Το Τρίγωνο των Βερμούδων ή το Τρίγωνο του Διαβόλου ονομάζεται η περιοχή στο δυτικό τμήμα του βόρειου Ατλαντικού Ωκεανού, και συγκεκριμένα το σημείο μεταξύ της Φλόριντα, του Πουέρτο Ρίκο και των Βερμούδων.

Πέρα από όλα αυτά, η θαλάσσια περιοχή παραμένει επί πολλά έτη ένα άλυτο μυστήριο καθώς λέγεται πως δεκάδες αεροσκάφη και πλοία έχουν εξαφανιστεί στο πέρασμά τους, κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες.Μέχρι σήμερα οι θεωρίες γύρω από το φαινόμενο ποικίλλουν, δίχως όμως να έχει δοθεί μία ξεκάθαρη εξήγηση.

Τον Νοέμβριο του 1978, ο  Πολύκαρπος Σπέντζας, έζησε μία συγκλονιστική και σίγουρα μοναδική εμπειρία στο Τρίγωνο των Βερμούδων ως ασυρματιστής του πλοίου «POTHITI S.W.J.C» που πέρασε από την περιοχή.

Μετά από λίγα χρόνια, συγκεκριμένα το 1995, περιέγραψε τα όσα είδε και βίωσε στην εφημερίδα «ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΣ ΤΥΠΟΣ».

«Ξεκινήσαμε από το Porto Matanzas, στην Κούβα, με προορισμό το Αλγέρι. Είχαμε μέσο όρο ταχύτητας 11 ναυτικά μίλια. Λίγο πριν από τις 12 το μεσημέρι (τοπική ώρα), οι Αξιωματικοί της Γέφυρας του πλοίου έμοιαζαν αλαφιασμένοι. Μετρούσαν και ξαναμετρούσαν τα μίλια.

»Είναι γεγονός ότι όλοι στο πλήρωμα είχαμε παρατηρήσει ότι το πλοίο έπλεε με ασυνήθιστα μεγάλη ταχύτητα, αλλά τα όργανα δε συμφωνούσαν με αυτό, καθώς έδειχναν σταθερή ταχύτητα 10-11 ναυτικών μιλίων. Μερικοί από τους συναδέλφους μου υπέθεσαν αρχικά μήπως είχα κάνει κάποιο λάθος στο χρονόμετρο, μιας και ήμουν ο Ασυρματιστής. Μα, δεν είχε γίνει κάτι τέτοιο και το πλοίο έσχιζε τα κύματα σαν δελφίνι» περιγράφει αρχικά ο ίδιος.

Θυμάται πως νωρίς το μεσημέρι ο καπετάνιος ζήτησε από τον Ανθυποπλοίαρχο να βάλει στο τιμόνι έναν ναύτη, καθώς εκείνος δεν αισθανόταν καλά.

«Δεν μπορούσε να σηκώσει τα χέρια του και αισθανόταν το σώμα του πολύ βαρύ, σαν μολύβι. Επίσης, τα σήματα MORS ακούγονταν υπερβολικά γρήγορα, ενώ οι παράκτιοι σταθμοί λαμβάνονταν σαν μαγνητόφωνο που παίζει στο γρήγορο» αναφέρει.

πηγή: Εφημερίδα «ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΣ ΤΥΠΟΣ» 1995

«Τα ρολόγια πήγαιναν δύο ώρες μπροστά»

Ο κ. Σπέντζας λέει πως τα λεπτά έμοιαζαν με ώρες και τα ρολόγια του πλοίου πήγαιναν δύο ώρες μπροστά.

Επιπλέον θυμάται πως ο τιμονιέρης αδυνατούσε να κρατήσει σε σταθερή πορεία καθώς η πυξίδα «γύριζε σαν τρελή»!

«Μα, το πιο παράξενο απ’ όλα έγινε λίγο μετά τις 5 το απόγευμα. Ο μάγειρας κι εγώ παίζαμε τάβλι στο καπνιστήριο, όταν ξαφνικά είδαμε πίσω και αριστερά του πλοίου, δηλαδή στη βορειοδυτική του πλευρά, σε απόσταση λίγων μόνο μιλίων, ένα μεγάλο λευκό άγνωστης ταυτότητας ιπτάμενο αντικείμενο στον ουρανό. Κατόπιν, φάνηκαν δύο μικρότερα ιπτάμενα αντικείμενα στα δυτικά του μεγάλου και μάλιστα, το ένα από αυτά προσκολλήθηκε πάνω του. ‘Πειράματα των Αμερικανών…’, υπέθεσα και δεν τα ξαναείδα.

»Έφυγα αμέσως και ανέβηκα στη γέφυρα να ρωτήσω γεμάτος αγωνία αν είχε δει και κάποιος άλλος αυτές τις παράδοξες συσκευές. Δεν τις είχε παρατηρήσει κανείς. Πάντως, ήμουν σίγουρος πως κάτι περίεργο συνέβαινε με τον χρόνο και πως είχαμε επηρεαστεί από την επιτάχυνση της κίνησης των Άγνωστης Ταυτότητας Ιπτάμενα Αντικείμενα (Α.Τ.Ι.Α.)» σημειώνει.

Ο Πολύκαρπος Σπέντζας

«Τα χέρια μας δεν πάνε, δεν μας ακούνε…»

Ο Πολύκαρπος Σπέντζας περιγράφει γλαφυρά τις στιγμές τρόμου όταν ένιωσε τα χέρια του να μην τον υπακούν και όταν το πλήρωμα εκδήλωσε υποθερμία και βραδυκαρδία.

«Κοίταξα το ρολόι μου και η ώρα είχε περάσει. Βάζω τον δέκτη στα 500 KHz, για να συμπληρώσω το ημερολόγιο και ακούστηκαν υπερβολικά γρήγορα τα MORS. Βάζω και το Time Signal στα 15 MHz RWM (Radio Moscow) και άκουσα υπερβολικά γρήγορα και τα σήματα της ώρας. Τόσο πολύ γρήγορα, που νόμισα πως φταίει ο σταθμός… Πετάχτηκα από την καρέκλα, άνοιξα το παραθυράκι του chart room και είδα τον Καπετάνιο. Κάτι σαν να με σταμάτησε και δεν του είπα τίποτε.

»Έκανα να χτυπήσω τα MORS και παρατήρησα ότι τα χέρια μου δεν μπορούσαν να χειριστούν ούτε πέντε γράμματα το λεπτό, δεδομένου ότι χειριζόμουν εκατό το λεπτό, διότι έκανα περίπου δύο λεπτά για να πάω με την καρέκλα προς τον πομπό» θυμάται.

«Τα χέρια μας δεν πάνε, δεν μας ακούνε…» είχε πει ο κ. Σπέντζας στον καπετάνιο, με τον τελευταίο να δίνει εντολή να μην αγγίξει κανείς τον αυτόματο πιλότο.

Την επόμενη ημέρα, τα μέλη του πληρώματος συζητούσαν όσα είχε βιώσει ο καθένας. Οι περισσότεροι έκαναν λόγο για την αίσθηση του χρόνου.

«Ένας ναύτης παραπονιόταν ότι μόλις άναβε το τσιγάρο του, δεν προλάβαινε να το καπνίσει, γιατί αυτό καιγόταν αμέσως. Ο Ανθυποπλοίαρχος, που έκανε βάρδια 00:00-04:00, μόλις πήγε στην καμπίνα του και έπλενε τα δόντια του, για να πέσει να κοιμηθεί, του φώναξε ο ναύτης ότι η ώρα πήγε κιόλας 23:40, άρα δεν προλάβαινε ούτε να κοιμηθεί. Όλοι μας, όμως, νιώθαμε βραδυκαρδία και υποθερμία» περιγράφει ο κ. Σπέντζας.

«Χρόνια προσπαθώ να το εξηγήσω»

Φυσικά κανείς τους δεν μπόρεσε να εξηγήσει τα όσα βίωσαν. Ο Πολύκαρπος  Σπέντζας εκτιμά πως «η βραδυκαρδία και η μείωση αντανακλαστικών του πληρώματος οφείλονταν στη βαρυτική διαστολή του χρόνου. Τα κύματα βαρύτητας (βαρυόνια), που εκπέμπονταν από τις επιταχύνσεις των Α.Τ.Ι.Α. για την απογείωσή τους και άλλες κινήσεις, δρούσαν βιοχημικά στον μεταβολισμό του ανθρώπινου οργανισμού, σύμφωνα με τις θεωρίες των Bohr – Einstein».