Ανανεώθηκε:
Στη Φρανκφούρτη είναι στραμμένα τα βλέμματα των αναλυτών, τραπεζιτών αλλά και δανειοληπτών, καθώς την Πέμπτη η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ αναμένεται να ανοίξει τα χαρτιά της αναφορικά με την πορεία των επιτοκίων.
Ήδη η ΕΚΤ έχει διαμηνύσει ότι θα προχωρήσει σε μια ακόμη αύξηση των επιτοκίων του ευρώ κατά 50 μονάδες βάσεις το Μάρτιο φέρνοντας το βασικό επιτόκιο του ευρώ στο 3,5% έναντι 3% σήμερα και αυτό της αποδοχής καταθέσεων στο 3% έναντι 2,5%. Και ήδη η αγορά έχει προεξοφλήσει την αύξηση αυτή, όπως αποτυπώνεται στο διατραπεζικό επιτόκιο Euribor τριμήνου, το οποίο και ανέρχεται στο 2,948%.
Το μεγάλο διακύβεβευμα πλέον τι θα κάνει η ΕΚΤ τους επόμενους μήνες, και κατά πόσο θα συνεχίσει τη «σκληρή γραμμή» των συνεχόμενων αυξήσεων, προκειμένου να τιθασεύσει τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη.
Τα μέχρι στιγμής μηνύματα πάντως δείχνουν πως τα «γεράκια» στη Φρανκφούρτη έχουν το πάνω χέρι, με την Κριστίν Λαγκάρντ να θέτει ως βασική προτεραιότητα την ανάσχεση του πληθωρισμού, ακόμα και αν αυτό σημαίνει μείωση της ανάπτυξης και αύξηση των επισφαλειών.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η πρόεδρος της ΕΚΤ, η Κεντρική Τράπεζα ενδεχομένως να χρειαστεί να συνεχίσει τις αυξήσεις των επιτοκίων και πέρα από το Μάρτιο, όταν και έχει προγραμματιστεί η επόμενη αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης (0,5%).
«Αυτή τη στιγμή είναι πιθανό να συνεχίσουμε σε αυτό το μονοπάτι» τόνισε η κυρία Λαγκάρντ για να προσθέτει ότι «σε τι επίπεδο ανά κάθε συνάντηση είναι αδύνατο να το πούμε αυτή τη στιγμή».
Όταν ρωτήθηκε για το τελικό επιτόκιο του ευρώ, η κυρία Λαγκάρντ τόνισε ότι «η πραγματικά ειλικρινής απάντηση είναι ότι θα καθοριστεί από τα δεδομένα».
«Αυτό που είναι εξαιρετικά σίγουρο είναι πως θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί για να επαναφέρουμε τον πληθωρισμό στο 2%», κατέληξε η πρόεδρος της ΕΚΤ.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι αναλυτές εκτιμούν ότι στο τέλος του κύκλου σύσφιξης των επιτοκίων του ευρώ, το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων θα διαμορφωθεί στο 4% έναντι 2,5% σήμερα. Δηλαδή, μέσα στους επόμενους μήνες αναμένουν τουλάχιστον τρεις αυξήσεις (συμπεριλαμβανομένου και του Μαρτίου) της τάξεως των 150 μονάδων βάσης (1,5%).
Αύξηση δόσεων και φόβος για νέα κόκκινα δάνεια
Το νέο τοπίο έχει προφανή αντίκτυπο σε όλους τους δανειολήπτες, οι οποίοι και βλέπουν τις μηνιαίες δόσεις να εκτινάσσονται όσο το κόστος του χρήματος ανεβαίνει.
Πλέον, το συνολικό κόστος από τον Ιούλιο του 2022, όταν και ξεκίνησε το μπαράζ ανόδου, ξεπερνά τα 2.500 ευρώ το χρόνο για ένα μέσο στεγαστικό δάνειο, ενώ μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 3.000 ευρώ όσο μεγαλώνει το ποσό και η διάρκεια του χρέους. Αντίστοιχα είναι και τα δεδομένα στην επιχειρηματική πίστη, καθώς η αύξηση το κόστους δανεισμού έχει άμεσο αντίκτυπο στα επιχειρηματικά τους πλάνα.
Έτσι, από την πλευρά τους, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι έτοιμα να διαθέσουν στην αγορά νέα προϊόντα ώστε να μειωθεί ο αντίκτυπος από τις αυξήσεις των επιτοκίων στα στεγαστικά δάνεια.
Όπως αναφέρουν τραπεζικές πηγές στο CNN Greece, ήδη έχει γίνει η σχετική προεργασία και είναι θέμα χρόνου τα συγκεκριμένα προϊόντα να «βγουν» στην αγορά, με στόχο οι δανειολήπτες να μπορούν να συνεχίσουν να πληρώνουν τη μηνιαία δόση του και να αποφευχθεί μια νέα γενιά κόκκινων δανείων.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, τα προϊόντα αυτά θα απευθύνονται σε όλη τη γκάμα των δανειοληπτών, είτε πρόκειται για εκείνους που έχουν ρυθμίσει στο παρελθόν τα χρέη τους είτε για εκείνους που μέχρι σήμερα πλήρωναν κανονικά αλλά πλέον δυσκολεύονται λόγω της αύξησης των επιτοκίων.
Όπως εξηγούν, στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα «μπουκέτο» λύσεων και ρυθμίσεων που περιλαμβάνουν αύξηση της διάρκειας του δανείου, με αντίστοιχη μείωση της δόσης, πληρωμή μόνο τόκων για μια συγκεκριμένη περίοδο ή ακόμη και μετατροπή του κυμαινόμενου σε σταθερό, το οποίο μπορεί να είναι χαμηλότερο για διάρκεια τριών ή πέντε ετών.
Έτσι, με βάση την τρέχουσα εικόνα το μεγάλο «στοίχημα» είναι να ξεπεράσουν τον σκόπελο του 2023 και ενδεχομένως κάποιων μηνών του 2024, όταν και τα επιτόκια του ευρώ αναμένεται να φτάσουν στα υψηλότερα επίπεδα.
Εν συνεχεία, σύμφωνα με τους αναλυτές, εκτιμάται ότι θα υπάρξει αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη και κατ’ επέκταση αντίστοιχη μείωση στα επιτόκια και τις δόσεις των δανείων. Άρα το διακύβευμα είναι πλέον να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες για την κρίσιμη αυτή διετία, ώστε εν συνεχεία, με την επιστροφή στην επιτοκιακή κανονικότητα, να ξαναγίνει βιώσιμη η αποπληρωμή των δανείων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου