Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2018

Δύσκολες ερωτήσεις για τη δεοντολογία και την ηθική των ηλεκτρονικών μέσων.: Ποιος είναι δημοσιογράφος;


Δύσκολες ερωτήσεις για τη δεοντολογία και την ηθική των ηλεκτρονικών μέσων.: Ποιος είναι δημοσιογράφος;ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ  Θ.Πιστικος Συντάκτης αρθρογράφος  Ε.Σ.ΔΣυντάκτης Blogger Ενωση Δημοσιογραφων Περιοδικου Και Ηλεκτρονικου Τυπου Μακεδονιας Θρακης
ΜΕΛΟΣ

JaJ.gr - Journalists About Journalism

Τα ψηφιακά μέσα μαζικής ενημέρωσης περιλαμβάνουν την ηλεκτρονική δημοσιογραφία, το blogging,το ψηφιακό φωτορεπορτάζ, τον πολίτη-δημοσιογράφο(citizen journalism) και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media). Συμπεριλαμβάνει ζητήματα σχετικά με το πώς η επαγγελματική δημοσιογραφία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτά τα “νέα μέσα” για την έρευνα και τη δημοσίευση θεμάτων, καθώς και το πώς μπορεί να χρησιμοποιήσει το κείμενο ή τις εικόνες που παρέχονται από πολίτες.
Τί είναι η δημοσιογραφία;

Η έλλειψη σαφήνειας σχετικά με το ποιος είναι δημοσιογράφος οδηγεί σε διαφορετικούς ορισμούς για το ποιός δημοσιογραφεί. Αυτό οδηγεί στο ερώτημα: Τι είναι δημοσιογραφία; Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η ερώτηση  “Τι είναι η δημοσιογραφία;” ή “Δημοσιογραφεί αυτός/ήαυτή; “είναι πιο σημαντική από το αν κάποιος μπορεί να αυτοαποκαλείται δημοσιογράφος.
Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις προσεγγίσεις στο ερώτημα αυτό: σκεπτικιστικά, εμπειρικά και κανονιστικά. Σκεπτικιστικά, κάποιος θα απέρριπτε την ερώτηση ως ασήμαντη. Για παράδειγμα, θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο καθένας μπορεί να είναι δημοσιογράφος, και δεν αξίζει να υπάρχει διαφωνία για το ποιός αυτοαποκαλείται δημοσιογράφος. Η πρώτη προσέγγιση δείχνει σκεπτικισμό για της προσπάθειες του ορισμού της δημοσιογραφίας. Εμπειρικά, υπάρχει μια πιο συστηματική και προσεκτική προσέγγιση για την ερώτηση. Μπορούμε να δούμε σαφή παραδείγματα της δημοσιογραφίας στη διάρκεια της ιστορίας και να σημειώσουμε το είδος των δραστηριοτήτων  με τις οποίες ασχολούνται οι δημοσιογράφοι, π.χ. τη συλλογή πληροφοριών, την επεξεργασία θεμάτων, τη δημοσίευση ειδήσεων και απόψεων. Στη συνέχεια, χρησιμοποιούμε αυτά τα χαρακτηριστικά για να προσφέρουμε έναν ορισμό της δημοσιογραφίας που τη διαχωρίζει από τη λογοτεχνία, την αφήγηση, ή την επεξεργασία πληροφοριών για μια βάση δεδομένων της κυβέρνησης.Η κανονιστική προσέγγιση επιμένει ότι οι συγγραφείς δεν πρέπει να ονομάζονται δημοσιογράφοι, εκτός εάν έχουν εξαιρετικά ανεπτυγμένες ικανότητες, που αποκτώνται συνήθως μέσω της κατάρτισης ή της τυπικής εκπαίδευσης, και αν τιμούν ορισμένες ηθικές αξίες. Οι δεξιότητες περιλαμβάνουν δυνατότητες διερεύνησης και έρευνας,της γνώσης για τη λειτουργία των θεσμών και ιδιαίτερα ανεπτυγμένες ικανότητες επικοινωνίας. Οι ηθικοί κανόνες περιλαμβάνουν τη δέσμευση για την ακρίβεια, την επαλήθευση, την αλήθεια, και ούτω καθεξής. Η κανονιστική προσέγγιση βασίζεται σε μια ιδανική όψη της δημοσιογραφίας με ακρίβεια και υπευθυνότητα που έχει στόχο την ενημέρωση του κοινού.
Έτσι η δημοσιογραφία μπορεί να οριστεί μέσω των πιο λαμπρών παραδειγμάτων δημοσιογραφίας και των πρακτικών των καλύτερων δημοσιογράφων. Ένας συγγραφέας που έχει αυτές τις δεξιότητες και τις ηθικές δεσμεύσεις και είναι ικανός να δημοσιεύσει καλή (με τέχνη και τεκμηριωμένη) δημοσιογραφία μπορεί να αποκαλεί τον εαυτό του ηθικά υπεύθυνο δημοσιογράφο. Τα άτομα που δεν πληρούν αυτές τις κανονιστικές απαιτήσεις μπορούν να αποκαλούν τους εαυτούς τους δημοσιογράφους, αλλά δεν θεωρούνται δημοσιογράφοι με αυτήν την κανονιστική οπτική. Είναι ανεύθυνοι, δεύτερης κατηγορίας, ή ανίκανοι συγγραφείς που επιδιώκουν να γίνουν δημοσιογράφοι, ή προσποιούνται ότι είναι δημοσιογράφοι.
Ανωνυμία

Ο «εκδημοκρατισμός» των μέσων μαζικής ενημέρωσης και της τεχνολογίας που επιτρέπει στους πολίτες να ασχολούνται με τη δημοσιογραφία και τη δημοσίευση θολώνει την ταυτότητα των δημοσιογράφων και την έννοια του τι συνιστά δημοσιογραφία. Τον προηγούμενο αιώνα, οι δημοσιογράφοι ήταν μια σαφώς καθορισμένη ομάδα. Το μεγαλύτερο μέρος της αποτελούνταν από επαγγελματίες που έγραφαν για τις μεγάλες εφημερίδες και εργάζονταν σε τηλεοπτικούς σταθμούς. Το κοινό δεν είχε μεγάλη δυσκολία στον εντοπισμό των μελών του «Τύπου». Σήμερα, οι πολίτες χωρίς δημοσιογραφική εκπαίδευση οι οποίοι δεν λειτουργούν για μέσα μαζικής ενημέρωσης αυτοαποκαλούνται δημοσιογράφοι, ή γράφουν με τρόπους που εμπίπτουν στην γενική περιγραφή του δημοσιογράφου ως κάποιου που γράφει τακτικά για δημόσια θέματα για ένα κοινό ή ένα ακροατήριο. Έτσι, δεν είναι πάντα σαφές που αρχίζει και που τελειώνει ο όρος “δημοσιογράφος”. Αν κάποιος κάνει ό, τι φαίνεται να είναι δημοσιογραφία, αλλά αρνείται την ετικέτα «δημοσιογράφος» είναι αυτός/ή δημοσιογράφος;  Είναι τα πρόσωπα που εκφράζουν τις απόψεις τους στη σελίδα τους στο Facebook δημοσιογράφοι;
Αμεροληψία, συγκρούσεις συμφερόντων, και κομματική δημοσιογραφία

Τα νέα μέσα ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να εκφράσουν τη γνώμη τους και να μοιραστούν τις σκέψεις τους με ειλικρίνεια. Πολλοί μπλόγκερς είναι υπερήφανοι που παρουσιάζουν τη γνώμη τους, σε αντιδιαστολή με τους δημοσιογράφους οι οποίοι πρέπει να καλύπτουν τα γεγονότα αμερόληπτα. Πολλοί δημοσιογράφοι των ηλεκτρονικών μέσων βλέπουν τους εαυτούς τους ως αντάρτες ή ακτιβιστές για σκοπούς ή πολιτικά κινήματα, και απορρίπτουν την ιδέα της αντικειμενικής ή ουδέτερης ανάλυσης. Η μεροληπτική ή κομματική δημοσιογραφία έχει τουλάχιστον δύο είδη: Το ένα είδος είναι η δημοσιογραφία που παρουσιάζει μια γνώμη και σχολιάζει γεγονότα και θέματα, με ή χωρίς επαλήθευση. Μια άλλη μορφή είναι η κομματική δημοσιογραφία, που χρησιμοποιεί τα μέσα ενημέρωσης ως φερέφωνο για πολιτικά κόμματα και κινήματα. Σε κάποιο βαθμό, βλέπουμε μια αναβίωση (ή επιστροφή) σε μία κομματική δημοσιογραφία παρουσίασης γνώμης που ήταν δημοφιλής πριν από την άνοδο της αντικειμενικής ενημέρωσης στις αρχές του 1900. Τόσο η παρουσίαση γνώμης όσο και η κομματική δημοσιογραφία έχει βαθιές ρίζες στην ιστορία της δημοσιογραφίας. Ωστόσο,η αναβίωσή τους σε ένα online κόσμο εγείρει σοβαρά ηθικά διλήμματα για την παρούσα δεοντολογία στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Θα έπρεπε η αντικειμενικότητα να εγκαταλειφθεί από όλους τους δημοσιογράφους; Ποιο είναι το καλύτερο για μια δυναμική και υγιή δημοκρατία – ή αμερόληπτη δημοσιογραφία ή η κομματική δημοσιογραφία; Η κατάσταση έχει γίνει ακόμα πιο αμφιλεγόμενη, καθώς υπάρχουν υποστηρικτές της μεροληπτικής δημοσιογραφίας και της παρουσίασης γνώμης, οι οποίοι όχι μόνο αμφισβητούν την αντικειμενικότητα, αλλά και την μακροχρόνια αρχή ότι οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να είναι ανεξάρτητοι από τις ομάδες και τα συμφέροντα για τα οποία γράφουν. Για παράδειγμα, μερικοί κομματικοί δημοσιογράφοι απορρίπτουν τις κατηγορίες για “σύγκρουση ενδιαφέροντος”, όταν δέχονται χρήματα από ομάδες ή κάνουν δωρεές σε πολιτικά κόμματα.  Από οικονομική άποψη, οι ειδησεογραφικές οργανώσεις που υποστηρίζουν τις παραδοσιακές αρχές όπως είναι η αμεροληψία όλο και περισσότερο αισθάνονται υποχρεωμένοι να μετακινηθούν προς μια πιο δογματική ή κομματική προσέγγιση των ειδήσεων και των σχολιασμών. Το να είναι κάποιος αμερόληπτος, θεωρείται βαρετό για το κοινό. Υποστηρίζεται ότι το κοινό προσελκύεται περισσότερο από ισχυρές απόψεις και συγκρούσεις γνώμης.  Ακόμη και όταν οι αίθουσες τύπου επιβάλλουν τους κανόνες της αμεροληψίας – για παράδειγμα όταν απολύουν ή “παγώνουν” κάποιο δημοσιογράφο για σύγκρουση συμφερόντων- δεν καταφέρνουν να έχουν την πλήρη υποστήριξη του κοινού. Ορισμένοι πολίτες και ομάδες διαμαρτύρονται ότι οι αίθουσες τύπου καταπιέζουν αυτά που οι αναλυτές και οι δημοσιογράφοι μπορούν να πουν για τα θέματα που καλύπτουν κι αυτό είναι λογοκρισία. Είναι καλό άραγε, ότι όλο και περισσότερο, οι δημοσιογράφοι δεν στέκονται απέναντι σε διάφορες περιθωριακές ή εχθρικές προς την παραδοσιακή κοινωνία ομάδες, προσπαθώντας να ενημερώσουν αξιόπιστα το κοινό για τις απόψεις τους αλλά γίνονται μάλλον μέρος των ομάδων αυτών επιδιώκοντας να επηρεάσουν την κοινή γνώμη; Η ηθική πρόκληση είναι να επαναπροσδιορίσουμε τι σημαίνει η ανεξάρτητη δημοσιογραφία για το δημόσιο συμφέρον σε ένα μέσο όπου εμφανίζονται πολλά νέα είδη δημοσιογραφίας και όπου οι βασικές αρχές αμφισβητούνται

Δημοσιογράφοι που χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media)
Πολλές ειδησεογραφικές οργανώσεις ενθαρρύνουν τους δημοσιογράφους να χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τη συλλογή πληροφοριών δημιουργώντας ταυτόχρονα και μία “φίρμα” για τον εαυτό τους ξεκινώντας από το δικό τους blog, τη σελίδα τους στο Facebook, ή το λογαριασμό Twitter τους. Ωστόσο, ο σχολιασμός σε απευθείας σύνδεση μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στους δημοσιογράφους, ειδικά αν το ειδησεογραφικό πρακτορείο αναφέρει ότι παρέχει αμερόληπτες πληροφορίες και σχόλια. Για παράδειγμα, ένας/μία δημοσιογράφος που καλύπτει ειδήσεις από το δημαρχείο μπορεί να αναφέρει αμερόληπτα στην εφημερίδα του/της την υποψηφιότητα κάποιου για τη θέση του δημάρχου, αλλά στο blog του/ της, αυτή/ος μπορεί να εκφράσει μία ισχυρή άποψη, λέγοντας ότι ο υποψήφιος είναι αντιπαθητικός και ανίκανος πολιτικός. Τέτοια σχόλια θα μπορούσαν να δώσουν αφορμή παραπόνων στον/ην υποψήφιο/α δήμαρχο σχετικά με την έλλειψη αμεροληψίας της/ του δημοσιογράφου. Η ηθική πρόκληση είναι να αναπτυχθούν κανόνες δεοντολογίας κι ηθικής για τα μεσα κοινωνικης δικτύωσης που θα επιτρέπουν στους δημοσιογράφους να εξερευνήσουν τις δυνατότητές τους και ταυτόχρονα να βάζουν ένα όριο στα προσωπικά σχόλια.
Πολίτες δημοσιογράφοι και χρήση του περιεχομένου των πολιτών
Ένα από τα δύσκολα “οριζόντια” θέματα που αναφέρθηκε παραπάνω, είναι το κατά πόσον οι αίθουσες ειδήσεων θα πρέπει να τηρούν όλους τους τύπους δημοσιογραφίας στα ίδια συντακτικά πρότυπα. Για παράδειγμα, θα πρέπει να απαιτείται από τους πολίτες- δημοσιογράφους να κρατούν ισορροπίες και να είναι αμερόληπτοι; Μπορούν οι δημοσιογράφοι που λειτουργούν μία ιστοσελίδα ειδήσεων να δημοσιεύσουν ένα θέμα πριν από τους συναδέλφους τους, τους δημοσιογράφους της έντυπης έκδοσης; Με άλλα λόγια, πρέπει οι δημοσιογράφοι της έντυπης μορφής να αξιολογούνται με υψηλότερα κριτήρια όπως είναι η επαλήθευση πριν τη δημοσίευση; Επιπλέον, δεδομένου ότι το προσωπικό των ειδησεογραφικών οργανώσεων έχει συρρικνωθεί, και η δημοτικότητα των ηλεκτρονικών ειδήσεων μεγαλώνει, οι οργανισμοί είναι ολοένα και πιο ικανοί και πρόθυμοι, να συνεργάζονται με τους πολίτες για την κάλυψη καταστροφών, ατυχημάτων, και άλλων εκτάκτων είδησεων. Οι πολίτες που καταγράφουν τα γεγονότα με τα κινητά τους τηλέφωνα μπορούν να μεταφέρουν το κείμενο και τις εικόνες σε ειδησεογραφικά πρακτορεία. Τα ειδησεογραφικά πρακτορεία θα πρέπει να θέσουν σε εφαρμογή μία διαδικασία για την παροχή υλικού από πολίτες-δημοσιογράφους, το οποίο μπορεί να είναι πλαστό ή μεροληπτικό. Με ποιό τρόπο πρέπει να εντοπίζονται οι πηγές; Πόσο απαραίτητη είναι η εξέταση ενός θέματος; Κατά πόσο πρέπει οι πολίτες που συνεισφέρουν να έχουν γνώση της γλώσσας; Το ηθικό ερώτημα είναι κατά πόσον είναι δυνατόν να δημιουργηθεί μία δεοντολογία κι ηθική των οποίων οι κανόνες θα εφαρμόζονται με συνέπεια σε όλες τις πλατφόρμες των μέσων ενημέρωσης. Η βρισκόμαστε απέναντι στην προοπτική διαφορετικών κανόνων για διαφορετικά μέσα μαζικής ενημέρωσης;
Η δεοντολογία των εικόνων
Τέλος, υπάρχουν και τα νέα ηθικά ζητήματα που εγείρονται από τις νέες τεχνολογίες εικόνας. Αυτές περιλαμβάνουν τόσο τις φωτογραφίες όσο και τα βίντεο. Οι πολίτες και οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι έχουν νέους και εύκολους τρόπους για να απαθανατίσουν και να μεταδώσουν εικόνες, όπως τα κινητά τηλέφωνα που συνδέονται με το Internet μέσω ασύρματης τεχνολογίας. Έχουν νέες τεχνολογίες για να αλλάζουν και να χειρίζονται αυτές τις εικόνες. Αυτή η σύγκλιση της ευκολίας της σύλληψης, της ευκολίας στη μεταφορά και της ευκολίας στη χειραγώγηση, αμφισβητεί τις παραδοσιακές αρχές του φωτορεπορτάζ που αναπτύχθηκαν για τη μη-ψηφιακή λήψη και μετάδοση των εικόνων και βίντεο. Όπως προαναφέρθηκε, ένα θέμα είναι κατά πόσο μπορούν τα ειδησεογραφικά πρακτορεία να εμπιστευτούν τις εικόνες που εύκολα καταγράφουν οι πολίτες και οι πολίτες δημοσιογράφοι. Ποιός είναι ο αποστολέας και κατά πόσο γνωρίζουμε ότι αυτή η εικόνα είναι πραγματικά από το θέμα που ασχολούμαστε; Ένα άλλο θέμα είναι κατά πόσο ένας δημοσιογράφος ή ένας πολίτης έχει χρησιμοποιήσει την τεχνολογία για να αλλάξει την εικόνα, για παράδειγμα, να προσθέσει ή να αφαιρέσει ένα αντικείμενο. Η χειραγώγηση εικόνων είναι τόσο δελεαστική που τα μέσα ενημέρωσης της επικρατούσας τάσης έχουν απολύσει σειρά φωτορεπόρτερ τις προηγούμενες δεκαετίες για να αποθαρρύνουν δόλιες πρακτικές. Ακόμα και με τη χειραγώγηση, δεν είναι όλα τα θέματα ξεκάθαρα. Οι φωτορεπόρτερ μιλούν συχνά για το ότι είναι επιτρεπτό να αλλάξουν τα ‘τεχνικά’ μέρη μιας φωτογραφίας όπως να αλλάξουν τον τόνο ή το χρωματισμό μιας φωτογραφίας. Αλλά βάζουν το όριο σε περαιτέρω αλλαγές. Αλλάζοντας το νόημα ή το περιεχόμενο μιας εικόνας για να παραπλανηθεί το κοινό είναι ανήθικο. Παρόλα αυτά η διαχωριστική γραμμή μεταξύ της τεχνικής αλλαγής και μιας ουσιαστικής αλλαγής που επηρεάζει το περιεχόμενο δεν είναι πάντα ξεκάθαρη. Ένας παραγωγός εικόνας μπορεί να αυξήσει τα χρώματα μιας φωτογραφίας σε τέτοιο βαθμό που να αλλάζει την αρχική φωτογραφία του γεγονότος ή του αντικειμένου. Επιπλέον, οι συντάκτες μπορεί να ισχυριστούν ότι είναι επιτρεπτό να αλλάζουν τις φωτογραφίες για τα περιοδικά μόδας (και για άλλους τύπους περιοδικών) γιατί το εξώφυλλό τους είναι μία μορφή ‘τέχνης’ ώστε να προσελκύσει αγοραστές όταν εκείνοι χαζεύουν στα περίπτερα. Για άλλη μια φορά, υπάρχουν πολλά σημεία και κανόνες δεοντολογίας και ηθικής που πρέπει να διευκρινιστούν όπως και οι τρόποι που αυτές οι αρχές εφαρμόζονται σε δύσκολες περιπτώσεις.
Οι παραπάνω προβληματισμοί αναπτύσσονται από τον Stephen J.A Ward, ειδικό σε ζητήματα δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και ηθικής.
photo credit: Fringer via photopin.com
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ  Θ.Πιστικος Συντάκτης αρθρογράφος  Ε.Σ.Δ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΡΕΠΟΡΤΑΖ. ΤΩΡΑ.GR

ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής-Εκλογές: Νικητής ο Ν. Ανδρουλάκης με 60,16%, στο 91,16 % των εκλογικών τμημάτων

  ΠΟΛΙΤΙΚΉ  / Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2024, 20:09:29 /   Τελευταία Ενημέρωση: 20:50   / Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ Νίκη του Νίκου Ανδρουλάκη δείχνουν τα έως...