Έως και 48 εκατομμύρια άνθρωποι θα είναι οι αποδέκτες των οικονομικών ελαφρύνσεων που παρουσίασε σήμερα ως πρόταση το υπουργείο Οικονομικών με στόχο την αντιστάθμιση του υψηλού πληθωρισμού.

Κεντρικά σημεία των σημερινών ανακοινώσεων του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ είναι η μείωση των φόρων και η αύξηση του βασικού προνοιακού επιδόματος και του επιδόματος τέκνου. Οι αντιδράσεις ωστόσο είναι ήδη έντονες και προέρχονται κυρίως από το εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού και τους εργαζόμενους.

Σύμφωνα με τις προστάσεις του υπουργού, η μείωση των φόρων θα υπερβεί τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ η μέση ελάφρυνση υπολογίζεται στα 192 ευρώ.

«Οι άνθρωποι ανησυχούν για τον πληθωρισμό. Ενόψει του φόβου για την αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και των τροφίμων, η κατάσταση απαιτεί να ληφθούν μέτρα», δήλωσε ο κ. Λίντνερ.

Το σχέδιο του υπουργείου Οικονομικών θεωρήθηκε πάντως αμφιλεγόμενο στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού, με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και τους Πράσινους να ζητούν μεγαλύτερες ελαφρύνσεις για τα πιο χαμηλά εισοδήματα.

«Η πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση δεν θα ήταν δίκαιη στην τρέχουσα ευαίσθητη κατάσταση και θα ήταν επίσης επικίνδυνη για την οικονομική ανάπτυξη», σχολίασε ο κ. Λίντνερ, ο οποίος ηγείται του τρίτου κυβερνητικού εταίρου, των Φιλελευθέρων (FDP).

«Οι προτάσεις του υπουργού Οικονομικών πρέπει να βελτιωθούν από την άποψη της κοινωνικής δικαιοσύνης», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του SPD 'Αχιμ Ποστ, επισημαίνοντας ότι με το σχέδιο του κ. Λίντνερ θα ωφεληθούν δυσανάλογα τα υψηλά εισοδήματα, ενώ έως τώρα έχουν πληγεί ιδιαίτερα τα μεσαία και τα χαμηλά. Από την πλευρά των Πρασίνων, ο αντιπρόεδρος της Κ.Ο. Αντρέας 'Αουντρετς επέκρινε το σχέδιο ως «εκτός πραγματικότητας», τονίζοντας ότι τα υψηλότερα εισοδήματα θα ωφεληθούν τρεις φορές περισσότερο από ό,τι τα μικρομεσαία.

Ικανοποίηση, αντιθέτως, εξέφρασε για τις προτάσεις του υπουργού Οικονομικών η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU). Η εκπρόσωπος της Κ.Ο. για θέματα οικονομικής πολιτικής Γιούλια Κλέκνερ δήλωσε ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, «αλλά τα σχέδια βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση», ενώ κατηγόρησε τους δύο άλλους κυβερνητικούς εταίρους ότι «έχουν αντικρούσει τις προτάσεις εκ των προτέρων». Η κυβέρνηση «πρέπει να αποφασίζει, αντί συνεχώς να διαφωνεί», είπε χαρακτηριστικά η κυρία Κλέκνερ.

Την αντίθεσή τους εξέφρασαν ήδη τα συνδικάτα των εργαζομένων, με την Συνομοσπονδία τους (DGB) να απορρίπτει τις προτάσεις ως πολύ περιορισμένες. Η DGB ζήτησε από την πλευρά της αύξηση του βασικού επιδόματος από τις 9984 ευρώ ετησίως στις 12.800 ευρώ. Με τις προτάσεις του κ. Λίντνερ «ωφελούνται οι υψηλόμισθοι και οι πλούσιοι, αν και αντιμετωπίζουν πολύ λιγότερα προβλήματα από τις αυξήσεις των τιμών», σχολίασε ο επικεφαλής της DGB Στέφαν Κέρτσελ.