικό χαμόγελο στο πρόσωπό του στη ανάμνηση εκείνης της αποστροφής του λόγου του Ομπάμα.
Οι Ρώσοι μισθοφόροι κατέχουν σήμερα θέσεις στη Συρία τις οποίες λίγες ημέρες νωρίτερα ήλεγχαν οι δυνάμεις των ΗΠΑ – σε έναν συμβολισμό της κατάρρευσης της θέσης της Αμερικής στην περιοχή και της ανόδου της Μόσχας στη θέση του βασικού μεσολαβητή στην κατανομή εξουσίας στο πλαίσιο του εμφυλίου πολέμου της Συρίας. Εν τω μεταξύ, ο Πούτιν διενήργησε κρατική επίσκεψη στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (στο πλαίσιο ευρύτερης περιοδείας του στον Περσικό Κόλπο), όπου – κατά την άφιξή του – οι ρωσικές σημαίες είχαν γεμίσει τους δρόμους. Η Ρωσία έχει τώρα μεγαλύτερη επιρροή στη Μέση Ανατολή από οποιαδήποτε άλλη ιστορική στιγμή από το απόγειο της σοβιετικής εξουσίας στη δεκαετία του 1960 και εξής. Όχι άσχημα για μια χώρα που έχει μια οικονομία μεγέθους μιας μεσαίας ευρωπαϊκής δύναμης.
Αμυδρά θυμόμαστε πια ότι πριν από μονάχα λίγα χρόνια, ο μοναδικός σύμμαχος της Μόσχας στην περιοχή, ο Μπασάρ Αλ Άσαντ – παρέπαιε. Φαινόταν ότι η επιρροή της Ρωσίας στην ευρύτερη περιοχή θα σαρωνόταν εντελώς. Όταν ο Πούτιν παρενέβη στρατιωτικά στη Συρία το 2015, ο Ομπάμα προέβλεψε ότι οι ρωσικές δυνάμεις σύντομα θα «βάλτωναν». Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι.
Η Μόσχα, σε συνεργασία με το Ιράν, έχει καταστήσει τον εαυτό της το επίκεντρο της διπλωματίας και των περιφερειακών ανταγωνισμών εξουσίας που περιβάλλουν αυτή τη σύγκρουση. Σε ποια άλλη πρωτεύουσα θα ταξίδευαν σχεδόν ταυτόχρονα τόσο ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου όσο και ο Κασέμ Σολεϊμάνι, διοικητής της δύναμης Quds (σ.μ. σώμα ειδικών αποστολών και συλλογής πληροφοριών του Στρατού των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης) του Ιράν, προκειμένου να συζητήσουν για ζητήματα ασφάλειας στη Μέση Ανατολή;

Το Κρεμλίνο απολαμβάνει επίσης αυξανόμενους στρατιωτικούς και πολιτικούς δεσμούς με χώρες της περιοχής πέραν των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, συμπεριλαμβανομένων βασικών εταίρων των ΗΠΑ, όπως η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος. Η πρόσφατη αγορά ρωσικού στρατιωτικού εξοπλισμού από την Τουρκία – του προηγμένου σύστήματος αεράμυνας S-400 – απειλεί να δημιουργήσει ρήγμα στο ΝΑΤΟ. Η Μόσχα έχει πατήσει «πόδι» και στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης, υποστηρίζοντας τις ανταρτικές δυνάμεις του στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ, ο οποίος τυχαίνει να διαθέτει μεταξύ άλλων και αμερικανική υπηκοότητα.
Ο Πούτιν έχει σχεδιάσει και κάνει πολλά γι’ αυτήν την ανάκαμψη στη Μέση Ανατολή. Έχει αντισταθμίσει τη συγκριτική έλλειψη άλλων μορφών δύναμης της Ρωσίας με τη χρήση εργαλείων χαμηλού κόστους – αεροπορικής δύναμης, μισθοφόρων, υποστήριξης σε συμμαχικές δυνάμεις στα πεδία των μαχών – έχοντας πετύχει το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα στη Συρία. Είναι επίσης πρόθυμος να πάρει μεγάλα ρίσκα, όπως η τοποθέτηση Ρώσων πιλότων, συμβούλων και των Ειδικών του Δυνάμεων στο επίκεντρο του συγκεκριμένου πολέμου, υπολογίζοντας ότι οι αντίπαλοι της Μόσχας – βασικά δηλαδή οι ΗΠΑ – θα ήταν πιο προσεκτικοί.
Την ίδια στιγμή, ο Πούτιν έχει δείξει διπλωματική ευελιξία, διατηρώντας τις «γραμμές» του ανοικτές για σχεδόν όλους τους παίκτες σε όλο το μήκος και πλάτος της περιοχής. Έχει πάντα κατά νου το ρητό ότι οι χώρες δεν έχουν μόνιμους φίλους ή εχθρούς, παρά μόνο μόνιμα συμφέροντα, αποκαθιστώντας τις σχέσεις της Ρωσίας με την Τουρκία – που είχαν οδηγηθεί στο ναδίρ μετά την κατάρριψη από τουρκικής πλευράς ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους το 2015 – και χρησιμοποιώντας στη συνέχεια τη δυσαρέσκεια της Άγκυρας έναντι της Ουάσινγκτον, προκειμένου η Μόσχα να αποδυναμώσει το ΝΑΤΟ. Έχει εκμεταλλευτεί έναν από τους πόρους που η Μέση Ανατολή παράγει σε αφθονία – δηλαδή το χάος – προκειμένου να ωθήσει τη Ρωσία ακόμη και μέσα σε υπερπερίπλοκες συγκρούσεις όπως εκείνη στη Λιβύη.
Το 2015, ο Πούτιν μπόρεσε να αλλάξει άρδην την τροπή του εμφυλίου πολέμου στη Συρία και να ντροπιάσει την Ουάσινγκτον, διότι η κυβέρνηση Ομπάμα υπέφερε από ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στην πολιτική στην οποία όμνυε και στην πολιτική την οποία εφάρμοζε στην πραγματικότητα. Είχε θέσει ανοικτά έναν πολιτικό στόχο, ο οποίος ήταν η αλλαγή καθεστώτος στη Συρία, ωστόσο ποτέ δεν θέλησε να πληρώσει το κόστος της επίτευξής του. Και τώρα, ο θρίαμβος της Ρωσίας στη βόρεια Συρία έγινε εφικτός, επειδή η κυβέρνηση Τραμπ εγκατέλειψε μια θέση την οποία κρατούσε με σχετικά χαμηλό κόστος, με αποτέλεσμα την κατακρήμνιση των αμερικανικών θέσεων την οποία εκμεταλλεύτηκε η Μόσχα.
Όλα αυτά συμβαίνουν με φόντο την αμερικανική αναδίπλωση στη Μέση Ανατολή υπό τους δύο τελευταίους προέδρους των ΗΠΑ. Αυτή η αναδίπλωση μπορεί να είναι σοφή ή ανόητη, ίσως και ένα μείγμα των δύο, ωστόσο έχει τραυματίσει τις σχέσεις των ΗΠΑ με εταίρους-κλειδιά, που δεν νιώθουν πλέον σίγουροι για τον ρόλο που θα διαδραματίζει η Ουάσινγκτον στο μέλλον στην περιοχή.
Πράγματι, η Μόσχα βρίσκεται σήμερα στην «προνομιακή» θέση να συνομιλεί κυριολεκτικά με όλους:
Με τον Μπασάρ αλ Άσαντ αλλά και με την Τουρκία του Ερντογάν που έχει δώσει σκληρές «μάχες» για να ανατρέψει τον Άσαντ
Με τη Σαουδική Αραβία αλλά και με το Ιράν
Με το Ισραήλ αλλά και με την Τεχεράνη
Με το Ισραήλ αλλά και με την Χεζμπολάχ (την οποία η Μόσχα αρνείται να χαρακτηρίσει επισήμως «τρομοκρατική» οργάνωση)
Με τους Κούρδους αλλά και με την Τουρκία
Με τη Βαγδάτη αλλά και με την Ερμπίλ
Με τους σιίτες (σε Συρία, Ιράν, Λίβανο) αλλά και με τους σουνίτες (σε Τουρκία και Περσικό)
Με τους Χούθι αλλά και με όσους πολεμούν εναντίον τους στο μέτωπο της Υεμένης
Στο ίδιο πλαίσιο, αξίζει να σημειωθεί πως για τη Μόσχα οι Κούρδοι μαχητές, όχι μόνο της Συρίας (YPG/YPJ) αλλά ακόμη και του… PKK, δεν λογίζονται επισήμως ως «τρομοκράτες», προς μεγάλη απογοήτευση προφανώς της Άγκυρας. Παράλληλα, η Ρωσία είναι η χώρα που έχει αναγνωρίσει μεν τη Δυτική Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ… ενώ παράλληλα υποστηρίζει και την αναγνώριση ενός ανεξάρτητου Παλαιστινιακού Κράτους με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Είναι, επίσης, η χώρα που ενέκρινε μεν το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ ενάντια στους αντάρτες Χούθι της Υεμένης το 2015, για να έρθει όμως εν συνεχεία, το 2018, να υπερασπιστεί το Ιράν όταν η Τεχεράνη παραβίασε το προαναφερθέν εμπάργκο.
Από στρατιωτική σκοπιά, οι Ρώσοι διατηρούν σήμερα παρουσία στη Συρία (αεροπορική βάση σε Λαττάκεια/Χμεϊμίμ και ναυτική βάση στην Ταρτούς). Στο πρόσφατο παρελθόν εκείνοι είχαν χρησιμοποιήσει και την αεροπορική βάση Χαμαντάν στο Ιράν, ενώ βρέθηκαν κοντά και σε μια συμφωνία που θα τους έδινε πρόσβαση σε αεροπορικές βάσεις της Αιγύπτου.
Σε οικονομικό επίπεδο, η Μόσχα έχει εκδηλώσει ανοιχτά την πρόθεση να υπογράψει συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με τo Ισραήλ, την Αίγυπτο και το Ιράν. Η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν κατέληξε μάλιστα πρόσφατα στην υπογραφή σχετικής εμπορικής συμφωνίας με την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (EAEU), στην οποία τον πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η Μόσχα. H συμφωνία Ιράν-EAEU αναμένεται να τεθεί σε ισχύ μέσα στην εβδομάδα που διανύουμε (Οκτώβριος 2019).
Ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών της Ρωσίας με τις χώρες σε Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική παρέμενε περιορισμένος, στα 45,5 δισ. δολ. το 2017, ποσό που αντιστοιχούσε τότε στο 7,8% επί σου συνόλου των ρωσικών εμπορικών συναλλαγών παγκοσμίως. Στο συγκεκριμένο μέτωπο υπήρχαν και συνεχίζουν να υπάρχουν, με άλλα λόγια, μεγάλα περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης.
Η Ρωσία προς το παρόν εξάγει στις συγκεκριμένες περιοχές κυρίως ενέργεια, όπλα και σιτηρά.
Αν και η Ρωσία δεν είναι μέλος του Οργανισμού Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών (OPEC), η ίδια συνεργάζεται στενά με τη Σαουδική Αραβία, που αποτελεί τον κεντρικό πυλώνα του OPEC, ήδη από τον Δεκέμβριο του 2016. Και αυτό, για να μπορεί να κρατάει την τιμή του πετρελαίου ψηλά: κοντά στα 60 δολάρια το βαρέλι. Παράλληλα, η Μόσχα επιδιώκει μεγαλύτερο συντονισμό και στο χώρο του φυσικού αερίου με χώρες όπως είναι το Κατάρ, το Ιράν και η Αλγερία που επίσης εξάγουν φυσικό αέριο. Υπό το φόβο ότι το Ιράν θα μπορούσε κάποια στιγμή να αρχίσει να στέλνει μεγαλύτερες ποσότητες φυσικού αερίου προς την Ευρώπη ανταγωνιζόμενο έτσι τη Ρωσία, η Μόσχα έχει μάλιστα επανειλημμένως προσφερθεί να επενδύσει σε αγωγούς που θα έστελναν το ιρανικό φυσικό αέριο όχι δυτικά προς την Ευρώπη αλλά… ανατολικά προς την αγορά του Πακιστάν.
Τα δυνατά χαρτιά της Μόσχας
Ως δυνατά χαρτιά της Ρωσίας ξεχωρίζουν σήμερα:
Τα οπλικά συστήματα (το αντιπυραυλικό-αντιαεροπορικό πυραυλικό σύστημα S-400 αποτελεί μόνο ένα παράδειγμα)
Τα ενεργειακά αποθέματα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο) και οι «απορρέοντες» από αυτά αγωγοί (TurkStream, BlueStream, αγωγοί από Ιράκ και Ιρακινό Κουρδιστάν)
Το προβάδισμα που εκείνη διατηρεί σε συγκεκριμένους τομείς (η ρωσική Rosatom θεωρείται, επί παραδείγματι, πρωτοπόρος παγκοσμίως στην κατασκευή πυρηνικών εγκαταστάσεων)
Οι εξαγωγές σιτηρών (με τη Ρωσία να εξάγει κυρίως σε Αίγυπτο, Τουρκία, Σουδάν κ.ά., επιδιώκοντας να σπάσει και το μονοπώλιο των Γάλλων στην Αλγερία) 
pentapostagma.gr