Για σένα πατέρα
«Όταν χαμογελούσες εκείνη την Κυριακή στο Σύνταγμα ανάμεσα στο πλήθος των αντιστεκόμενων πολιτών, ήσουν ερωτευμένος»
Της Έμμυ Χριστούλα
Στις 4 Απριλίου 2012 ο Δημήτρης Χριστούλας αυτοκτόνησε στην πλατείας Συντάγματος θέλοντας με αυτό τον τρόπο να διαμαρτυρηθεί για τα μνημόνια, την ανεργία, τη φτώχεια και την υποτέλεια στην Τρόικα.
“Αυτοκτόνησε συνταξιούχος στην πλατεία Συντάγματος”, ενημέρωνε το ραδιόφωνο, ενώ πήγαινα με τη Νίκη στο σπίτι του, στους Αμπελόκηπους. Το ραντεβού με τον Κώστα και τη Σοφία, τους οποίους ειδοποίησα αμέσως μετά το μήνυμά του, ήταν στο μετρό της Πανόρμου
Το τιμόνι γλιστρούσε μέσα στα ιδρωμένα χέρια μου, ραδιόφωνο δεν άκουγα πια.
Τέλος; Tι είναι το τέλος;
Φτάνουμε. Παίρνω ανάσα βαθιά, ανάβω τσιγάρο, κατεβαίνω από το αυτοκίνητο.
—Έμμυ, δεν ξέρω αν άκουσες. Ένας άνθρωπος αυτοκτόνησε στο Σύνταγμα, μου λέει ο Κώστας και…
—Και;
—Λέω ότι… “τέλος” στο μήνυμά του, ίσως σημαίνει αυτό. Ο Δημήτρης θα μπορούσε να το κάνει.
Η πολιτική σου σκέψη, οι πολιτικές πράξεις σου, η απογοήτευσή σου, οι ματαιώσεις σου πάντα με συμπεριλάμβαναν. Συζητήσεις, διαφωνίες, παραδοχές, ιδέες έξυπνες, ηλίθιες ήττες, τσακίσματα, σηκώματα, ήμουν εκεί, ήμασταν μαζί.
Τότε που περπάτησες τα ναρκοθετημένα χρόνια, τις πτήσεις και τις πτώσεις της γενιάς σου, ήμουν εκεί.
Τότε που ξόδευες το πεπαιδευμένο μυαλό σου σε ιδέες ευγενικές για ουράνια ανέφελα και έρχονταν οι καταιγίδες, ήμουν εκεί.
Τότε που κατάλαβες πως αυτό που πίστευες δεν ήταν τελικά πραγματωμένο και ανθεκτικό, αλλά με ημερομηνία λήξης λίγο πάνω από τα 70 χρόνια, ήμουν εκεί.
Τότε που είδες τους ποιητές να τους σκοτώνουν οι ΜΕΓΑλες ΑΝΤένες, που είδες επίσημα βολέματα και πολλών αργυρίων συναλλαγές, ήμουν εκεί.
Τότε που αφουγκραζόσουν την πονεμένη ανθρωπότητα, που άκουγες θορύβους και προετοιμασίες πολυπόθητων πράξεων και μετά σιωπή, ήμουν εκεί.
Ακόμη και τότε που πλήρως συνειδητοποίησες, όπως οι περισσότεροι, ότι το όραμά μας θα παρέμενε απραγματοποίητο στο παρόν ή θα μετατίθετο σε χρόνους επόμενους, σίγουρα αρκετά μακρινούς, ήμουν εκεί.
Εκείνο το πρωινό όμως αποφάσισες μόνος σου…
Η Μαρίνα δεν ξέρω εάν είχε διαβάσει χημεία πριν γράψει την κατάσταση πολιορκίας. Για εκείνο το πείραμα που πραγματοποίησε ο Ράδερφορντ. Βομβάρδισε ένα λεπτό φύλλο χρυσού με σωματίδια πολύ μεγάλης ταχύτητας. Ενώ λοιπόν τα περισσότερα από αυτά διαπερνούσαν το φύλλο με πολύ μικρές αποκλίσεις, μερικά "γύριζαν" προς τα πίσω.
Σφαίρες αμέτρητες, πατέρα, θα πέφτουν στους αδιάφορους διαβάτες μέχρι….
Εκτός από το θυμό, πρέπει να ντράπηκα.
—Μαλάκα τι έκανες;
—Που με αφήνεις;
—Τι θα πω στον κόσμο; Πως δεν άντεξες; Πως δεν ήμουν ικανή να σε κρατήσω στη ζωή; Πως μ αγάπησες αλλά με εγκατέλειψες ή μήπως ότι με εγκατέλειψες επειδή δε με αγάπησες τόσο πολύ, όσο τουλάχιστον τον εαυτό σου;
΄΄Έμμυ μου είσαι η ζωή μου !΄΄
Όχι δεν ήμουν, τελικά. Ευτυχώς δεν ήμουν εγώ ολάκερη η ζωή σου. Είχες και αυτή που σου ανήκε. Αυτή που αποφάσιζες μόνον εσύ τι να την κάνεις. Το κατάλαβα καλά αυτό πατέρα, όταν μου έφεραν ένα από τα πρώτα σημειώματα : ΄΄Παππού σ΄ευχαριστώ΄΄, σε μια κόλα σχολικού τετραδίου.
Είναι αυτή, η δική σου ζωή πατέρα, που αφήνει τα υποκοριστικά της αγάπης και προσχωρεί στις άκλιτες προθέσεις της ζωής : ανά, όπως αναπαλλοτρίωτος, αντί όπως αντίσταση, συν, όπως σύντροφος, υπέρ, όπως υπέρ αδυνάτου, επί, όπως επανάσταση.
Ο Νίκος Γεωργάκης, ο φοιτητής που αυτοπυρπολήθηκε στην Ιταλία διαλύοντας τη συμβουλευτική του κυρ Παντελή ΄΄ κάνε σα να μη συμβαίνει τίποτα΄΄.
Εκείνο το κείμενο του Ραφαηλίδη για το αυτοκτονικό πείσμα του Βελουχιώτη, που ξέρασε το χυλό του φόβου και της ΄΄ νομιμότητας΄΄.
Ο Μπόμπι Σανς που η αξιοπρέπεια κατάφαγε τις σάρκες του. ΄΄ Κάποιος θα πρέπει να γράψει ένα ποίημα για τα βάσανα των απεργών πείνας. Θα 'θελα να το γράψω εγώ, αλλά πώς να το τελειώσω; ΄΄ έγραφε από το κελί του.
Αυτοί που δε συνθηκολόγησαν με την ιστορία, δεν έκαναν ανακωχή με τη συνήθεια και επέλεξαν θάνατο για να υπερασπιστούν τη ζωή.
Όλοι τους άνθρωποι και ανθρώπινοι, με πάθη, λάθη, πείσμα, δύναμη κι αδυναμία. Εκείνη τη στιγμή, ένα δευτερόλεπτο πριν, στην πλατεία Ματεότι, ή στη Μεσούντα, ή στην Καισαριανή ή στο κελί, δραπέτευσαν από τις ιλουστρασιόν αφίσες, απαρνήθηκαν το ρόλο του απρόσιτου ήρωα στο ιερατείο της επανάστασης, σύλησαν το άβατο των ηρώων και έγιναν Ισμήνη, Ευρύαλος και σεφερικός Οδυσσέας.
΄΄ Γκρεμιστήκατε από ένα μόνο φθινόπωρο΄΄ θα γράψει ο Νερούντα αποδίδοντας στους νεκρούς το φυσικό τους μέγεθος και από – συμβολοποιημένοι πια περνούν μέσα από τις ρωγμές της ανθρώπινης ύπαρξης και γίνονται σαν κι εμάς.
Όλο το κορμί μου ήταν παγωμένο, μέχρι τα ριζά του λαιμού, ενώ το κεφάλι μου έκαιγε, πονούσε, αντιδρούσε σε αυτήν την τελευταία μας συνάντηση.
Στέκομαι, σκέφτομαι και συλλέγω μνήμες, πατέρα, για να αντέχω την ιστορία που γράφουμε. Ξέρεις αυτά τα χρόνια που λείπεις μας πήραν πολλά!
Η πολιτική δεν είναι πια η οντολογική έννοια που ενυπάρχει, που συγκρούεται, που συστήνει αδιάκοπα και δυναμικά κάθε κοινωνική πρακτική, αλλά ένα διαχειριστικό υποσύστημα που φροντίζει να υπογράφει ασφαλιστικά συμβόλαια έναντι των ρίσκων που αναλαμβάνει.
Η έφοδος στον ουρανό μετατράπηκε σε μια εμπειρία που δομεί το ιστορικό περιβάλλον του αναπόδραστου, μη επιτρέποντας ούτε ένα ανεξάρτητο, ένα ελεύθερο όνειρο, από αυτά που σήμερα εγγράφονται στη σφαίρα της ουτοπίας για να επιδιώξουν κάποτε την ιστορική τους επικύρωση.
Για αυτό σου λέω, παρότι εσύ εξακολουθείς να διαστέλλεσαι στις πιο πολικές κοσμικές θερμοκρασίες, δεν σου πρέπει να ανήκεις στο δικό μας κόσμο. Στον κόσμο των ΄΄ ζωντανών΄΄ που ζουν εκτός πεδίου ζωής.
Όταν χαμογελούσες εκείνη την Κυριακή στο Σύνταγμα ανάμεσα στο πλήθος των αντιστεκόμενων πολιτών, ήσουν ερωτευμένος. Ερωτευμένος με το αυθόρμητο .
Όταν σχεδίαζες ταξίδια με το σκαραβαίο, ήσουν ερωτευμένος. Ερωτευμένος με το Άλλο.
Όταν μου χάρισες εκείνο το εισιτήριο στα 17 μου για να πάω στη Μόσχα και στο Λένιγκραντ, ήσουν ερωτευμένος. Ερωτευμένος με την αλήθεια.
Όταν έγραφες ότι ελπίζεις πως οι νέοι αυτού του τόπου θα κρεμάσουν τους προδότες, ήσουν ερωτευμένος. Ερωτευμένος με την εξέγερση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου